«Προσευχόμαστε να ζει, ελπίζουμε να είναι καλά, αλλά…». Η «Κ» εντόπισε τις πέντε νεαρές μοναχές που συνόδεψε στην Ελλάδα ο μητροπολίτης Χαλεπίου, Παύλος Γιατζιτζής.
..
Η συνάντησή μας έγινε στο μοναστήρι γυναικών της Αγίας Κυριακής, στον κάμπο της Ημαθίας, με τη μεσολάβηση του μητροπολίτη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμονα. Στο αρχονταρίκι εμφανίστηκαν οι δύο από τις πέντε νεαρές μοναχές και δέχτηκαν να μου μιλήσουν υπό τον όρο της ανωνυμίας.Πώς να αποκαλύψουν άλλωστε τα στοιχεία τους, όταν πίσω στο φλεγόμενο Χαλέπι, άφησαν συγγενικά τους πρόσωπα και πολλούς άλλους χριστιανούς; «Διατρέχουν κάθε στιγμή θανάσιμο κίνδυνο…», λένε.
«Στο Χαλέπι, από τον έναν δρόμο βομβάρδιζε ο κυβερνητικός στρατός και από τον άλλο οι αντάρτες, και το κτίριο της μητρόπολης που μέναμε εμείς ήταν στη μέση. Οι βόμβες περνούσαν από πάνω μας…».
Οι ίδιες κατάφεραν να διαφύγουν από το θέατρο του πολέμου και να γλιτώσουν από το θρησκευτικό μίσος των ένοπλων φανατικών ισλαμιστών χάρη σε μια καλά οργανωμένη επιχείρηση, που σχεδίασε και υλοποίησε ο μητροπολίτης Χαλεπίου, Παύλος Γιατζιτζής. Ο ίδιος, όμως, δεν στάθηκε εξίσου τυχερός.
Αφού έφερε εις πέρας την επιχείρηση «απόδρασης» των εννιά -πέντε κανονικών και τεσσάρων υποψηφίων- γυναικών μοναχών, μέσω Λιβάνου, ήρθε και ο ίδιος στην Ελλάδα προκειμένου να βοηθήσει στην εγκατάστασή τους.
Αρχικά οι Σύρες μοναχές φιλοξενήθηκαν στο μοναστήρι γυναικών της Ορμύλιας και εγκαταστάθηκαν σε αυτό της Αγίας Κυριακής που τελεί υπό την πνευματική δικαιοδοσία του μητροπολίτη κ. Παντελεήμονα, με τον οποίο τους συνέδεαν ισχυροί πνευματικοί δεσμοί. Ηταν και η τελευταία πράξη βοήθειας του τολμηρού ιεράρχη προς το ποίμνιό του. Κατά την επιστροφή του στο Χαλέπι, οδικώς μέσω Τουρκίας, απήχθη, μαζί με τον Συρορθόδοξο μητροπολίτη Ιμπραχίμ Γιοχάνα και τον οδηγό του, μόλις πέρασε τα σύνορα της Τουρκίας και έκτοτε αγνοείται η τύχη του.
«Προσευχόμαστε να ζει, ελπίζουμε να είναι καλά, αλλά…». Δεν τολμούν να το εκστομίσουν, πλην όμως δεν είναι δύσκολο να «διαβάσει» κανείς στα μάτια τους αυτό που όλοι υποπτεύονται. Οτι πιθανότατα δεν βρίσκονται πλέον στη ζωή. «Λίγες μέρες προτού φύγουμε μια βόμβα έσκασε στο γραφείο του γέροντα. Τότε, ευτυχώς, απουσίαζε. Μακάρι και τώρα να τον βοηθήσει ο Θεός».
«Τόσα χρόνια ήμασταν πολύ καλά με τους μουσουλμάνους. Τώρα με τον πόλεμο ήρθαν φανατικοί εξτρεμιστές και άρχισαν οι διώξεις μας…». Οι μέρες της ειρηνικής συνύπαρξης χριστιανών και μουσουλμάνων όμως φαίνεται να ανήκουν οριστικά στο παρελθόν. Η μεγάλη έξοδος των ορθόδοξων χριστιανών από τη Συρία βρίσκεται σε εξέλιξη. Ο κίνδυνος, μετά το Ιράκ το οποίο αναγκάστηκε να εγκαταλείψει στον πόλεμο η συντριπτική πλειοψηφία του χριστιανικού στοιχείου, να αδειάσει και η Συρία και να χάσει η ορθοδοξία μια πολιτισμική ενδοχώρα με ιστορικές ρίζες στη Μέση Ανατολή, διαγράφεται ορατός. «Αυτοί που μπορούν φεύγουν, κάποιοι όμως μένουν για να υπερασπιστούν τα σπίτια και τις περιουσίες τους. Πολλοί θέλουν να φύγουν αλλά δεν έχουν πού να πάνε», λέει μια από τις μοναχές.
Καθημερινές επιδρομές
Το να δηλώνει κάποιος χριστιανός και μάλιστα ορθόδοξος σήμερα στη Συρία ισοδυναμεί με αυτοκτονία. Οι εξτρεμιστές ισλαμιστές τους έχουν θέσει το στόχαστρο θεωρώντας τους συνεργάτες του Ασαντ. Τρομοκρατικές επιδρομές σε χωριά και συνοικίες ορθοδόξων χριστιανών, κυρίως στη βόρεια Συρία, σημειώνονται καθημερινά από ανεξέλεγκτες ομάδες φανατικών ενόπλων μουσουλμάνων, μεταξύ των οποίων Τσετσένοι, Αφγανοί, Σομαλοί, κ.ά.
Αιμοσταγείς «πολέμαρχοι» υποχρεώνουν χριστιανούς να πουλήσουν σε μουσουλμάνους τα σπίτια και τις περιουσίες τους ή όπως κατά κόρον συμβαίνει στην περιοχή Χασίκε, τους τα παίρνουν διά της βίας και τους αναγκάζουν να φύγουν. Καθώς δεν υπάρχουν δυνάμεις να τους υπερασπιστούν, κατευθύνονται με χίλιους μύριους κινδύνους προς τα σύνορα με τον Λίβανο αναζητώντας ασφάλεια στην επονομαζόμενη «Κοιλάδα των Χριστιανών», που πήρε το όνομά της λόγω της μαζικής προσέλευσης και προσωρινής εγκατάστασης χριστιανών από την υπόλοιπη χώρα.
Από εκεί όσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα αλλά και διασυνδέσεις περνούν στον Λίβανο και φτάνουν στην Αίγυπτο, όπου καταβάλλοντας υπέρογκα ποσά σε επιτήδειους εξασφαλίζουν διαβατήρια και βίζα για την Ευρώπη, κυρίως τη Γερμανία, τη Γαλλία και τη Σουηδία. Πολλοί, που δεν μπορούν να εγκαταλείψουν τη χώρα, καταφεύγουν για ασφάλεια στα παράλια όπου κυριαρχούν οι φιλικά διακείμενοι Αλεβίτες.