Τέσσερις νέοι που βρέθηκαν από ανάγκη ή από επιλογή στη Φραγκφούρτη και μιλούν για τη ζωή τους εκεί
Στα πιο παραγωγικά τους χρόνια φτιάχνουν τη ζωή τους χιλιόμετρα μακριά απ’ όπου μεγάλωσαν. Καινούργια γειτονιά τους έγινε η Φραγκφούρτη στον ποταμό Μάιν, ή «Μάινχαταν» λόγω των ουρανοξυστών. Μέτοικοι είτε κατ’ ανάγκην είτε κατ’ επιλογήν, σίγουρα δεν έφτασαν ως εδώ με δύο ρούχα και τους δίσκους του Καζαντζίδη, αλλά με βαλίτσες φορτωμένες πτυχία, φορητούς υπολογιστές, εξοπλισμό σκι. Διεκδίκησαν δουλειά με ασφάλιση, προοπτικές και άνω των 500 ευρώ αμοιβή μακριά από την Ελλάδα. Τους συναντήσαμε ένα απόγευμα με παγωνιά που τη γλύκαναν τέσσερα εγκάρδια χαμόγελα και μία διαπίστωση: η καλύτερη διαφήμιση της Ελλάδας στη μαζικά παραπληροφορημένη γερμανική κοινωνία είναι το καλό έμψυχο δυναμικό της.
«Πήρα την απόφαση να έρθω στη Γερμανία ύστερα από ένα εξάμηνο φοίτησης σε γερμανικό πανεπιστήμιο με το πρόγραμμα Erasmus. Είχα βλέψεις εξαρχής να ασχοληθώ με την έρευνα» λέει η 30χρονη Δήμητρα Μπον, που ασχολείται με το μόντελινγκ – όχι τις πασαρέλες, αλλά τα μαθηματικά μοντέλα μέσα από τα οποία συγκρίνει την αποτελεσματικότητα θεραπειών για τις ασθένειες HIV και ηπατίτιδα C. Απόφοιτος του Μαθηματικού Αθηνών, εκπονεί το διδακτορικό της στην Πανεπιστημιακή Κλινική της Φραγκφούρτης, όπου εργάζεται παράλληλα ως επιστημονική συνεργάτις. «Στην Ελλάδα είχα βρει δύο μεταπτυχιακά στη Βιοστατιστική, τα δίδακτρα όμως ήταν υψηλότερα απ’ ό,τι στη Γερμανία» εξηγεί η Δήμητρα.
Στα ξένα λόγω ανεργίας και έρωτα!
«Δεν είχα νιώσει ποτέ ότι η Γερμανία ήταν το ιδανικό μέρος για να ζήσω» λέει ο Δημήτρης Ζαμπάκης, 31 ετών, που μετά το Λύκειο στην Κεραμωτή Καβάλας σπούδασε Αρχιτεκτονική στη Στουτγάρδη. «Το 2008 μάλιστα, όταν τελείωνα το Πανεπιστήμιο, στη Γερμανία υπήρχε κρίση. Αντίθετα, στην Ελλάδα τότε όλα έδειχναν ευνοϊκά. Το καλοκαίρι του 2009 ήμουν σίγουρος ότι θα έβρισκα δουλειά. Το κλίμα όμως άλλαξε δραματικά μέσα σε λίγους μήνες».
Ο επίσης αρχιτέκτονας Γιώργος Χρόνης, 34 ετών, μετράει μόλις πέντε μήνες στη Φραγκφούρτη. «Δούλευα καλά στην Ελλάδα. Η ελληνίδα κοπέλα μου όμως ζούσε ήδη στη Φραγκφούρτη. Στο δίλημμα πού θα ήταν καλύτερα να ζήσουμε μαζί, στην Ελλάδα ή στη Γερμανία, η ζυγαριά έγειρε προς τη Γερμανία» εξηγεί γιατί έφυγε. «Απεχθανόμουν πάντα αυτή τη βαριά γλώσσα με τα πολλά σύμφωνα. Ειρωνεία της τύχης! Στην προσπάθειά μου να βρω δουλειά το συντομότερο δυνατόν χωρίς να γνωρίζω τη γλώσσα, ενδιαφέρον έδειξε άμεσα μόνο ένα αρχιτεκτονικό γραφείο στο οποίο επιτελική θέση έχει ένας Ελληνας μεγαλωμένος εδώ. Αναγκαστικά ξεκίνησα χωρίς δεύτερες σκέψεις. Τα χρήματα που παίρνω δεν είναι ικανοποιητικά παρά την προϋπηρεσία μου, πιστεύω όμως ότι όταν θα είμαι σε θέση να γράφω μόνος μου e-mail στα γερμανικά αυτό θα αλλάξει. Πάντως δουλεύω σε σημαντικά έργα, μια δυνατότητα που δεν μου δόθηκε ποτέ στην Ελλάδα».
Η συνεπωνυμία του Βαγγέλη με τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα δεν του… άνοιξε πόρτες. Απογοητευμένος από την ατελείωτη αναμονή στην Ελλάδα, ο άνεργος 29χρονος μηχανολόγος αποφάσισε να στείλει βιογραφικά σε εταιρείες στη Γερμανία. «Δεν ήταν ρίσκο για μένα η προσφορά από μια κατασκευαστική στη Φραγκφούρτη, δεν είχα τίποτε να χάσω» λέει. «Από την πρώτη ημέρα ως δόκιμος έπαιρνα ένα πολύ μεγάλο ποσοστό του κανονικού μισθού. Στην Ελλάδα όσο έψαχνα για δουλειά είχα μόλις δύο προτάσεις, και οι δύο για μαύρη εργασία με 500 ευρώ».
Η προσαρμογή και τα ψίχουλα του ΟΑΕΔ
Το οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον του Βαγγέλη τον ενθάρρυνε στην απόφασή του. «Θέλει δύναμη να φύγεις. Θέλει δύναμη και να προσαρμοστείς γρήγορα στη νέα πραγματικότητα». Ενα πρώτο σημαντικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι οι κοινωνικές επαφές. «Αν και γνωρίζω αρκετό κόσμο πλέον στους εννέα μήνες που είμαι εδώ, οι δυο-τρεις πιο καλοί μου φίλοι είναι Ελληνες. Και με όσους Γερμανούς γνωρίζω, κυρίως συναδέλφους, έχω πολύ καλές σχέσεις».
Ο Γιώργος σημειώνει ότι δεν δυσκολεύτηκε να ενταχθεί, ούτε έχει νιώσει ανεπιθύμητος: «Ενας στους τέσσερις δημότες Φραγκφούρτης δεν είναι Γερμανός. Και στις συναναστροφές μου με Γερμανούς πάντως δεν έχω ως τώρα αντιμετωπίσει εχθρικό ή υποτιμητικό βλέμμα».
«Το μεγάλο βήμα για μένα δεν ήταν να έρθω ξανά στη Γερμανία αλλά να ξαναφήσω την Ελλάδα» λέει ο Δημήτρης. «Ακόμη και τώρα δεν έχω κατασταλάξει ότι θα μείνω μόνιμα εδώ, έστω κι αν αμείβομαι πολύ καλά ή αν χάσω τη δουλειά μου θα παίρνω πολύ μεγάλο μέρος του μισθού μου από το ταμείο ανεργίας και όχι τα εξευτελιστικά επιδόματα που δίνει ο ΟΑΕΔ στην Ελλάδα». «Αυτό που με εντυπωσιάζει στην Ελλάδα είναι το πόσο δεν έχουν αλλάξει συμπεριφορές και νοοτροπίες» επισημαίνει η Δήμητρα και εξηγεί: «Αναρωτιέμαι, για παράδειγμα, πώς γίνεται και υπάρχουν στην Αθήνα ακόμη καφετέριες που σερβίρουν καφέ με 5 ευρώ και ποιοι είναι όλοι αυτοί που τις συντηρούν». Υπάρχουν και κάποιοι που την εγκαλούν ότι πήγε να δουλέψει για τους «προδότες». «Προδότες είναι πρώτα οι συμπατριώτες μου που ψηφίζουν τα ίδια τόσα χρόνια και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε» τους απαντά.
«Τους δείχνουμε ότι είμαστε εργατικοί και άξιοι»
Εχοντας ζήσει στη Γερμανία προ κρίσης, ο Δημήτρης Ζαμπάκης διαπιστώνει μεγάλη διαφορά στο τι σκέφτονται τώρα για τους Ελληνες οι Γερμανοί. «Ακούω σχεδόν καθημερινά πειράγματα και ειρωνικά σχόλια. Προχθές, σε συνάντηση με πελάτες στο γραφείο, για να ζεσταθεί η ατμόσφαιρα, ένας θέλησε να πει κάποιο ανέκδοτο για τους Ελληνες. Εχουμε γίνει περίγελως. Βέβαια, οι περισσότεροι Γερμανοί δεν έχουν εικόνα για το πόσο υποφέρουν οι άνθρωποι στην Ελλάδα· τους έχουν κάνει να πιστέψουν ότι το αξίζουμε». Τα στερεότυπα ωστόσο υπάρχουν για να καταρρίπτονται: «Μέσα από την καθημερινή συνύπαρξη», τονίζει ο Δημήτρης, «ο Γερμανός βλέπει ανθρώπους εργατικούς, που προσπαθούν σκληρά, που έχουν στόχους στη ζωή τους»
Προτού ξεσπάσει η κρίση «οι Ελληνες ήμασταν εδώ πρωτοκλασάτοι Ευρωπαίοι. Τώρα μας βλέπουν διαφορετικά. Προσωπικά, δεν έχω συναντήσει ρατσισμό», σημειώνει η Δήμητρα Μπον, «ξέρω πάντως ότι όταν λέω πως είμαι Ελληνίδα το πρώτο που θα σκεφτούν είναι ότι δεν έχω”στον ήλιο μοίρα”. Γενικά, μέσα από την προπαγάνδα που γίνεται, έχει ανέβει ο εθνικισμός των Γερμανών επικίνδυνα».
«Σε καμία περίπτωση δεν πιστεύω ότι μας κυνηγάει το στερεότυπο του τεμπέλη και του ανίκανου. Είμαστε εργατικοί και άξιοι» λέει ο Βαγγέλης Τσίπρας. «Στην Ελλάδα φταίει το νοσηρό περιβάλλον αναξιοκρατίας που πνίγει καθέναν που θέλει να δουλέψει αξιοπρεπώς. Στη Γερμανία συμβαίνει το αντίθετο. Γι’ αυτό προκόβουν οι Ελληνες στο εξωτερικό, επειδή τους δίνεται η ευκαιρία να δείξουν ότι μπορούν. Δεν ξεχνώ όμως και τους σκληρά εργαζόμενους στην Ελλάδα. Δείχνουν πραγματικό σθένος».
«Δεν νιώθω φυγάς ούτε ένοχος» απαντά ο Γιώργος Χρόνης στην αιχμή ότι η φυγή στο εξωτερικό είναι η βολική λύση. «Ενοχοι είναι οι έλληνες πολιτικοί και η γενικευμένη νοοτροπία του “βολέματος”. Ετσι κι αλλιώς όμως ήθελα το άνοιγμα στο εξωτερικό. Είναι σαν τα σχέδια που κάνουμε εμείς οι αρχιτέκτονες. Δοκιμάζουμε συνέχεια ιδέες στο χαρτί, κάποιες μπορεί να πεταχτούν, κάποιες μπορεί να μείνουν στο συρτάρι μέχρι να υλοποιηθούν την κατάλληλη στιγμή».