Το Eurogroup ενέκρινε τη διπλή δόση της οικονομικής βοήθειας προς την Ελλάδα, συνολικού ύψους 7,5 δισ. ευρώ, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες από τις Βρυξέλλες.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τις πληροφορίες από τη βελγική πρωτεύουσα, οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης που συνεδριάζουν σήμερα στις Βρυξέλλες ενέκριναν για την Ελλάδα τις δόσεις του Μαΐου, ύψους 4,2 δισ. ευρώ και του Ιουνίου, ύψους 3,3 δισ ευρώ.
Οπως είπε ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς μιλώντας στη γενική συνέλευση του ΣΕΒ, η εκταμίευση της δόσης του Ιουνίου θα γίνει χωρίς νέα αξιολόγηση από την τρόικα, η οποία αναμένεται να επανέλθει στην Αθήνα για τον επόμενο έλεγχο της οικονομίας τον ερχόμενο Οκτώβριο.
Ο κ.Σαμαράς είπε ότι το κλίμα για την Ελλάδα είναι πλέον θετικό και η αξιολόγηση της τρόικας πολύ καλή, επισημαίνοντας ότι «έχουμε ήδη κάνει εδώ και μήνες πολλά και τώρα ξετυλίγεται κομμάτι- κομμάτι». Πάντως συμπλήρωσε ότι ο κίνδυνος δεν έχει ακόμη περάσει, λόγω της ύφεσης και της υψηλής ανεργίας και τόνισε ότι η έγνοιά του είναι να συνεχιστεί η πορεία των μεταρρυθμίσεων και να μην υπάρξει καμία χαλάρωση.
Οπως ανέφερε ο υφυπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Στέφεν Κάμπετερ, με επιστολή του στο ομοσπονδιακό κοινοβούλιο, η γερμανική κυβέρνηση έχει δώσει τη συγκατάθεσή της για την αποδέσμευση της διπλής δόσης προς την Ελλάδα.
“Η τρόικα εκτιμά ότι η Ελλάδα πληροί τους περισσότερους από τους όρους του προγράμματος διάσωσης για το πρώτο τρίμηνο”, επισημαίνει ο κ. Κάμπετερ και διευκρινίζει ότι μόνο τρία από τα προαπαιτούμενα δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί, αλλά, όπως λέει, “αυτό αναμένεται να γίνει σύντομα”.
“Ενόψει της επιτυχούς εφαρμογής του προγράμματος κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2012 και το πρώτο τρίμηνο του 2013 και υπό την προϋπόθεση της επιβεβαίωσης από την τρόικα για την εφαρμογή των προαπαιτουμένων, η κυβέρνηση εγκρίνει την καταβολή της επόμενης δανειακής δόσης στην Ελλάδα”, αναφέρεται στην επιστολή του Γερμανού υφυπουργού Οικονομικών.
Σύμφωνα με το ΕΘΝΟΣ, στο ίδιο κείμενο, ο κ. Κάμπετερ τονίζει ακόμη ότι η τρόικα θεωρεί την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών σχεδόν ολοκληρωμένη, ενώ υποστηρίζει ότι το μειωμένο εργασιακό κόστος και οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας.