Δεν ανακατεύεται αλλά ζητά την τήρηση των ελληνικών δεσμεύσεων – Τι αναμένεται να βρει ο πρωθυπουργός Αντ. Σαμαράς στη γερμανική πρωτεύουσσα
Είναι καλοδεχούμενος στο Βερολίνο. Ο Αντώνης Σαμαράς ανήκει, από στατιστική άποψη, στους πιο συχνούς επισκέπτες της Άνγκελα Μέρκελ σε επίπεδο πρωθυπουργών και αρχηγών κρατών. Και οι συνομιλίες τους γίνονται πάντα σε καλό κλίμα. «Η καγκελάριος χαίρεται για τη συνάντηση» διαβεβαίωνε τις προάλλες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφαν Σάιμπερτ αναφερόμενος στη σημερινή συνάντηση των δυο ηγετών στην καγκελαρία. Και ανάλογη «χαρά» φαίνεται να διακατέχει και τον επισκέπτη της.
Όμως τα μηνύματα από το Βερολίνο είναι αντιφατικά.
Από τη μια είχαμε την προχθεσινή τριπλή προειδοποίηση του κ. Σάιμπερτ,
Πρώτον, ότι η ελληνική αντιπροσωπία δεν θα πρέπει να έχει την λανθασμένη προσδοκία -«αν όντως αυτή υφίσταται» – ότι οι συνομιλίες θα έχουν διαπραγματευτικό χαρακτήρα (αλλά μόνο ενημερωτικό),
Δεύτερον, ότι ο έλεγχος και η ρύθμιση της πορείας του λεγόμενου δεύτερου προγράμματος βοήθειας, δηλαδή του δεύτερου μνημονίου, είναι αποκλειστική υπόθεση της τρόικας, και
Τρίτον, ότι το Βερολίνο δεν θέλει να ανακατευτεί σε αυτό, αλλά «πιέζει την Αθήνα να τηρήσει συνεπώς τις υποχρεώσεις της».
Και από την άλλη είχαμε τη χθεσινή δήλωση της Μέρκελ, με την οποία δεν εκθείαζε μόνο τις «αξιοθαύμαστες μεταρρυθμίσεις» στην Ελλάδα αλλά, αναφερόμενη στην επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος, έριχνε και μια «μπηχτή» στην τρόικα λέγοντας: «Πολλοί στην τρόικα δεν το περίμεναν, αλλά (η Αθήνα) το πέτυχε και γι αυτό έχω απέραντο θαυμασμό».
Αντίφαση, που έχει όμως σύστημα. Και αυτό το σύστημα εμπεριέχει δυο στοιχεία:
Πρώτον, στο θέμα του μνημονίου, η κ.Μέρκελ θα παραμείνει αδιάλλακτη. Κι αυτό ανεξάρτητα από τις μόνιμα εκθειαζόμενες «τεράστιες θυσίες του ελληνικού λαού», καθώς και τις επιτυχίες της κυβέρνησης Σαμαρά σε τομείς όπως το πρωτογενές πλεόνασμα, την αύξηση του τουριστικού συναλλάγματος, ή το θετικό πρόσημο στο ισοζύγιο πληρωμών. Η καγκελάριος παίρνει στα σοβαρά τον κίνδυνο ανταρσίας πολλών κυβερνητικών βουλευτών, ή ακόμα και μιας κοινωνικής εξέγερσης, όπως τον επικαλούνται τελευταία συνεργάτες του πρωθυπουργού, όχι όμως σε βαθμό που να την κάνουν να αλλάξει ρώτα.
«Το θέμα είναι απλό: Αν η Αθήνα δεν εκτελέσει το σύνολο των υποχρεώσεων της, η γερμανική Βουλή θα αναθέσει στον υπουργό οικονομικών να μην δώσει το πράσινο φως στην εκταμίευση της επόμενης δανειακής δόσης» σιγοντάρει ο εκπρόσωπος των Χριστιανοδημοκρατών σε θέματα προϋπολογισμού Νόρμπερτ Μπάρτλε.
Το δεύτερο στοιχείο, που είναι εξίσου θεμελιακό, είναι ότι η Μέρκελ δεν θα αφήσει την Ελλάδα να πέσει. Η στρατηγική απόφαση γι αυτό, υπενθυμίζει συνεργάτης της , είναι ειλημμένη από τον Αύγουστο του 2012 και δεν πρόκειται να αλλάξει. Αυτό εκφράζεται σε βάθος χρόνου και στη βοήθεια που προτίθεται να προσφέρει το Βερολίνο στην Αθήνα για την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού – υπό την προϋπόθεση πάντα, ότι ο πρωθυπουργός θα ξεπεράσει το σημερινό «διστακτικό» εαυτό του και θα αρχίσει να προωθεί με τέμπο τις «μεταρρυθμίσεις» – με πρώτες τις ιδιωτικοποιήσεις και την απόλυση δημοσίων υπαλλήλων.
Το ποια πορεία θα πάρει βέβαια η σημερινή συνομιλία, είναι ανοικτό θέμα. Διπλωματικοί παρατηρητές δεν αποκλείουν να τεθεί υπό συζήτηση και τα προβλήματα που δημιουργεί η άτεγκτη στάση της τρόικας στην Αθήνα.
Γεγονός είναι, ότι τελευταία ακούγεται όλο και συχνότερα κριτική εναντίον της στο Βερολίνο – σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες, το υπουργείο οικονομικών μελετά γενικότερα την απαγκίστρωσή της ευρωζώνης από αυτήν τους επόμενους μήνες.
Όμως η κριτική δεν είναι απόλυτη, δεν θέτει δηλαδή υπό αίρεση τη σημερινή ύπαρξή της, ή την αρχική απόφαση για το σχηματισμό της.
Απαντώντας την Τετάρτη σε ερώτηση δημοσιογράφου σχετικά με την επιτροπή που συγκρότησε τις προάλλες το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο για να ερευνήσει το βίο και την πολιτεία της τρόικας στην Ελλάδα και αλλού, ο εκπρόσωπος τύπου του υπουργείου οικονομικών Μάρτιν Κότχάους, έπλεξε το εγκώμιό της με τα καλύτερα λόγια. Η τρόικα, τόνισε, έχει τους καλύτερους ειδικούς του κόσμου στο θέμα της διαχείρισης κρίσεων, και οι επεμβάσεις του Διεθνούς Νομισματικού τομέα σε διάφορες χώρες ήταν «κατά το πλείστον» πολύ επιτυχημένες. «Η τρόικα επιτέλεσε καλό έργο» ήταν το ρεζουμέ του.
Ταυτόχρονα όμως αναφέρθηκε (για πρώτη φορά στα κυβερνητικά χρονικά!) και στις πλάνες της, ιδιαίτερα στο πεδίο των προγνώσεων, προσθέτοντας ωστόσο το «ελαφρυντικό», ότι αυτές ήταν περίπου αναπόφευκτες, επειδή στις αρχές της δραστηριότητας της, η τρόικα κινούταν σε παρθένο έδαφος, αλλά και επειδή η ελληνική κυβέρνηση ολιγωρούσε συστηματικά στην εκπλήρωση των μνημονίων.
Και μόνο αυτό δείχνει, ότι ενόψει της λήξης του μνημονίου το 2014, η κριτική κατά της τρόικας θα ενταθεί με τον προφανή στόχο, να φορτωθούν σε αυτήν τα λάθη και οι παραλείψεις στο σχεδιασμό και την εκτέλεση του. Κάτι τέτοιο δεν θα πρέπει να αναμένεται βέβαια κατά τη σημερινή συνάντηση Μέρκελ-Σαμαρά – όμως οι «μπηχτές» εναντίον της, όπως έδειξαν οι προχθεσινές δηλώσεις της καγκελάριου, δεν πρόκειται μάλλον να λείψουν.