Αποκαλυπτική του σχεδίου της Κουμουνδούρου για τη «μεταμόρφωση» του Αλέξη Τσίπρα από επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ σε «πρωθυπουργίσιμο» ηγέτη, συνομιλητή των Ευρωπαίων εταίρων, αλλά και του αστικού συστήματος της χώρας, ήταν η ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στο 23ο Συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου.
Χωρίς να εγκαταλείπει τη σκληρή κριτική εναντίον της τρικομματικής κυβέρνησης που του δίνει την απαραίτητη δόση προβολής στα ΜΜΕ ως αντίπαλον δέος του πρωθυπουργού, ο κ. Τσίπρας οικοδομεί αργά και σταθερά ένα τελείως διαφορετικό προφίλ από αυτό που ακολούθησε πριν από τις εκλογές του περασμένου Μαΐου και Ιουνίου.
Μια προσπάθεια που ξεκίνησε στο τέλος του καλοκαιριού από τη συνάντησή του με τον πρόεδρο του Ισραήλ, Σιμόν Πέρες, προκαλώντας ισχυρές αντιδράσεις στο εσωτερικό του κόμματός του. Συνεχίστηκε με τις κατ’ ιδίαν συναντήσεις του με πρέσβεις ισχυρών κρατών-μελών της Ε.Ε., όπως της Γαλλίας, της Βρετανίας και της Γερμανίας. Σηματοδοτήθηκε σε επικοινωνιακό επίπεδο από τη συνάντηση Ράιχενμπαχ-Γλέζου στο σπίτι του ιστορικού στελέχους της Αριστεράς, αλλά και από το πρόγευμα εργασίας που έγινε -με πρωτοβουλία της Κύπρου που έχει την προεδρία της Ε.Ε.- ανάμεσα στον κ. Τσίπρα και τους πρέσβεις των χωρών-μελών της Ε.Ε.
Στόχος πλέον δεν είναι μόνο η ενίσχυση του αρχηγικού του προφίλ και η ανατροπή της εικόνας του κόμματός του στους δημοσκοπικούς πίνακες περί… κυβερνησιμότητας ενώπιον της ελληνικής κοινής γνώμης. Προστέθηκε και το άνοιγμα διαύλου επικοινωνίας με τους Ευρωπαίους εταίρους, τους ξένους και Έλληνες επενδυτές, τους εκπροσώπους του κεφαλαίου, όπως αναφέρει στις ανακοινώσεις του το ΚΚΕ, ψέγοντας την Κουμουνδούρου.
Τα μηνύματα που έστειλε ο κ. Τσίπρας από το βήμα του 23ου Συνεδρίου του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου είναι:
Πρώτον, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πρόγραμμα και είναι ρεαλιστικό.
«Η επάνοδος της χώρας σε τροχιά ανάκαμψης προϋποθέτει κυρίως την ακύρωση τους προγράμματος της ύφεσης. Αλλά και μια γενναία απομείωση του δημόσιου χρέους της χώρας ως ποσοστού του ΑΕΠ. Όποιος αυτό δεν το βλέπει απλώς εθελοτυφλεί», είπε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, παίρνοντας σαφείς αποστάσεις από τις κορόνες για μονομερή διαπραγμάτευση του χρέους ή ακόμα και κατάργηση του Μνημονίου που, σύμφωνα με τον Αλέκο Αλαβάνο, σημαίνει αυτόματα και την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ.
Τι είπε ο κ. Τσίπρας στο διεθνές αλλά και εγχώριο ακροατήριο, στους Ευρωπαίους εταίρους, αλλά και τους μεγάλους ξένους και Έλληνες επενδυτές; «Σήμερα η Αριστερά είναι ανοιχτή στις ιδέες, στο καινούργιο, στην αναζήτηση, ενώ τα δόγματα έχουν περάσει στην απέναντι πλευρά, οι πολιτικοί μας αντίπαλοι κινούνται στο δόγμα του νεοφιλελευθερισμού».
Δεύτερον, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υπέρ των επενδύσεων, δηλαδή των μεγάλων επενδυτών.
Λίγες ημέρες μετά τις απειλές εναντίον των ξένων επενδυτών, όταν είχε πει ότι «αν έρθουν στην Ελλάδα, θα χάσουν τα κλεφτά τους» προκαλώντας την έντονη αντίδραση των τριών κομμάτων της συγκυβέρνησης, ο κ. Τσίπρας υιοθέτησε πλήρως την ατζέντα των ευρωπαϊκών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων. Περιέγραψε ένα κράτος φιλικό στις επενδύσεις, τάχθηκε υπέρ των συμπράξεων μεταξύ ελληνικών και ξένων εταιριών, δημόσιων και ιδιωτικών, λέγοντας: «Εμείς φέρνουμε την τεχνογνωσία της πλουραλιστικής οικονομίας, όπου ο ιδιωτικός και ο κοινωνικός τομέας θα λειτουργούν συμπληρωματικά».
Προκάλεσε, δε, ιδιαίτερη αίσθηση όταν απέδωσε την έλλειψη επενδυτών στα καρτέλ και τη διαπλοκή και όχι στο κράτος, χωρίς βεβαίως να έχει απαντήσει μέχρι σήμερα στις συνεχείς προκλήσεις της Ν.Δ., του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜ.ΑΡ. γιατί δεν έχει λάβει μέχρι σήμερα σαφή θέση στο θέμα της ανακεφαλαίωσης των τραπεζών, όταν όλοι γνωρίζουν ότι είναι το θέμα-κλειδί στον πόλεμο που μαίνεται ανάμεσα σε ισχυρά εγχώρια οικονομικά συμφέροντα που αναδεικνύουν τον κίνδυνο του αφελληνισμού της αγοράς και τους Ευρωπαίους εταίρους και τα διεθνή funds που προωθούν το σχέδιο της ισχυρής εποπτείας των ελληνικών τραπεζών, προκειμένου -όπως αναφέρεται στα πρωτοσέλιδα και τις οικονομικές σελίδες των μεγάλων διεθνών πρακτορείων- ότι ο ανεξέλεγκτος και χωρίς εγγυήσεις δανεισμός προς τις ελληνικές επιχειρήσεις δεν μπορεί να συνεχιστεί.
Γιάννης Καμπουράκης, στον Τύπο της Κυριακής