Το ανθρώπινο κόστος της κρίσης
Αποκαλυπτικά και συνάμα τρομακτικά είναι τα ευρήματα έρευνας του ΟΟΣΑ που μετρά το ανθρώπινο κόστος της κρίσης στην Ελλάδα.
Το μέσο ελληνικό νοικοκυριό επηρεάστηκε πάρα πολύ από την κρίση, σύμφωνα με την έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για την ευημερία (Well Being) που δόθηκε την Τρίτη στη δημοσιότητα.
Μεταξύ 2007 και 2011 η σωρευτική μείωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών στην Ελλάδα ήταν 23%. Την ίδια στιγμή το 31% των Ελλήνων λέει ότι απασχολείται σε κακό εργασιακό περιβάλλον. Ακόμη καταγράφεται μεγάλη μείωση της εμπιστοσύνης των Ελλήνων στους θεσμούς και στον τρόπο που λειτουργεί η δημοκρατία.
Η μεγαλύτερη επίπτωση της κρίσης, αναφέρει η έκθεση, στην ευημερία των πολιτών προέκυψε από τη μείωση της απασχόλησης και την επιδείνωση των συνθηκών στην αγορά εργασίας. Το ποσοστό απασχόλησης μειώθηκε κατά 10% από το 2007 έως το 2012, ενώ το ποσοστό της μακροχρόνιας ανεργίας αυξήθηκε κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες.
Ειδικότερα, η έρευνα αναφέρει ότι σε ένα σύνολο 11 κριτηρίων που χρησιμοποιήθηκαν για να μετρηθεί η ευημερία, η Ελλάδα βρισκόταν μόνο στα τρία από αυτά πάνω από το μέσο όρο των 34 αναπτυγμένων χωρών του ΟΟΣΑ, ενώ ήταν κάτω από το μέσο όρο στα υπόλοιπα οκτώ.
Συγκεκριμένα, πάνω από το μέσο όρο ήταν όσον αφορά στην κατάσταση της υγείας, στην ισορροπία μεταξύ εργασίας και ζωής και στην προσωπική ασφάλεια. Χαμηλότερα από το μέσο όρο ήταν όσον αφορά την εκπαίδευση και τις δεξιότητες, το εισόδημα και τον πλούτο, την ενασχόληση με τα κοινά, τις θέσεις εργασίας και τις αποδοχές, τις κοινωνικές διασυνδέσεις, την κατοικία, την υποκειμενική ευημερία και την ποιότητα του περιβάλλοντος.
Η έκθεση του ΟΟΣΑ σημειώνει ότι η Ελλάδα κατέγραψε μεταξύ του 2007 και του 2011 σωρευτική μείωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών κατά 23%, που ήταν η μεγαλύτερη μεταξύ των χωρών του Οργανισμού.
Μεταξύ του 2007 και του 2010, η ανισότητα στο εισόδημα της αγοράς (πριν από φόρους και μεταβιβάσεις) αυξήθηκε κατά 2%, πάνω από το μέσο όρο του Οργανισμού που ήταν 1,2%.
Η κακή κατάσταση όσον αφορά την απασχόληση είχε μεγάλη επίπτωση στην ικανοποίηση των Ελλήνων από τη ζωή τους. Το ποσοστό των Ελλήνων που δηλώνουν πολύ ικανοποιημένοι από τη ζωή τους μειώθηκε από 59% το 2007 σε 34% το 2011, το χαμηλότερο ποσοστό στον ΟΟΣΑ.
Κατά τη διάρκεια της κρίσης μειώθηκε επίσης η εμπιστοσύνη των Ελλήνων στους θεσμούς και στον τρόπο που λειτουργεί η δημοκρατία. Το ποσοστό των Ελλήνων που δηλώνουν ότι εμπιστεύονται την κυβέρνηση μειώθηκε από το 38% στο 13% μεταξύ 2007 και 2012.
Το 31% των Ελλήνων ανέφερε ότι απασχολείται σε ένα κακό εργασιακό περιβάλλον, ποσοστό που είναι σημαντικά μεγαλύτερο από το μέσο όρο των ευρωπαϊκών χωρών.
Οι διαφορές στην ευημερία μεταξύ των δύο φύλων, που κατά κανόνα είναι υπέρ των ανδρών, μειώθηκαν στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ – και την Ελλάδα – τις τελευταίες δεκαετίες. Ωστόσο, είναι ακόμη λιγότερο πιθανό οι Ελληνίδες να έχουν μία αμειβόμενη θέση απασχόλησης ή να εκλεγούν στο κοινοβούλιο.
Η έκθεση του ΟΟΣΑ διαπίστωσε, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Wall Street Journal, ότι στο 20% των χωρών με τον υψηλότερο δείκτη ευημερίας βρίσκονται η Ελβετία, οι σκανδιναβικές χώρες, η Βρετανία, η Αυστραλία, ο Καναδάς και η Νέα Ζηλανδία.
Στο 60% των χωρών του Οργανισμού κατατάσσονται οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, μαζί με τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία. Η Ελλάδα και η Εσθονία είναι οι μόνες χώρες της Ευρωζώνης που βρίσκονται στο 20% των χωρών με τον χαμηλότερο δείκτη ευημερίας, μαζί με την Τουρκία, τη Βραζιλία και το Μεξικό.
αμπε