Το διεθνές νομισματικό ταμείο αναγνώρισε το λάθος του στον υπολογισμό κάποιου δείκτη. Για τους αμύητους στα οικονομικά ο δείκτης είναι άνευ νοήματος. Η προσοχή επικεντρώνεται, όπως είναι λογικό, στο λάθος. Ώστε και οι τρομεροί οικονομικοί εγκέφαλοι διαπράττουν λάθη ικανά να τελματώσουν την οικονομία μιας χώρας αντί να φέρουν την ανάκαμψη, όπως είναι το ποθούμενο, υποτίθεται, για όλους, χειρουργούμενους και χειρουργούς;
Είναι καιρός οι λαοί να πάψουν να εκδηλώνουν παροιμιώδη αφέλεια έναντι των ισχυρών και των επιδιώξεών τους. Το ΔΝΤ είναι αυτό καθ’ εαυτό ένα λάθος. Δεν οφείλεται αυτό στην ανεπάρκεια των στελεχών του ούτε και στην αδυναμία των μεθόδων υπολογισμού των διαφόρων οικονομικών συντελεστών. Είναι λάθος διότι συγκροτήθηκε προκειμένου να υπερκεραστούν οι κυβερνήσεις των φτωχών και χρεωμένων χωρών από μηχανισμό ελεγχόμενο ασφυκτικά από το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο ακούει σε διάφορα ονόματα όπως αγορές, τραπεζίτες ή, σπανιότερα, άπληστοι για κέρδη πλουτοκράτες. Το ΔΝΤ είναι άτεγκτος οργανισμός, ο οποίος όπου εκλήθη έσπειρε θύελλες και οδήγησε τις χώρες, τις οποίες υποτίθεται ότι έσπευσε να βοηθήσει σε βαθειά ύφεση.
Βέβαια αυτό δεν μας ήταν άγνωστο, όμως στην ονειροφαντασία μας των τριάντα χρόνων πλαστής ευμάρειας, δεν είχαμε τη διάθεση να ασχοληθούμε με τα δυσάρεστα που συνέβαιναν σε άλλες γωνιές του πλανήτη μας. Έτσι όταν ήρθε η ώρα πειστήκαμε στην αναγκαιότητα της πρόσκλησής του, αφού η απειλή της χρεωκοπίας και της επακόλουθης πείνας προβαλλόταν με άκρως πειστικό τρόπο από τους κρατούντες. Έτσι λοιπόν πολλοί αποδεχθήκαμε μοιρολατρικά την έλευσή του ως αναγκαίο (προσωρινό) κακό για να ξαναβρεί η χώρα μας το δρόμο προς την (μακρόχρονη; Κανένας δεν μας το υποσχέθηκε) ανάκαμψη!
Λίγο πονέσαμε που έγινε πράξη εκείνο, για το οποίο μας είχε προετοιμάσει πρόεδρος της Βουλής υποδεχόμενη τον νεοεκλεγέντα τότε πρόεδρο της δημοκρατίας μας: Η μειωμένη εθνική κυριαρχία. Ούτε η προκλητικότητα των εντολοδόχων των κυριάρχων, ούτε τα πικρόχολα σχόλια κατά της χώρας μας και των πολιτών της πολλών στελεχών του συστήματος, ούτε τα εμπαθώς ανθελληνικά δημοσιεύματα του ενορχηστρωμένου ευρωπαϊκού τύπου στάθηκαν αρκετά να μας συνεφέρουν. Είχαμε εθιστεί, όπως ο Μιθριδάτης, στα δηλητήρια, αφού οι απανταχού της γης δήμιοί μας είχαν πληθώρα οργάνων και εντός των τειχών μας: Τους πολιτικούς, που ψεύδονται ασύστολα ακόμη και σήμερα και τους εγκάθετους ακριβοπληρωμένους δημοσιογράφους, οι οποίοι αποκρύπτουν κάθε τι που θα μπορούσε να κεντήσει το φιλότιμο του Έλληνα, ενώ οι εκδότες των ΜΜΕ αμιλλώνται στον εκμαυλισμό του λαού μας προσφέροντας τα κατακάθια της διεθνούς υποκουλτούρας ως ενημέρωση και διασκέδαση.
Ακόμη και όταν οι συνέπειες εκ της αιχμαλωσίας ήσαν πλέον ορατές, δυσπιστούσαμε για τις εξελίξεις! Μας είχαν πείσει ότι κάθε παρέμβαση ήταν η τελευταία και σε λίγο έρχονται οι επενδύσεις και μαζί τους η ανάπτυξη. Έτσι με εντυπωσιακή ευκολία (χωρίς δηλαδή εκ μέρους του λαού σοβαρές αντιδράσεις) πέρασαν τα μνημόνια με διάφορα παιχνίδια εντός και εκτός Βουλής. Το εισόδημά μας έχει κατρακυλίσει, η ανεργία καλπάζει, οι παραγωγοί, οι βιοτέχνες και οι μικροεπαγγελματίες στενάζουν, οι εναπομείνασες δημόσιες επιχειρήσεις οδηγούνται με ακρίβεια στην πλήρη οικονομική απαξίωση.
Μήπως είναι ώρα να συνειδητοποιήσουμε την πληθώρα των τραγικών λαθών, που μας έφεραν στην τραγική κατάσταση;
Μήπως ήταν λάθος η ένταξή μας με τυμπανοκρουσίες στην ΕΟΚ; Μήπως ο μηχανισμός δεν στήθηκε με κυρίαρχο το πνεύμα ειρηνικής συνύπαρξης και συνεργασίας των καταπληγωμένων από τους πολέμους ευρωπαϊκών λαών, αλλά για να αφανιστούν τα έθνη-κράτη από έναν μηχανισμό ελεγχόμενο ασφυκτικά από το τραπεζικό κεφάλαιο; Βέβαια, αν το 1981 το έγραφε κάποιος αυτό, θα τον συνόδευε η καταγγελία ως συνοδοιπόρου του κομμουνισμού. Άραγε σήμερα συνειδητοποιούμε ότι η ΕΕ στοχεύει στην παγκοσμιοποίηση με περιοριζόμενη στην οικονομική υποτέλεια αλλά και στον αφανισμό της ιδιοπροσωπείας των λαών;
Μήπως ήταν λάθος ο άμετρος δανεισμός, προκειμένου να συγκαλύψουμε από το 1981 την αναμενόμενη συρρίκνωση της βιομηχανίας μας αλλά και της πρωτογενούς παραγωγής; Δεν είχαμε οικονομολόγους ικανούς να πείσουν ότι δεν θα άντεχε η βιομηχανία μας στην πίεση εκ του ανταγωνισμού της με κολοσσούς, όταν πλέον εξέλιπε η κρατική στήριξη (δασμοί επί των εισαγομένων προϊόντων). Δεν ήταν λάθος να παίξουμε το άθλιο παιχνίδι της δήθεν κοινωνικής δικαιοσύνης με την «αλλαγή εδώ και τώρα»; Και αν τότε δεν καταλαβαίναμε ότι τα κόμματα εξουσίας αναλαμβάνουν διακριτούς ρόλους στα πλαίσια της πολιτικής του συστήματος νομής εξουσίας, μήπως είναι ώρα να το συνειδητοποιήσουμε ότι θα συμβαίνει και στο μέλλον;
Δανειστήκαμε εν γνώσει της αδυναμίας μας να αποπληρώσουμε τα δάνεια που συνάψαμε. Και δεν έλλειπαν από τους αρμοδίους για τα οικονομικά οι γνώσεις, όπως αφελώς στην αγανάκτησή μας κραυγάζομε χαρακτηρίζοντάς τους «άχρηστους» και «ανίκανους» μη συνειδητοποιώντας ότι παρέχουμε σ’ αυτούς ελαφρυντικά. Και ικανοί υπήρξαν και ευφυείς. Άλλο έλλειπε: Το ηθικό έρεισμα, το φιλότιμο και η αγάπη προς την πατρίδα!
Μήπως ήταν λάθος μας να πιστέψουμε στο ψέμα που μας σέρβιραν; Μήπως μας καλάρεσε το ραβδάκι της Κίρκης, με το οποίο μεταμορφωθήκαμε σε καταναλωτικά γουρούνια; Μήπως αποδεχθήκαμε ως προαγωγή την κατάπτωση από το επίπεδο του πολίτη στο άλλο του καταναλωτού; Μήπως υποσκάψαμε τη δημόσια επιχείρηση με την οκνηρία μας στηριζόμενοι στην κομματική δύναμη; Μήπως αισθανθήκαμε πιο βολικά ως Ευρωπαίοι και όχι Έλληνες στα πλαίσια της νέας κοινωνίας της πολυπολιτισμικότητας, της οποίας κύριος κράχτης υπήρξαν οι υποτιθέμενοι εχθροί του συστήματος; Μήπως παρακολουθήσαμε όχι απλώς απαθώς αλλά χειροκροτούντες ένθερμα τον μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας από την «αντιδραστική» παραδοσιακή της μορφή στην άλλη των «εξελιγμένων» Ευρωπαίων της Δύσης;
Μήπως ετοιμαζόμαστε να διαπράξουμε και νέα σφάλματα εναποθέτοντες τις ελπίδες μας σε νέους πολιτικούς σχηματισμούς; Θεωρούμε ότι το σύστημα είναι αφελές και θα διστάσει να χρησιμοποιήσει μέτρα σκληρά, όταν αισθανθεί ότι η εξουσία του καθίσταται ασταθής; Πώς επέρχεται άραγε η ανατροπή; Με τη μετακίνηση ψηφοφόρων από δοκιμασμένα σχήματα σε άλλα; Επιεικώς αστείο!
Δεν αγνοώ το ψευδοεπιχείρημα –ερώτημα: Και τι μπορεί να κάνει μια μικρή και φτωχή χώρα; Η απάντηση είναι: Ό, τι έκαναν ένδοξοι οι πρόγονοί της, όπως Μιλτιάδης, Λεωνίδας, Θεμιστοκλής, Αλέξανδρος, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, επίσκοπος Διονύσιος, Κολοκοτρώνης, Αθανάσιος Διάκος, Παύλος Μελάς. Ό, τι έκαναν οι πρόγονοί της, όταν εναπέθεταν τις ελπίδες τους στον Θεό.
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»