Η Nobilis και η κόντρα για τα «ελληνικά» με την πολιτική αγωγή
Θύμα συγκυριών είναι η Βίκυ Σταμάτη, σύζυγος του Άκη Τσοχατζόπουλου, σύμφωνα με την υπερασπιστική γραμμή του Αλέξη Κούγια. Με ερωτήσεις προς τον προϊστάμενο του ΣΔΟΕ κ. Νικόλαο Μαϊτό, έκανε εμφανή προσπάθεια να διαχωρίσει τη θέση της«δύστυχης εντολέως» του από τις δραστηριότητες της εταιρείας Nobilis και όσα περιβάλλουν την αγοραπωλησία του ακινήτου επί της Διονυσίου Αρεοπαγίτου.
«Αποδεχόμενος» το κατηγορητήριο -προκειμένου να στηρίξει τον συλλογισμό του- ο κ. Κούγιας τόνισε ότι αν ο πρώην υπουργός βρίσκεται πίσω από τη Nobilis, επέλεξε να μεταβιβάσει το ακίνητο σε φυσικό πρόσωπο όταν άλλαξε το 2010 το φορολογικό καθεστώς, επιβάλλοντας φόρο 15% επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. «Διαφορετικά, το διαμέρισμα θα χανόταν, θα έπρεπε να πληρώνει 200.000 ευρώ τον χρόνο» σημείωσε ο κ. Κούγιας.
«Την έβαλε υποχείριο μίας τράπεζας» πρόσθεσε, «δεν έχει τίποτε στο όνομά της, γνωρίζονται από το 1996». Νωρίτερα, είχε μάλιστα αντιδιαστείλει τη μεταβίβαση -από τον πρώην υπουργό- στην πρώτη σύζυγο Τσοχατζοπούλου, Γκούντρουν, του ακινήτου επί της Άγγελου Σικελιανού στο Παλαιό Ψυχικό.
«Είναι μέλος εγκληματικής οργάνωσης ή απλώς σύζυγος του Άκη Τσοχατζόπουλου και μητέρα του παιδιού του;» συμπύκνωσε την επιχειρηματολογία του ο κ. Κούγιας.
Η υπερασπιστική γραμμή του κ. Κούγια στάθηκε πάντως αφορμή για να ανάψουν τα πνεύματα στο δικαστήριο. Η συνήγορος πολιτικής αγωγής κυρία Ουρανία Μενδρινούέκανε λόγο για «ομολογία του πρώην υπουργού» προκαλώντας την αντίδραση τόσο του Άκη Τσοχατζόπουλου όσο και του συνηγόρου της Σταμάτη: «Ποιο σχολείο τελειώσατε; Για τα ελληνικά σας λέω…».
Η Αρετή και η Bluebell
Την απεμπλοκή -από την κατηγορία περί ξεπλύματος- της Αρετής Τσοχατζοπούλου, κόρης του πρώην υπουργού, επεχείρησε και ο συνήγορός της κ. Μιχάλης Δημητρακόπουλος. Ρωτώντας τον μάρτυρα χρονιά προς χρονιά -από το 1995- για το πλεόνασμα από τα έσοδα της εντολέως του και αν με τα χρήματα αυτά είχε τη δυνατότητα να αγοράσει το ακίνητο της Δεινοκράτους, η υπεράσπιση θέλησε να δείξει πως «ό,τι αγόρασε η Αρετή, προκύπτει με ακρίβεια δεκαδικού» – ο κ. Μαϊτός δεν είχε αρνηθεί άλλωστε ότι με βάση το τεκμαρτό τα στοιχεία «έβγαιναν», διερωτάτο ωστόσο επί των πραγματικών περιστατικών πώς προκύπτει η χρηματοροή.
Ο κ. Δημητρακόπουλος αξιοποίησε την κατάφαση του κ. Μαϊτού σχετικά με το γεγονός ότι η λιβεριανή off shore Bluebell αγόρασε το 1998 το ακίνητο της Δεινοκράτους χωρίς να υπάρχει τίποτε ύποπτο. «Το χρήμα “ύποπτης προέλευσης” (με κατάθεση του εμπόρου όπλων Al Sayad Fouad), άρχισε να εισρέει έναν χρόνο αργότερα. Αν λοιπόν πρωτογενώς δεν υπάρχει ξέπλυμα, τότε τι λέμε;» ολοκλήρωσε το σκεπτικό του.
Με βάση τα αριθμητικά δεδομένα, επέλεξε να υπερασπιστεί -μέσω ερωτήσεων προς τον κ. Μαϊτό- και την Γκούντρουν, πρώην Τσοχατζοπούλου.
Δεδομένου ότι μία από τις κατηγορίες που βαραίνουν την πελάτισσά του συνδέεται με το έμβασμα 50.000 ευρώ προς τον Άκη Τσοχατζόπουλο (το 2008), ο κ. Δημητρακόπουλος υπολόγισε τη μηνιαία διατροφή 3.000 ευρώ που της πλήρωνε ο πρώην υπουργός, άθροισε 36.000 ευρώ τον χρόνο, και 180.000 ευρώ συνολικά από το 2002 ως και το 200: «Έχετε στοιχεία ότι προέρχονται από μίζα; Μήπως τον εξυπηρέτησε σε μία στιγμή ανάγκης;».
Ο Σμπώκος και ο άγνωστος Χ πίσω από τη Nobilis
Ο κ. Μαϊτός ήταν πάντως προσεκτικός όσον αφορά τον Γιάννη Σμπώκο, πρώην γενικό γραμματέα Εξοπλισμών, καταλήγοντας ότι δεν προκύπτει εμπλοκή του στα της Nobilis. Ξεκαθάρισε ότι σε λογαριασμούς του εξωτερικού δεν έχει γίνει έλεγχος, αλλά και ότι η έρευνα για το «πόθεν έσχες» του πάλαι ποτέ βασικού συνεργάτη Τσοχατζόπουλου είναι σε εξέλιξη.
To καθεστώς της Nobilis παρέμεινε νεφελώδες, καθώς η υπεράσπιση του Νικόλαου Γεωργουλάκη, αντίκλητου της εταιρείας από το 2004, ισχυρίστηκε ότι ο εντολέας του δεν είναι ο πραγματικός ιδιοκτήτης. «Εμφανίστηκε ως ιδιοκτήτης από τρίτους. Δεν είχε ούτε τη βούληση ούτε το ήξερε συνειδητά» επεσήμανε, ενώ πρόσθεσε ότι πρόκειται για οδοντίατρο που βρίσκεται από τη δεκαετία του ’80 στις ΗΠΑ και απέφευγε να έλθει επί 18 έτη στην Ελλάδα, καθώς είχε εκκρεμότητα με το στρατιωτικό του. Τόνισε παρόλα αυτά ότι συνδέεται με κουμπαριά με την επί σειρά ετών λογίστρια του Άκη Τσοχατζόπουλου,Φρόσω Λαμπροπούλου.
Σχετικά δε με την τελευταία, και πάντα με βάση ερωτήσεις των συνηγόρων της, ο κ. Μαϊτός αποδέχθηκε ως συνήθη πρακτική των λογιστών να δηλώνουν ως έδρα εταιρειών, ακόμη και εξωχώριων, τη διεύθυνση της οικίας τους. Οι ίδιοι έδωσαν ιδιαίτερη έμφαση στο γεγονός ότι η Φρόσω Λαμπροπούλου «δρούσε κατ’ εντολήν». «Αυτό συνιστά διαχείριση;»ρωτούσαν επίμονα τον μάρτυρα.
«Ούτε κατ’ όψιν δεν τον γνωρίζω»
Οι απαντήσεις του προϊσταμένου του ΣΔΟΕ κ. Μαϊτού ήταν ωστόσο οξείες όταν ήλθε η σειρά εξέτασης του από την υπεράσπιση του Αστέριου Οικονομίδη, προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της Arcon.
Αναφέροντας το πλέγμα εργασιών ανακατασκευής σε πολλά από τα ακίνητα Τσοχατζόπουλου, ακόμη και σε ακίνητο του υιού Τσοχατζόπουλου, Αλέξανδρου, επί της οδού Ευελπίδων αλλά και για το βιβλιοπωλείο «Ιανός», ο κ. Μαϊτός επεσήμανε ότι όταν ο Οικονομίδης κλήθηκε από το ΣΔΟΕ, «οι απαντήσεις του ήταν μία ευθεία γραμμή, έδειχνε σαν να προσπαθεί να κρύψει κάτι».
Ο μάρτυρας εκτίμησε μάλιστα ότι ο Αστέριος Οικονομίδης αποκλείεται να μη γνώριζε την εποχή εκείνη (των εργασιών στο ακίνητο της Κομνά Τράκα) τα τυπικά, π.χ. ότι οΝικόλαος Ζήγρας ήταν δικαιούχος της Torcaso.
Αναφερόμενος στο νεοκλασικό της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, ο κ. Μαϊτός εκτίμησε ότι υπάρχει σύγχυση ως προς το ποιος έδινε οδηγίες στον Οικονομίδη για τις εργασίες ανακατασκευής, πέραν των αμιγώς αρχιτεκτονικών ζητημάτων. «Δεν είχαμε για ένα τέτοιο έργο σαφείς απαντήσεις από τον κ. Οικονομίδη. Λογικά τις οικονομικές συναλλαγές τις κάνει κάποιος όταν γνωρίζει ποιος είναι απέναντι» σημείωσε και πρόσθεσε: «Μας είπε ότι γνωρίζει κοινωνικά τον πρώην υπουργό. Το ζεύγος Τσοχατζόπουλου τον κάλεσε μάλιστα μία φορά, όταν παρουσιάστηκε ένα πρόβλημα με τη θέρμανση».
«Ούτε κατ’ όψιν δεν τον γνωρίζω» παρενέβη η Βίκυ Σταμάτη από το εδώλιο.
Ο Ζήγρας και η Εθνική Τράπεζα
Διάσταση προέκυψε ανάμεσα στη μαρτυρία Μαϊτού και στην υπεράσπιση του Νίκου Ζήγρα, τον κ. Στέλιο Γκαρίπη. Ο συνήγορος αμφισβήτησε την κατάθεση από πλευράς Ζήγρα 2,5 εκατ. δρχ. και 2 εκατ. δρχ. τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 1997 αντιστοίχως, σε λογαριασμό της Βίκυς Σταμάτη. «Ο κ. Ζήγρας δεν θυμάται κάτι τέτοιο»σημείωσε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Μαϊτός διευκρίνισε, πάντως, ότι το τίμημα που κατέβαλε η Nobilis δεν βρέθηκε ποτέ στον λογαριασμό της Torcaso, στοιχείο που ενισχύει την πεποίθηση περί εικονικής αγοραπωλησίας του ακινήτου κάτω από την Ακρόπολη.