Γράφει ο Νίκος Χειλάς
Είναι ακραίο μέτρο, που προκαλεί ακραίες αντιδράσεις. Τις τελευταίες ώρες ακούγονται πολλά εξωφρενικά για το κλείσιμο της ΕΡΤ με αποκορύφωμα τη δήλωση του Αλέξη Τσίπρα, ότι το νέο ίδρυμα που θα τη διαδεχθεί θα είναι μια νέα ΥΕΝΕΔ.
Τέτοιες αντιδράσεις (αποτέλεσμα της φοβερής συναισθηματικής φόρτισης που προκάλεσε το κλείσιμο) είναι φυσικά κατανοητές. Ενόψει τέτοιων ανείδωτων γεγονότων, που δεν έχουν βρει ακόμα το σωστό τους όνομα, οι σχολιαστές – όπως έχει συμβεί πάμπολλες φορές στο παρελθόν – δανείζονται έννοιες από τα παλιά. Μόνο που αυτές, αν και δραστικές, δεν αποδίδουν την ουσία των τρεχόντων φαινομένων.
Σίγουρο είναι ότι το νέο ίδρυμα δεν θα γίνει νέα ΥΕΝΕΔ, έτσι όπως και η κυβέρνηση τουΑντώνη Σαμαρά δεν είναι στρατιωτική χούντα, παρά τα όποια κοινοβουλευτικά της πραξικοπήματα, όπως αυτά μέσω των νομοθετικών διαταγμάτων. Το ελληνικό πολιτικό σύστημα παραμένει δημοκρατικό παρά την κατάργηση της ΕΡΤ, ήτοι του βασικότερου ραδιοτηλεοπτικού μέσου άσκησης του δημόσιου λόγου.
Το πιθανότερο λοιπόν είναι ότι ο νέος φορέας, ο οποίος κατά τη δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου δεν θα είναι κρατικός, αλλά δημόσιος, θα λειτουργεί στη βάση ιδιωτικών προτύπων: ως ιδιωτικά-δημόσιος, ή δημόσια-ιδιωτικός, θα έχει δηλαδή εκείνη την εξαμβλωματική μορφή, που θέτει τους δημόσιους θεσμούς υπό τη διεύθυνση ιδιωτών. Επιπλέον, εξυπακούεται, θα είναι κομμένος και ραμμένος στα μέτρα της Νέας Δημοκρατίας και θα εξυπηρετεί τις προπαγανδιστικές της ανάγκες.
Το τέρας αυτό είναι γέννημα θρέμμα του μνημονίου – όχι ξενόφερτο, ή κάποιας εν κρυπτώ, ή εν δυνάμει χούντας. Είναι, όπως και η σφαγή των εισοδημάτων και των εργασιακών δικαιωμάτων, προϊόν της πολιτικής της λιτότητας. Ταυτόχρονα είναι και αποτέλεσμα της δράσης του μεγαλύτερου κυβερνητικού κόμματος, της Νέας Δημοκρατίας, που κηρύσσει την επαναστατική μεταρρύθμιση και υλοποιεί, όσο καμιά άλλη μεταπολιτευτικά, τη ριζοσπαστική αντιμεταρρύθμιση. Ως τέτοιο θα πρέπει και να ονοματιστεί – τα όποια εννοιολογικά δάνεια δεν επιτρέπουν τη σωστή κατανόηση και κατάταξή του.
Τέτοια τέρατα θα δούμε ακόμα πολλά. Δεν αποκλείεται μάλιστα – αν δεν υπάρξει έγκαιρη αντίδραση της πλειοψηφίας του πληθυσμού – να έχουμε σύντομα μπροστά μας ένα συνολικό θεσμικό τέρας: μια Πολιτεία που θα ορίζεται και θα ρυθμίζεται αυτόματα από τη λογική του μνημονίου.
Οσοι πάντως ελπίζουν σε παρέμβαση της δημοκρατικής Ευρώπης, θα απογοητευτούν. Οι ηγέτες των Βρυξελλών και του Βερολίνου δεν θα κουνήσουν το δαχτυλάκι τους – επικαλούμενοι τη μη ανάμιξη στα εσωτερικά μιας κυρίαρχης χώρας. Αποφεύγοντας φυσικά να πουν λέξη για το γεγονός, ότι η κυριαρχία αυτή έχει από καιρό καταλυθεί και μάλιστα από τους ίδιους. Και ότι αυτό που υλοποιεί κατά εντολή τους ο κ. Σαμαράς έχει χαρακτήρα μοντέλου και για άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Το μοντέλο αυτό βρίσκεται βέβαια ακόμα στην πρώτη φάση της υλοποίησής του. Και δεν πρόκειται να εδραιωθεί πραγματικά, αν δεν το αποδεχθούν και τα θύματά του – όπως δεν το δέχονται σήμερα οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ. Οι τελευταίοι αντιδρούν κάνοντας το μοναδικό σωστό: χρησιμοποιώντας το κλείσιμο της εταιρείας ως ευκαιρία για ένα νέο ανεξάρτητο και πραγματικά πλουραλιστικό μέσο.
Αυτό φαίνεται και από το ψήφισμα που εξέδωσε τη Δευτέρα η γενική συνέλευση των δημοσιογράφων, που εργάζονται στην εταιρία. Η φράση-κλειδί του είναι: «Θα αγωνιστούμε για ένα θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της ΕΡΤ που θα κατοχυρώνει και θα περιφρουρεί την ανεξαρτησία της δημόσιας Ραδιοτηλεόρασης, θα κόψει, επιτέλους, τον ομφάλιο λώρο με την εκάστοτε κυβέρνηση και κάθε κέντρο ή παράκεντρο πολιτικών και πελατειακών παρεμβάσεων».
Θεσμική ανεξαρτησία και αυτοοργάνωση των εργαζομένων – αυτά είναι όντως τα δυο θεμέλια, στα οποία πρέπει να ανοικοδομηθεί (χωρίς να κλείσει ούτε στιγμή!) η νέα ΕΡΤ. Τα πρότυπα του βρετανικού BBC, ή της γερμανικής ARD, προς τα οποία προσανατολίζονται πολλοί (ακόμα και ο ΣΥΡΙΖΑ) δεν φτάνουν – όσο ασύγκριτα καλύτερα και να είναι από τη σημερινή ΕΡΤ. Οι δημοσιογράφοι, οι τεχνικοί και το διοικητικό προσωπικό της εταιρίας πρέπει να κτίσουν ένα φορέα, που αξίζει και στους ίδιους και στο λειτούργημα του τύπου: ως αυτόνομη φωνή, που βρίσκεται στην αντίπερα όχθη από τα κέντρα εξουσίας – κρατικά και ιδιωτικά.