Το σημαντικότερο ρωσικό ενεργειακό σχέδιο ολοκληρώνεται. Η Gazprom εγκαινιάζει τη λειτουργία της δεύτερης διακλάδωσης του υποθαλάσσιου αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream (Βόρειο ρεύμα), που συνδέει τη Ρωσία και τη Γερμανία, μέσω της Βαλτικής.
Στις 8 Οκτωβρίου, παρουσία του προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, τέθηκε σε λειτουργία η δεύτερη διακλάδωση του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream, που αποτέλεσε το κυριότερο ενεργειακό έργο του Κρεμλίνου τα τελευταία 12 χρόνια. Το αντίστοιχο σχέδιο, ωστόσο, στη Νότιο Ευρώπη, το «South Stream», το οποίο μάλιστα αφορά άμεσα –και- την Ελλάδα, δεν έχει προχωρήσει.
Το ακριβές κόστος του αγωγού Nord Stream, μήκους 1.224 km, με το μεγαλύτερο τμήμα του να βρίσκεται στο βυθό της Βαλτικής θάλασσας, δεν είναι γνωστό. Επίσημα, οι δαπάνες για την κατασκευή του, αγγίζουν τα 15 δις. ευρώ (6 δισεκατομμύρια ευρώ για το χερσαίο τμήμα και περίπου άλλα 8,8 δισεκ. ευρώ για το υποθαλάσσιο τμήμα του αγωγού). Ο διαχειριστής λειτουργίας του αγωγού, η εταιρεία Nord Stream AG, ανήκει κατά 51% στο ρώσικο κολοσσό Gazprom. Στο μετοχικό κεφάλαιο συμμετέχουν οι γερμανικές εταιρείες E.ON Ruhrgas AG και Wintershall, με ποσοστό 15,5% η καθεμία, ενώ από 9%, έχουν μερίδιο, η ολλανδική Gasunie και η γαλλική GDF Suez.
Η ιδέα της διαφοροποίησης των διαδρομών εξαγωγής ρωσικού φυσικού αερίου από τη Δυτική Σιβηρία προς την Ευρώπη, άρχισε να συζητείται στη Gazprom από την αρχή της δεκαετίας του 1990, λίγο μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Με τα νέα «γεωγραφικά» δεδομένα των ανεξάρτητων κρατών που δημιουργήθηκαν στην Ευρασία, οι εξαγωγικοί αγωγοί φυσικού αερίου, έμειναν στον έλεγχο της Λευκορωσίας και της Ουκρανίας.
Ρωσο-αμερικανικές κόντρες
Μετά την έλευση του Βλαντίμιρ Πούτιν στην εξουσία, το Κρεμλίνο πήρε τη στρατηγική απόφαση της ανάκτησης του ελέγχου σε όλες τις διαδρομές των ρωσικών εξαγωγών φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Η Μόσχα, ξεκίνησε διαπραγματεύσεις τόσο με το Μινσκ, για να αγοράσει το πακέτο ελέγχου της λευκορωσικής Beltransgaz, όσο και με το Κίεβο, για τη δημιουργία μιας κοινοπραξίας μεταξύ της Gazprom και της Naftogaz, στη βάση του ουκρανικού συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου (GTS).
Όλα άλλαξαν στα τέλη του 2003, όταν ο πρόεδρος της Λευκορωσίας, Αλεξάντερ Λουκασένκο, αποφάσισε ότι δεν θέλει να μοιραστεί τη Beltransgaz με τους ρώσους, προκαλώντας τον πρώτο πόλεμο του φυσικού αερίου μεταξύ των δύο γειτόνων. Στη συνέχεια, ήρθε η «πορτοκαλί επανάσταση» στην Ουκρανία, στην οποία οι ρώσικες αρχές είδαν μια προσπάθεια των ΗΠΑ να μειώσουν την επιρροή της Μόσχας στο μετασοβιετικό χώρο. Ήταν τότε, το 2004, που τελικά αποφασίστηκε να κατασκευαστεί ένας αγωγός φυσικού αερίου, παρακάμπτοντας τις υπάρχουσες διαδρομές. Στο Κρεμλίνο, θυμήθηκαν το σχέδιο ενός υποθαλάσσιου αγωγού φυσικού αερίου μέσω της Βαλτικής Θάλασσας, για το οποίο, το 2001, η Gazprom είχε υπογράψει τα σχετικά μνημόνια, με τη φινλανδική εταιρεία Fortum.
Επικεφαλής, πρώην Καγκελάριος
Μετά από αυτό, το έργο άρχισε να αναπτύσσεται με ταχείς ρυθμούς. Τον Σεπτέμβριο του 2005, η Gazprom, η E.ON Ruhrgas και η BASF υπέγραψαν συμφωνία για την κατασκευή του αγωγού. Και στη συνέχεια, ανακοινώθηκε ότι επικεφαλής του διοικητικού συμβουλίου της Nord Stream AG, θα είναι ο πρώην καγκελάριος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Γκέρχαρτ Σρέρντερ. Και το πιο «πικάντικο» σημείο της κατάστασης ήταν ότι ο Σρέντερ, κάθισε στην καρέκλα του υψηλότερου στην ιεραρχία μάνατζερ της νέας εταιρείας, που κύριος μέτοχος της είναι η Gazprom, αμέσως μετά την υπογραφή πού έβαλε στη συμφωνία για τη συμμετοχή του Βερολίνου στο συγκεκριμένο ενεργειακό σχέδιο, εκ μέρους της ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
Η μεταφορική ισχύς της πρώτης διακλάδωσης του έργου, είναι 27,5 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως. Ο δεύτερος αγωγός έχει την ίδια μεταφορική ικανότητα. Έτσι, ο αγωγός φυσικού αερίου μπορεί να προσφέρει στη Γερμανία, μέχρι και 55 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου ετησίως. Η ποσότητα αυτή είναι περίπου το ένα τρίτο του σημερινού όγκου των εξαγωγών του ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη (περίπου 150 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ετησίως). Και λαμβάνοντας υπόψη ότι από τη χρονιά που πέρασε, η Gazprom ελέγχει σε ενοποιημένη βάση τη Beltransgaz (συναλλαγή για την οποία, η Λευκορωσία έλαβε δάνειο 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων, με ευνοϊκούς όρους και συμφωνήθηκαν ρώσικες, «εσωτερικές» τιμές φυσικού αερίου για την Λευκορωσία), η Μόσχα έχει πλέον τη δυνατότητα να «ρίξει» μέρος της ροής του φυσικού αερίου από την Ουκρανία, στο νέο αγωγό.
«Ο αγωγός Nord Stream, είναι ένα σχέδιο για τη διασφάλιση της ενεργειακής ασφάλειας της Ρωσίας», λέει ο αναλυτής της «Troika Dialog», Βαλέρι Νεστέροφ. Ο αγωγός, εξασφαλίζει περιθώρια ελιγμών και παρέχει μια σχεδόν πλήρη ανεξαρτησία από τις χώρες διέλευσης του φυσικού αερίου. Το «Βόρειο ρεύμα» καθιστά τη Gazprom ακόμα πιο ισχυρό παίκτη στην παγκόσμια αγορά», λέει ο ίδιος.
Στην Nord Stream AG, είναι πεπεισμένοι ότι το έργο έχει μεγάλες προοπτικές. Στην εταιρική παρουσίαση, η διαχειρίστρια του έργου εκτιμά ότι θα υπάρχει μια πρόσθετη ζήτηση για εισαγόμενο φυσικό αέριο στην Ευρώπη το 2030, έως 180 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα. Η μισή ποσότητα, λόγω της αυξημένης κατανάλωσης, και η υπόλοιπη μισή, από την ανάγκη να αντισταθμιστεί η μείωση της παραγωγής στη Βόρεια Θάλασσα. Επιπλέον, η ΕΕ έχει προβλέψει την ελαχιστοποίηση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Ως γνωστόν, το φυσικό αέριο είναι το καθαρότερο καύσιμο ανάμεσα στους υδρογονάνθρακες.