ΟΙ ΛΙΓΝΙΤΕΣ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΕΘΝΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΑΙ ΠΡΟΣΦΕΡΟΥΝ ΤΑ ΜΕΓΙΣΤΑ ΣΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΟΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟΥ ΕΦΟΔΙΑΣΜΟΥ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ – ΑΡΘΡΟ ΠΟΥ ΕΓΡΑΨΕ Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΑΚΗΣ ΑΛΛΟΥ:  (ΗΜΕΡΗΣΙΑ)…

Πριν από ακριβώς πενήντα έξι χρόνια, τον Σεπτέμβριο του 1956, η ΛΙΠΤΟΛ ΑΕ υπογράφει σύμβαση με τη γερμανική εταιρεία KHD Industrieanlagen AG με αντικείμενο την κατασκευή του πρώτου σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύσιμο λιγνίτη στη Δυτική Μακεδονία, ισχύος μόλις 10 MW. Η ημερομηνία αυτή αποτελεί τη γενέθλια επέτειο της λιγνιτικής βιομηχανίας στη Δυτική Μακεδονία.

Στη συνέχεια, οι ατμοηλεκτρικοί σταθμοί μεγάλης ισχύος πολλαπλασιάζονται με γοργό ρυθμό, ενώ νέα ορυχεία ανοίγονται συνεχώς στον άξονα Φλώρινας-Αμυνταίου – Πτολεμαΐδας – Κοζάνης. Δύο δεκαετίες μετά ο λιγνίτης κατέχει δεσπόζουσα θέση στο εθνικό ενεργειακό μας σύστημα. Συμβάλλει καθοριστικά στον εξηλεκτρισμό της Χώρας μας, διαμορφώνοντας καταλυτικά τον αναπτυξιακό, οικονομικό και κοινωνικό χαρακτήρα της Δυτικής Μακεδονίας.

Σήμερα, στον ενεργειακό άξονα του λεκανοπεδίου Δυτικής Μακεδονίας εξορύσσονται ετησίως περίπου πενήντα εκατομμύρια τόνοι λιγνίτη, οι οποίοι τροφοδοτούν τους πέντε ατμοηλεκτρικούς σταθμούς της περιοχής, συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 4.270 MW. Περισσότεροι από 9.000 εργαζόμενοι απασχολούνται στον παραγωγικό κύκλο της λιγνιτικής βιομηχανίας ενώ σε ποσοστό 25% το περιφερειακό μας ΑΕΠ διαμορφώνεται από τις δραστηριότητες της ΔΕΗ ΑΕ.

Κυρίαρχα, λόγω της έκτασης και του μεγέθους της λιγνιτικής βιομηχανίας, πρακτικά της ΔΕΗ ΑΕ, οι επιπτώσεις στην αναπτυξιακή πορεία της Δυτικής Μακεδονίας είναι διαχρονικά πολυδιάστατες και μελλοντικά ιδιαίτερα απαιτητικές. Η χρόνια μονοειδίκευση, γύρω από την καθετοποιημένη χρήση του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή, διαμόρφωσε μια τοπική αγορά εργασίας ιδιαίτερα ευάλωτη στις επιχειρηματικές επιλογές της ΔΕΗ ΑΕ. Κατά συνέπεια, η σημερινή οικονομική δυστοκία της ΔΕΗ ΑΕ να επενδύσει σε νέες, σύγχρονες λιγνιτικές μονάδες, μεταφράζεται ευθέως σε αναπτυξιακή υστέρηση για το σύνολο της Περιφερειακής μας οικονομίας.

Επιπλέον, οι αναδυόμενες προκλήσεις, που σχετίζονται με την πώληση λιγνιτικών μονάδων και ορυχείων, δεν θα μεταβάλλουν απλά τον επιχειρησιακό χαρακτήρα μιας Ανώνυμης Εταιρείας όπως η ΔΕΗ, αλλά θα έχουν άμεσες, έμμεσες και επαγωγικές συνέπειες στο σύνολο της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας.

Η πώληση λιγνιτικών μονάδων και ορυχείων ουδεμία σχέση έχει με άλλες αποκρατικοποιήσεις ή την πώληση δημοσίων εκτάσεων προς αξιοποίηση. Η λιγνιτική βιομηχανία της Δυτικής Μακεδονίας σχετίζεται με την αποκατάσταση των εξαντλημένων ορυχείων, την επαναπόδοση των εδαφών στην τοπική κοινωνία, το ανταποδοτικό τέλος λιγνίτη, την περιβαλλοντική προστασία του φυσικού και αστικού περιβάλλοντος, την αναγκαστική μετεγκατάσταση ανθρώπων και οικισμών εν καιρώ ειρήνης. Σχετίζεται μεσο-μακροπρόθεσμα με την υιοθέτηση των βέλτιστων διαθέσιμων πρακτικών αναφορικά με την απόσυρση των υπέργηρων μονάδων ηλεκτροπαραγωγής και τις σημαντικές οικονομικές απαιτήσεις και διαδικασίες που αυτές προϋποθέτουν για το μέλλον.

Ο προβληματισμός αυτός, μέσω προσωπικής μου επιστολής και εξ’ ονόματος βεβαίως των πολιτών της Δυτικής Μακεδονίας, μεταφέρθηκε προς τον αρμόδιο Κοινοτικό Επίτροπο και Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Αλμούνια. Ο κ. Αλμούνια απάντησε στην επιστολή μας και εξέφρασε τις θέσεις και τις απόψεις της Commission.

Οι ανησυχίες και οι προβληματισμοί μας δεν έχουν αποδέκτες μόνο τους Κοινοτικούς Επιτρόπους, αλλά σαφέστατα και την Ελληνική Κυβέρνηση, όσον αφορά τη θέση του λιγνίτη στο εθνικό ενεργειακό χαρτοφυλάκιο. Δυστυχώς, απουσιάζει μια συνεκτική, ολοκληρωμένη και ξεκάθαρη εθνική πολιτική για τους εγχώριους λιγνίτες, με γνώμονα τις ασφυκτικές οικονομικές συνθήκες που βιώνει η Χώρα μας. Οι εγχώριοι λιγνίτες αποτελούν εθνικό κεφάλαιο και προσφέρουν τα μέγιστα στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της πατρίδας μας, αλλά κυρίως στην επιτακτική αναγκαιότητα δημιουργίας πρωτογενούς πλεονάσματος και επανεκκίνησης της οικονομίας μας.

Αποτελεί άμεση προτεραιότητα για τη Δυτική Μακεδονία η στήριξη και η διεύρυνση του ενεργειακού χαρακτήρα της περιοχής μας. Στηρίζουμε την αξιοποίηση των τοπικών αποθεμάτων λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή, με σεβασμό στο περιβάλλον και στις προσδοκίες των επόμενων γενεών. Υποστηρίζουμε την είσοδο των ανανεώσιμων και εναλλακτικών πηγών ενέργειας στο Περιφερειακό ενεργειακό μίγμα. Δρομολογούμε συνεργασίες με εθνικά και ευρωπαϊκά ερευνητικά ινστιτούτα στην κατεύθυνση της αξιοποίησης του διοξειδίου του άνθρακα, της αποθήκευσης ενέργειας μεγάλης κλίμακας και στην αξιοποίηση του λιγνίτη σε προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας. Επιμένουμε για την έλευση του αγωγού φυσικού αερίου στη Δυτική Μακεδονία.

Πέραν αυτών, η Δυτική Μακεδονία διαθέτει το 65% των υδάτινων αποθεμάτων της Χώρας, μεγάλο μέρος των οποίων χρησιμοποιείται στην παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και στην παραγωγική διαδικασία των λιγνιτικών μονάδων. Παράλληλα, η αυξημένη συμμετοχή των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή, καθιστά επιτακτική ανάγκη την ανάπτυξη συστημάτων αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας μεγάλης κλίμακας, με πλέον υποσχόμενη την πρακτική της αντλησιοταμίευσης. Όλα τα παραπάνω, λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη τις σημαντικότατες υποδομές της περιοχής μας σε δίκτυα υψηλής τάσης και μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και την κομβική της θέση στα Νότια-Δυτικά Βαλκάνια,  καθιστούν τη Δυτική Μακεδονία σημαντικό ενεργειακό πόλο όχι μόνο εθνικής αλλά και ευρωπαϊκής κλίμακας.

Δυστυχώς όμως, λόγω ακριβώς της υψηλής εντάσεως κεφαλαίου των επενδύσεων που σχετίζονται με την παραγωγή και διαχείριση ενέργειας και οι οποίες ωφελούν και προσφέρουν τα μέγιστα στο σύνολο της εθνικής οικονομίας και κοινωνίας, η Δυτική Μακεδονία προσμετρήθηκε στις Περιφέρειες στατιστικής σύγκλισης. Παρότι η Περιφέρειά μας καταλαμβάνει σταθερά την πρώτη θέση στα ποσοστά ανεργίας, που σήμερα ξεπερνούν το 30% και επωμίζεται διαχρονικά και μονομερώς το κόστος της περιβαλλοντικής υποβάθμισης, συγκαταλέγεται στις «πλούσιες» Περιφέρειες.

Αυτό έχει ως συνέπεια τη χρηματοδότηση των ιδιωτικών επενδύσεων με χαμηλότερα ποσοστά συγκριτικά με άλλες Ελληνικές Περιφέρειες, αλλά και την πολύ χαμηλή χρηματοδότηση της Δυτικής Μακεδονίας στο πλαίσιο της επόμενης Προγραμματικής Περιόδου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εξέλιξη αυτή συνιστά κατάφωρη αδικία για τους Δυτικομακεδόνες και τροχοπέδη στην κατεύθυνση αναζήτησης εναλλακτικής αναπτυξιακής κατεύθυνσης, πέραν και συμπληρωτικά της ηλεκτροπαραγωγής. Αναδεικνύει μείζονα ζητήματα περιφερειακής συνοχής, δίκαιης μεταχείρισης και ισότιμης αντιμετώπισης.

Διαθέτουμε ως Περιφέρεια σημαντικότατες ενεργειακές υποδομές αξίας δεκάδων δις ευρώ αναφορικά με την παραγωγή και μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας. Συσσωρευμένη τεχνογνωσία δεκαετιών και μια διαχρονική κουλτούρα συμβίωσης και συνύπαρξης με ενεργειακά συστήματα μεγάλης κλίμακας. Πληρώσαμε και πληρώνουμε το τίμημα της περιβαλλοντικής υποβάθμισης και της ισχυρής εξάρτησης από τις επιλογές της λιγνιτικής βιομηχανίας. Δεν είναι στις προθέσεις μας να απεμπολήσουμε τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα, αλλά ούτε βεβαίως να παρακολουθούμε αμέτοχοι την περαιτέρω υποβάθμιση της περιοχής μας.

Αξιοποίηση του λιγνίτη με σεβασμό στην αειφορία του τόπου μας, αποκατάσταση και αναβάθμιση του πληγέντος περιβάλλοντος, διεύρυνση του τοπικού ενεργειακού μίγματος, στροφή σε αναδυόμενες ενεργειακές τεχνολογίες και πρακτικές, επένδυση στη Γνώση και την Καινοτομία, προετοιμασία εισόδου σε καθεστώς χαμηλής λιγνιτικής παραγωγής με βιώσιμο και κοινωνικά αποδεκτό τρόπο. Αυτά αποτελούν τις βασικές προκλήσεις σε επίπεδο Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας, αναφορικά με τον τομέα της ενέργειας και σε αυτά στοχεύουμε να απαντήσουμε με ρεαλιστικό και αποτελεσματικό τρόπο.

Από το 1956 μέχρι σήμερα, οι λιγνίτες της Δυτικής Μακεδονίας τροφοδοτούν την ελληνική οικονομία με εφοδιαστικά ασφαλή και οικονομικά άκρως ανταγωνιστική ηλεκτρική ενέργεια. Στα πενηνταέξι αυτά χρόνια, περισσότερα από πενήντα δις δολάρια αποτιμάται η συνεισφορά τους στο ενεργειακό ισοζύγιο της Χώρα μας. Οι τρέχουσες πολύ δύσκολες οικονομικές συνθήκες, τα εφιαλτικά ποσοστά ανεργίας και η πιεστική ανάγκη ανασυγκρότησης της εθνικής μας οικονομίας, επιβάλουν μια ολοκληρωμένη και αποτελεσματική πολιτική στην κατεύθυνση της αξιοποίησης και όχι απλά της χρήσης των ελληνικών λιγνιτών.

Κυρίαρχα όμως, πέραν των ποσοτικών αποτελεσμάτων και των οικονομικών μεγεθών, οι λιγνίτες αποτελούν σημαντικό κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας των  Δυτικομακεδόνων και ιδιαίτερα των χιλιάδων λιγνιτωρύχων συμπατριωτών μας, οι οποίοι καταθέτουν καθημερινά την ψυχή τους για το αγαθό της ηλεκτρικής ενέργειας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

You missed