Η Μπετίνα Γκέρινγκ και ο αδελφός της υποβλήθηκαν σε στείρωση προκειμένου να μην περάσουν “το αίμα ενός τέρατος” στις επόμενες γενιές, η Κάθριν Χίμλερ παντρεύτηκε το γιο ενός επιζήσαντα του Ολοκαυτώματος και ευελπιστεί ότι κάποια μέρα θα μπορέσει να αφηγηθεί στο γιο της την αληθινή ιστορία για το “σκοτεινό” παρελθόν της οικογένειας της και ο Ράινερ Ες μόλις έχει αρχίσει να συνειδητοποιεί το μέγεθος της τραγωδίας του Ολοκαυτώματος στην πλήρη του διάσταση.
Απόγονοι των πιο ισχυρών φυσιογνωμιών του ναζιστικού καθεστώτος, άνδρες και γυναίκες των οποίων η κληρονομιά τους συσχετίζει με ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα στην Ιστορία, φέρουν στην ταυτότητά τους επίθετα που από μόνα τους σκορπούν τον τρόμο.
Δεκαετίες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τα παραπάνω πρόσωπα, μαζί με μια ακόμη μικρή ομάδα Γερμανών- ανδρών και γυναικών- συνειδητοποιούν το μέγεθος των εγκλημάτων των πατεράδων, των θείων και των παππούδων τους, αποφασισμένοι να φτιάξουν ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά τους.
Ο Αδόλφος Χίτλερ δεν είχε παιδιά και τα παιδιά του Γκέμπελς πέθαναν στο οχυρό του Χίτλερ, μαζί με τους γονείς τους. Τι απέγιναν, όμως, οι οικογένειες των Γκέρινγκ και Χίμλερ, Άιχμαν και Μπόρμαν, του φον Σίραχ και του Χανς Φρανκ; Πώς αντιμετωπίζουν οι απόγονοί τους την “κληρονομιά” που τους άφησαν οι γονείς τους; Τι απέγιναν τα παιδιά εκείνα που εξακολουθούν να φέρνουν στη μνήμη τους τις σιγοψιθυριστές συζητήσεις των γονιών τους, ακόμη και το ελαφρό χτυπηματάκι- εν είδει χαϊδέματος- στο κεφάλι από τον ίδιο το Φύρερ;
Απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα δίνει ο Ισραηλινός σκηνοθέτης Χανόχ Ζεεβί μέσα από το ντοκιμαντέρ του “Τα παιδιά του Χίτλερ” που προβάλλεται στο πλαίσιο του 14ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
“Όλα ξεκίνησαν σε μια συνάντηση που είχα με την Τράουντλ Γιούνγκε, γραμματέα του Χίτλερ, στο πλαίσιο ενός άλλου πρότζεκτ. Ως Ισραηλινός και ως εβραίος ήταν σοκαριστικό για μένα να κάθομαι δίπλα της, στο διαμέρισμά της στο Μόναχο, με πολλή ένταση και από τις δύο πλευρές. Ξαφνικά με ρώτησε αν έχω παιδιά και βρέθηκα να της δείχνω τις φωτογραφίες των κοριτσιών μου. Ήταν πολύ σοκαριστικό για μένα, όταν συνειδητοποίησα ότι άνθρωποι- πρωταγωνιστές αυτής της περιόδου παραμένουν ζωντανοί. Κι ήταν ακόμη πιο σοκαριστικό για μένα όταν, αφού τις έδειξα τις φωτογραφίες των παιδιών μου, πήγε και μού έφερε φωτογραφία της με τον ‘Φύρερ’. Ήταν σοκαριστικό το γεγονός ότι δεν μπορούσε να κρύψει το θαυμασμό της για το Χίτλερ ακόμη και ενώπιον μου, ενώπιον ενός Ισραηλινού εβραίου. Τότε κατάλαβα ότι το Ολοκαύτωμα όχι είχε μόνο συμβεί, αλλά ήταν και κάτι πολύ ισχυρό. Τότε, συνειδητοποίησα επίσης ότι κάποια μέρα θα βρεθούν στο δρόμο μου, όχι οι ίδιοι οι κακοποιοί, αλλά απόγονοί τους” δηλώνει ο σκηνοθέτης Χανόχ Ζεεβί.
Όπως λέει, αποφάσισε να “ανοίξει” αυτό το διάλογο με την “άλλη πλευρά” για να μπορεί κάποιος να καταλάβει καλύτερα την ιστορία του Ολοκαυτώματος. “Καταλαβαίνω, τώρα, πως σχεδόν 70 χρόνια μετά, μπορούμε να κάνουμε αυτό το διάλογο” λέει, αποκαλύπτοντας πως για πολύ καιρό είχε χάσει τον ύπνο του, προβληματιζόμενος για το αν θα έπρεπε να δώσει “φωνή” στους απογόνους των ανθρώπων που ευθύνονται για το χαμό εκατομμυρίων ομοθρήσκων του.
“Τα παιδιά του Χίτλερ είναι ένας άλλος τρόπος για να αφηγηθεί κανείς την ιστορία του Ολοκαυτώματος” τονίζει.
Ζώντας με μια “βαριά” ταυτότητα
Η Μπετίνα Γκέρινγκ είναι μεγαλο-ανιψιά του Χέρμαν Γκέρινγκ, δεύτερου στην τάξη της “μηχανής θανάτου” που είχε στήσει το Ναζιστικό καθεστώς. Συνειδητοποιώντας τα εγκλήματα που φέρνει, συνειρμικά, στο νου το “βαρύ” επώνυμό της, αποφάσισε να κάνει κάτι που είναι δύσκολο να το χωρέσει ο ανθρώπινος νους: προχώρησε σε στείρωση, μαζί με τον αδελφό της, για να μην περάσει το “μολυσμένο” αίμα του ναζιστή συγγενή της στις επόμενες γενιές.
Ο διαβόητος θείος της καταδικάστηκε στην περίφημη Δίκη της Νυρεμβέργης, το 1946, αλλά αυτοκτόνησε πίνοντας δηλητήριο, τη νύχτα πριν από την εκτέλεσή του. Ο πατέρας της Μπετίνα, ο οποίος πέθανε το 1981, δεν μιλούσε ποτέ για το Ολοκαύτωμα ή για τον διαβόητο θείο του, αλλά η γιαγιά της τον λάτρευε. “Παρακολουθούσαμε μαζί κάποιο ντοκιμαντέρ στην τηλεόραση για το Ολοκαύτωμα κι εκείνη φώναζε: ‘Είναι όλα ψέματα. Δεν έγινε ποτέ'” λέει η Μπετίνα, η οποία διανύει σήμερα την πέμπτη δεκαετία της ζωής της.
“Το χειρότερο για μένα είναι ότι θα μπορούσε να μού είχε αρέσει ο Γκέρινγκ. Με σοκάρει αυτό. Τώρα, αρχίζω να αποδέχομαι τον εαυτό μου γι’ αυτό που είμαι- ό,τι κι αν αυτό περικλείει: καλό, κακό ή άσχημο” τονίζει.
Η Μόνικα Γκετ ήταν μόλις 13 ετών, όταν η ναζιστική μηχανή θανάτου σκορπούσε τον τρόμο στην Ευρώπη. Γι’ αυτήν, ο Άμον Γκετ ήταν κάτι λίγο περισσότερο από ένα άλμπουμ με πολυκαιρισμένες φωτογραφίες. Όσο για το Πλάζοβ (Plaszow), όπου συνήθιζε να τρέχει ο πατέρας της, ήταν απλά ένα μακρινό, μυστήριο μέρος. Ό,τι μπορούσε να συλλέξει για να κατανοήσει το περιβάλλον στο οποίο ζούσε, ήταν κάποια μισόλογα από την πικραμένη μητέρα της και ιστορίες που συνήθιζε να λέει, σιγοψιθυρίζοντας η αγαπημένη της γιαγιά.
Γνώριζε ότι ο πατέρας της είχε κάτι να κάνει με τους Εβραίους, αλλά για ένα μικρό κορίτσι στη Γερμανία, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, οι Εβραίοι ήταν σαν ένα είδος χαρακτήρων των παραμυθιών- όπως τα ξωτικά ή τα τρολ. Δεν υπήρχαν πλέον Εβραίοι στη Γερμανία. Όσο για τον πατέρα της, η Μόνικα δεν είχε ακούσει ακόμη την περίφημη φράση που βγήκε αργότερα από το στόμα ενός επιζήσαντα από το στρατόπεδο του Πλάζοβ: “Όταν έβλεπες τον Γκετ, έβλεπες το θάνατο”. Είχε πολλά χρόνια μπροστά της για να ψάξει για τον αληθινό Άμον Γκετ … και για τα θύματά του. Η Μόνικα είναι ένα από «τα παιδιά του Χίτλερ».
Λίγα χρόνια αργότερα, όταν έμαθε για την “κληρονομιά” του πατέρα της, η Μόνικα συνάντησε κάποιον άλλο επιζήσαντα του Πλάζοβ, σε ένα ξενοδοχείο στην Κρακοβία. Η Μόνικα είχε πάει εκεί για να μάθει για το στρατόπεδο και τη βαρβαρότητα του πατέρα της. Ο Γιαν Ροζάνσκι, επικεφαλής ενός γκρουπ Ισραηλινών, όταν έμαθε πως στην αίθουσα όπου δειπνούσαν ήταν και η κόρη του Γκετ, αναφώνησε: “Η κόρη του Γκετ; Δεν μπορώ να πιστέψω πως ένα τέρας έχει αφήσει κάποιον πίσω του!”.
Η Μόνικα έφυγε τρέχοντας από την αίθουσα, αποφασισμένη να πάρει το πρώτο τρένο της επιστροφής στη Γερμανία, αλλά οι φίλοι του Γιαν τη μετέπεισαν. Τελικά, κάθισε δίπλα του και σύντομα ξεκίνησε μια φιλία τόσο δυνατή, που συνεχίζεται ως σήμερα.
Ο Νίκλας Φρανκ, γιος του Χανς Φρανκ, υψηλόβαθμου αξιωματούχου του Ναζιστικού καθεστώτος, μισεί τον πατέρα του και ντρέπεται για ό,τι έχει κάνει, αλλά έχει περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ερευνώντας και γράφοντας γι’ αυτόν. Δημοσιογράφος κατ’ επάγγελμα, ο Νίκλας Φρανκ έγραψε μια σειρά από άρθρα για τον πατέρα του και τη ναζιστική μηχανή του τρόμου, που χαρακτηρίστηκαν από κάποιους αμφιλεγόμενα και οδήγησαν στην έκδοση ενός βιβλίου με τον τίτλο “In the Shadow of Reich” (Στη Σκιά του Ράιχ).
Σήμερα, ο Νίκλας Φρανκ γυρίζει από περιοχή σε περιοχή και μιλά σε νέους ανθρώπους στην ανατολική Γερμανία για τον πατέρα του, τη “λέρα ενός φανατικού Χιτλερικού”, όπως χαρακτηριστικά λέει.
Στον κύκλο των φίλων του συγκαταλέγεται ένας Πολωνός παρτιζάνος, που κυνηγήθηκε από τους Γερμανούς στη διάρκεια του πολέμου, ο Ισραηλινός συγγραφέας Γεχόσουα Σόμπολ, τον οποίο και βοήθησε ν’ ανεβάσει ένα έργο για τη δράση του πατέρα του στο Φεστιβάλ Θεάτρου της Βιέννης. Το παρελθόν, όμως, όπως λέει, είναι κάτι που δύσκολα μπορεί να σβήσει κανείς. Γι’ αυτό και συχνά ο Νίκλας, ο νονός του οποίου ήταν ο ίδιος ο Χίτλερ, αναρωτιέται αν έχει κληρονομήσει την υπαιτιότητα για τα εγκλήματα του πατέρα του.
Το ντοκιμαντέρ “Τα παιδιά του Χίτλερ” του Χανόχ Ζεεβί θα προβληθεί στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ, σήμερα, στις 15:00, στην αίθουσα “Παύλος Ζάννας” και την Παρασκευή 16 Μαρτίου στις 13:00, στην ίδια αίθουσα.