Τα έχουμε δει όλα στην Ελλάδα αναφορικά με την οικονομική κρίση. Έχουν ανατραπεί τα πάντα, όμως, αν γίνει κι αυτή η μεγάλη ανατροπή τότε θα είμαστε η μοναδική χώρα που το πέτυχε αυτό.
Συνήθως λένε ότι «με την απομάκρυνση από το ταμείο, ουδέν λάθος αναγνωρίζεται». Λέτε, όμως, να αναγνωριστεί για την Ελλάδα το λάθος του Ταμείου και να δούμε έστω και μικρές θετικές εξελίξεις;
Τις τελευταίες ημέρες εντός της τρόικας γίνονται συζητήσεις και διεργασίες για το ελληνικό θέμα σε συνδυασμό με το λάθος που παραδέχθηκε πρόσφατα το ΔΝΤ. Να θυμίσουμε ότι ο Ολιβιέ Μπλανσάρ, επικεφαλής οικονομολόγος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, παραδέχθηκε σε ένα έγγραφο εργασίας τον Ιανουάριο του 2013, ότι υποτίμησε το δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή για την Ελλάδα. Είχε υποτιμήσει τις βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις των περικοπών των κρατικών δαπανών ή των αυξήσεων στους φόρους στην οικονομική δραστηριότητα. Η μείωση του εισοδήματος και οι άσχημες χρηματοοικονομικές συνθήκες πιθανότατα βλάπτουν την κατανάλωση πολύ περισσότερο από ό,τι αναμενόταν. Τι σημαίνει αυτό; Ότι ενώ είχε οριστεί πολλαπλασιαστής 0,5, δηλαδή για κάθε ευρώ λιτότητας η ύφεση θα ήταν 50 λεπτά, το σωστό θα ήταν πολλαπλασιαστής 1 ή ακόμη και 1,7, δηλαδή για κάθε ευρώ λιτότητας ύφεση έως και 1,7 ευρώ.
Αυτό σημαίνει επίσης με απλά λόγια ότι η ύφεση που υπολογίστηκε ήταν λάθος και η χώρα πήρε δημοσιονομικά μέτρα ύψους 30 δις ευρώ που δεν έπρεπε να πάρει. Το ντόμινο το γνωρίζουμε και το ζούμε όλοι. Η ύφεση στην Ελλάδα θα έχει εξαερώσει μέχρι το 2016 περί το 30% του ΑΕΠ. Θα έχουν χαθεί πάνω από 40 δις, πάνω από 1,5 εκατ. άνθρωποι θα είναι άνεργοι, πάνω από 5 εκατ. πολίτες θα είναι εργαζόμενοι πτωχοί, η χώρα θα ξεπουλάει τα ασημικά της έναντι πινακίου φακής, θα έχει διαλυθεί η κοινωνία και το πολιτικό σύστημα. Κι όλα αυτά για ένα… λάθος ή τουλάχιστον ένα μέρος όλης της κόλασης που ζούμε για έναν… πολλαπλασιαστή. Εντυπωσιακό όσο και τραγικό.
Κι αφού λοιπόν το ΔΝΤ και η τρόικα παραδέχονται το λάθος τους τι γίνεται, που πάμε; Οι πληροφορίες λένε ότι ήδη οι τροικανοί έχουν αρχίσει να προβληματίζονται με το ελληνικό πρόγραμμα και να βλέπουν ότι δε βγαίνει. Όχι γιατί οι Έλληνες είναι λαμόγια, παίρνουν δανεικά και δεν πληρώνουν ποτέ ή δεν μπορούν να υλοποιήσουν όσα δεσμεύτηκαν να κάνουν αλλά διότι το πρόγραμμα στηρίχθηκε σε λάθος στοιχεία. Η τεράστια ύφεση οδηγεί στην αδυναμία πληρωμής φόρων, στα άδεια ταμεία και στην αγωνία της κυβέρνησης να βρει άλλους πόρους. Όταν λοιπόν ο Σαμαράς ή ο Στουρνάρας αγωνιούν για το αν θα βγει το πρόγραμμα δεν το κάνουν γιατί είναι διεστραμμένοι. Ξέρουν ότι δε βγαίνει, γνωρίζουν τις φορολογικές δυνατότητες των Ελλήνων, ξέρουν ότι όσες ΔΕΚΟ και ακίνητα να πουλήσουν τα ταμεία δε θα γεμίσουν. Αν μη τι άλλο από οικονομικά ξέρουν καλύτερα από τους μαθητευόμενους μάγους της κυβέρνησης Παπανδρέου.
Είναι στο χέρι, λοιπόν της τρόικας, στην επίσκεψή της μέσα στο Φεβρουάριο να δείξει ότι μπορεί να αναγνωρίσει και έμπρακτα το λάθος της. Μόνο με χαλάρωση της πολιτικής λιτότητας μπορεί να το κάνει αυτό. Και η κυβέρνηση οφείλει να το απαιτήσει. Εδώ δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια για υποχωρήσεις και ενδοτισμούς. Η παραδοχή του λάθους πρέπει να πληρωθεί από τους δανειστές και η πληρωμή θα είναι τα λιγότερα μέτρα για την Ελλάδα.
Κανείς δε λέει ότι πρέπει να χαλαρώσουμε το πρόγραμμα. Τα διαχρονικά λάθη της ελληνικής οικονομίας και οι στρεβλώσεις πρέπει να διορθωθούν, δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Όμως και το Ταμείο πρέπει να βρει τρόπους να χαλαρώσει το πρόγραμμα για να βγει, αλλιώς η καταστροφή θα έρθει πολύ σύντομα. Ίσως, ακόμη και το νέο κούρεμα του ελληνικού χρέους να είναι η παραδοχή του λάθους τους. Κι αυτό ήδη έχουν αρχίσει να το σκέφτονται, αν όχι φωναχτά, σίγουρα στις κλειστές συνεδριάσεις. Όχι μόνο οι τροικανοί αλλά και όλοι οι παράγοντες της οικονομικής ελίτ. Χαρακτηριστική η συνέντευξη της Πάολα Τόσκι, στελέχους της JPMorgan Asset Management η οποία τονίζει για το θέμα: «Αυτό το «mea culpa» ανοίγει ως θέμα συζήτησης το αν η λιτότητα αποτελεί τον ενδεδειγμένο τρόπο για να αντιμετωπιστούν προβλήματα που σχετίζονται με το υψηλό επίπεδο του δημόσιου χρέους, δίνοντας έμφαση στις εναλλακτικές προσεγγίσεις ανάμεσα στη μονεταριστική και κεϋνσιανή σχολή, που παραδοσιακά προτείνουν διαφορετικά φάρμακα για το πρόβλημα του χρέους. Δεν περιμένουμε καμία σχετική αλλαγή στο ρόλο του ΔΝΤ εντός της τρόικας. Αναμένουμε, όμως, μια λιγότερο αυστηρή προσέγγιση στη διαχείριση της κρίσης που αναδύεται με σαφήνεια την τελευταία περίοδο. Αυτή η παραδοχή θα μπορούσε να αποτελέσει την αφετηρία για την πρόταση των νέων μέτρων που πρέπει να ληφθούν προκειμένου να τονωθεί η ανάπτυξη και να σταματήσουν οι επιπτώσεις της ύφεσης».
Η πρόταση λοιπόν είναι να τεθεί και επισήμως η πρόταση της χαλάρωσης από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης.