Η λίστα με τους 250 φορείς αποτέλεσε το δέλεαρ προς την τρόικα ώστε να μετριάσει τις απαιτήσεις της για άμεση απομάκρυνση 15.000 εργαζομένων
Η «λίστα» που περιείχε περίπου 250 φορείς του Δημοσίου που θα καταργηθούν ή θα συγχωνευθούν, την οποία έχει στα χέρια του ο υφυπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης κ. Μανούσος Βολουδάκης και προτίθεται να τη φέρει ως το τέλος του έτους στη Βουλή, αποτέλεσε το δέλεαρ προς την τρόικα ώστε να μετριάσει τις απαιτήσεις της για άμεση απόλυση 15.000 εργαζομένων στο Δημόσιο. Οι 20.000 εργαζόμενοι που εργάζονται στους υπό κατάργηση ή υπό συγχώνευση φορείς, όπως και οι 5.256 εργαζόμενοι των 21 φορέων που ήδη καταργούνται ή συγχωνεύονται με το νομοσχέδιο που ήλθε προς ψήφιση στη Βουλή, θα είναι μεταξύ των υπαλλήλων που θα χάσουν τη δουλειά τους.
Πρώτοι μεταξύ αυτών θα είναι οι εργαζόμενοι των οργανισμών που καταργούνται, οπότε συνακόλουθα θα πάψουν να υφίστανται και οι οργανικές τους θέσεις.
Η «λίστα» με τους 250 οργανισμούς περιλαμβάνει φορείς που έχουν συμπεριληφθεί στις προτάσεις της Διυπουργικής Επιτροπής υπό τον πρώην αντιπρόεδρο της κυβέρνησης κ. Θόδωρο Πάγκαλο (υπηρεσίες που είχαν προταθεί από μελέτη ιδιωτικής εταιρείας την οποία έχει στα χέρια της η κυβέρνηση), αλλά και νομικά πρόσωπα που έχουν περιληφθεί στους νόμους για τις συγχωνεύσεις (3895/2010 και 4002/2011) για τους οποίους όμως δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμα οι διαδικασίες.
Κυρίως όμως είναι οι οργανισμοί που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των περίπου 1.200 φορέων που έχει στην κατοχή της η ομάδα εργασίας που συστήθηκε γι’ αυτόν τον σκοπό στο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης από τον κ. Αντώνη Μανιτάκη, η οποία προχώρησε στην αξιολόγηση των φορέων του Δημοσίου με κριτήρια: κατά πόσο εξυπηρετούν τους πολίτες, επιτελούν περιττές ή και άχρηστες αρμοδιότητες και η αποστολή για την οποία συστήθηκαν, όπως είναι η απορρόφηση κοινοτικών προγραμμάτων που πλέον δεν υφίστανται.
Η κυβέρνηση, όπως κατέδειξε και η συνάντηση των υπουργών Οικονομικών κ. Ι. Στουρνάρα και Διοικητικής Μεταρρύθμισης κ. Μανιτάκη την περασμένη Τρίτη, αποφάσισε να επιταχύνει τις διαδικασίες της κατάργησης ή της συγχώνευσης των φορέων του Δημοσίου ως «απάντηση» στην τρόικα η οποία πιέζει για απολύσεις.
Το σχέδιο στο οποίο κατέληξαν οι δύο υπουργοί προβλέπει ότι το προσωπικό των υπό κατάργηση ή υπό συγχώνευση φορέων του Δημοσίου θα έχει δύο επιλογές:
Η πρώτη αφορά τους εργαζομένους στους υπό συγχώνευση κυρίως φορείς οι οποίοι θα κληθούν να μετακινηθούν υποχρεωτικά σε κενές θέσεις ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των οργανισμών που θα εξακολουθήσουν να υφίστανται. Οι εργαζόμενοι που δεν θα αποδέχονται τη νέα τους θέση αυτόματα θα απολύονται. Επισημαίνεται ότι η κατηγορία αυτή των εργαζομένων δεν καλύπτεται από τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων που προβλέπει το Σύνταγμα, καθώς είναι ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Δεν συγκαταλέγονται δηλαδή στο τακτικό προσωπικό του Δημοσίου.
Η δεύτερη που αφορά κυρίως τους εργαζομένους των υπό κατάργηση οργανισμών προβλέπει ότι οι υπάλληλοι αυτοί θα πρέπει να τοποθετηθούν σε οργανικές θέσεις του δημόσιου τομέα οι οποίες θα πρέπει να (επανα)συσταθούν για αυτόν τον σκοπό. Η κυβέρνηση δεν προτίθεται να προχωρήσει σε επανασύσταση οργανικών θέσεων με δεδομένο ότι οι κενές οργανικές θέσεις έχουν ήδη καταργηθεί. Ως εκ τούτου, οι εργαζόμενοι αυτοί θα τεθούν σε διαθεσιμότητα, όπως προβλέπει ο υφιστάμενος Κώδικας Δημοσίων Υπαλλήλων, με την καταβολή για ένα έτος του 75% των αποδοχών τους. Μετά το πέρας αυτής της περιόδου, θα απολύονται.
Στελέχη του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης διατείνονται μάλιστα ότι για την υλοποίηση αυτού του σχεδίου δεν είναι ανάγκη να αναληφθεί καμία νομοθετική πρωτοβουλία, αφού η διαθεσιμότητα για ένα έτος με την καταβολή του 75% των αποδοχών των εργαζομένων προβλέπεται από τον Κώδικα των Δημοσίων Υπαλλήλων. Παρά ταύτα, θα πρέπει να σημειωθεί ότι είναι μια δυσμενής εξέλιξη, καθώς σύμφωνα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο σε περίπτωση συγχωνεύσεων και καταργήσεων το μισό διοικητικό προσωπικό έπρεπε να τεθεί σε εφεδρεία για έναν χρόνο με αμοιβή το 60% του μισθού του και κατόπιν να απολυθεί.
Τυχόν μετατάξεις στον στενό δημόσιο τομέα θα προσμετρούνται ως νέες προσλήψεις από την τρόικα και θα εντάσσονται στην αναλογία προσλήψεων – αποχωρήσεων (1 προς 5).