Φως στα χρυσοφόρα «παιχνίδια» που έκαναν κάποιοι με τα CDS ίσως ρίξει μια αίτηση κατάθεσης εγγράφων που ζητά από τον υπουργό Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα ο πρώην υπουργός και βουλευτής Α΄ Αθηνών της Νέας ΔημοκρατίαςΠροκόπης Παυλόπουλος.
Πρόκειται για την ερώτηση «φωτιά» που είχε καταθέσει δύο φορές τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 2011 προς τον τότε υπουργό Οικονομικών Ευάγγελο Βενιζέλο, που όμως δεν έδωσε ποτέ τα στοιχεία που θα αποκάλυπταν (με ονόματα και διευθύνσεις) ποιοι κερδοσκόπησαν με τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου και ποιοι τελικά πλούτισαν την ώρα που η χώρα βούλιαζε.
Η ερώτηση αυτή, αν απαντηθεί, θα λύσει και τα χέρια του οικονομικού εισαγγελέα Γρηγόρη Πεπόνη, ο οποίος ήδη έχει ζητήσει τη δικαστική συνδρομή της Ελβετίας ώστε να διακριβωθεί η σχέση του αδελφού του πρώην πρωθυπουργού Αντρίκου Παπανδρέου με επενδυτική εταιρία του εξωτερικού, που έκανε αγοραπωλησίες ελληνικών CDS. Παράλληλα βέβαια με την απόφαση του οικονομικού εισαγγελέα να διατάξει τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης για τις δηλώσεις του πρώην εκπροσώπου της χώρας μας στο ΔΝΤ Παναγιώτη Ρουμελιώτη, σύμφωνα με τις οποίες όλοι γνώριζαν ότι το «πρόγραμμα δεν έβγαινε».
Μάλιστα οι δηλώσεις του κ. Ρουμελιώτη είχαν προκαλέσει αρχικά την οργίλη απάντηση κύκλων του κ. Παπανδρέου, ενώ στη συνέχεια οι τόνοι όχι απλώς έπεσαν, αλλά υπήρξε σιωπητήριο μεταξύ των δύο «αντιμαχόμενων» πλευρών. Το γραφείο του κ. Παπανδρέου μόλις προχθές, αντί για συγκεκριμένες απαντήσεις στα καυτά ερωτήματα που εγείρονται, με ανακοίνωσή του απείλησε τη «δημοκρατία» για τις αποκαλύψεις της σχετικά με το «ΠΑΖΛ ΤΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ» -αυτός ήταν ο πρωτοσέλιδος τίτλος- «Το μυθιστόρημα του Μνημονίου από το 2009 μέχρι σήμερα».
Το «τέλειο έγκλημα» σε βάρος της Ελλάδας αναμένεται να ξεσκεπαστεί όταν δοθούν οι απαντήσεις, αφού θα φανεί ποιοι είναι αυτοί που κερδοσκόπησαν αρχικά και ποιοι ξεφορτώθηκαν τα ελληνικά ομόλογα που είχαν πριν από το PSI (το «κούρεμα»), φορτώνοντας τις περισσότερες ζημιές στα ελληνικά ασφαλιστικά ταμεία. Ετσι θα δοθεί και με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο η απάντηση στο πιεστικό ερώτημα (που εξέφρασε και ο κ. Ρουμελιωτης), γιατί δηλαδή ενώ ο τότε επικεφαλής του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος Καν πρότεινε και είχε ετοιμάσει σχέδιο αναδιάρθρωσης του χρέους, ταυτόχρονα με την υπογραφή του Μνημονίου κάποιοι (κυρίως το Βερολίνο) ήταν αντίθετοι, για να κερδίσουν χρόνο και να «ξεφορτωθούν» (προφανώς) τα ελληνικά ομόλογα.
Ο κ. Παυλόπουλος στην ερώτησή του αρχικά αναφέρεται στο ιστορικό της υπόθεσης, τονίζοντας: «Στις 2/11/2011 υπέβαλα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 133 του Κανονισμού της Βουλής, την υπ’ αριθμ. 232/2-11-2011 Αίτηση Κατάθεσης Εγγράφων προς τον κ. υπουργό Οικονομικών.
Επειδή εντός της, κατά τον Κανονισμό της Βουλής, τασσόμενης στη Διοίκηση ειδικής προθεσμίας προς απάντηση τα ζητηθέντα έγγραφα δεν μου είχαν κοινοποιηθεί, επανακατέθεσα, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 134 παρ. 2 του Κανονισμού της Βουλής, την ως άνω Αίτηση με τη μορφή Επερώτησης (αρ. Πρωτ. 12/12-12-2011). Ουδέποτε όμως ο τότε αρμόδιος υπουργός δέχθηκε, κατά προφανή παραβίαση του Κανονισμού της Βουλής, να προσέλθει στη Βουλή προς συζήτηση της κατά τ’ ανωτέρω Επερώτησης. Στο μεταξύ, και συγκεκριμένα στις 22/12/2011, μου κοινοποιήθηκε, προδήλως εκπροθέσμως, το με αρ. πρωτ. 2/75546/0023/7-12-2011 έγγραφο του τότε αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, με το οποίο, κατ’ ουσία, ο υπουργός Οικονομικών αρνήθηκε να καταθέσει όλα τα στοιχεία τα οποία είχα ζητήσει με την Αίτηση Κατάθεσης Εγγράφων, την οποία προανέφερα».
Στη συνέχεια πρώην υπουργός αναφέρεται στην υπόθεση Ρουμελιώτη – Παπανδρέου επισημαίνοντας: «Εν όψει των ανωτέρω και ύστερα από τις πρόσφατες, συναφείς προς την παρούσα Αίτηση, δηλώσεις – καταγγελίες τού, κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα, εκπροσώπου της χώρας μας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κ. Παναγιώτη Ρουμελιώτη, επανακαταθέτω κατά τη νέα Βουλευτική Περίοδο, επικαιροποιημένη καταλλήλως, την αρχική Αίτηση Κατάθεσης Εγγράφων, η οποία έχει πλέον ως εξής: Προκειμένου να γίνει γνωστή η εξέλιξη της σύνθεσης του δημόσιου χρέους της χώρας κατά την τελευταία τετραετία, καθώς και προκειμένου να διαφανεί αν, σε ποιο βαθμό και μέσω ποίων, ενδεχομένως, επιχειρήθηκαν, στον τομέα αυτόν, κερδοσκοπικά παίγνια σε βάρος της Εθνικής Οικονομίας (π.χ. Ελληνικών Ασφαλιστικών Ταμείων, Ελληνικών Τραπεζών κ.λπ.), ιδίως σε περιόδους λήψης εξαιρετικά κρίσιμων οικονομικών αποφάσεων».
Τέλος ο κ. Παυλόπουλος ζητά και πάλι την κατάθεση των ακόλουθων εγγράφων με τα αντίστοιχα στοιχεία:
I. Πρώτον, αναλυτικό πίνακα από τον οποίο να προκύπτει ποιοι ήταν, διαδοχικώς, οι κάτοχοι ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στις 31/12/2008, στις 31/12/2009, στις 30/4/2010, στις 31/12/2010, στις 30/9/2011 και στις 31/12/2011. Συγκεκριμένα:
Α. Ζητώ από τον πίνακα αυτόν και τ’ αντίστοιχα στοιχεία να προκύπτει, σαφώς και μ’ εξειδικευμένο τρόπο, η ονομαστική αξία των ομολόγων που κατείχαν κατά τις περιόδους αυτές τα Ελληνικά Ασφαλιστικά Ταμεία, οι Ελληνικές Τράπεζες, οι Ελληνες ιδιώτες (φυσικά και νομικά πρόσωπα), οι Τράπεζες της αλλοδαπής και οι Διεθνείς Χρηματοοικονομικοί Οργανισμοί στις συγκεκριμένες ημερομηνίες χωριστά.
Β. Ζητώ δε, ειδικώς για της Τράπεζες της αλλοδαπής, η ομαδοποίηση ως προς τις συγκεκριμένες, ανωτέρω προσδιοριζόμενες, ημερομηνίες να γίνει με βάση τη χώρα της έδρας τους.
II. Δεύτερον, αναλυτική κατάσταση, από την οποία να προκύπτει η ημερομηνία έκδοσης και λήξης των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου που προσδιορίζονται στο προηγούμενο αίτημά μου.
«Καθυστέρησε το κούρεμα και τα ασφαλιστικά ταμεία έφτασαν στην κατάρρευση»
Μιλώντας στη «δημοκρατία» ο κ. Παυλόπουλος τόνισε: «Μετά και τις πρόσφατες καταγγελίες του πρώην εκπροσώπου της Ελλάδας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κ. Π. Ρουμελιώτη και τη συνακόλουθη παρέμβαση του αρμόδιου εισαγγελέα κ. Γρ. Πεπόνη, μεγάλα και επώδυνα ερωτηματικά γεννά η -κατ’ ουσία- άρνηση της τότε (Νοέμβριος του 2011) ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών να απαντήσει στο σύνολο της Αίτησης Κατάθεσης Εγγράφων, την οποία είχα καταθέσει ήδη από τις 2/11/2011. Από τα έγγραφα αυτά είναι εύκολο να προκύψει αν κατά την επίμαχη περίοδο μετά την είσοδο της Ελλάδας στο Μνημόνιο και ως τις παραμονές της αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους ορισμένοι επωφελήθηκαν από τον “επαναπατρισμό” των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, έτσι ώστε τις τελικές οδυνηρές επιπτώσεις από το “κούρεμά” τους να τις επωμισθούν, σχεδόν στο ακέραιο, φορείς της ελληνικής οικονομίας και, κατ’ εξοχήν, φορείς του δημόσιου τομέα, όπως π.χ. τα Ασφαλιστικά μας Ταμεία.
Τα ερωτηματικά που προανέφερα είναι σήμερα τόσο περισσότερο επώδυνα όσο, κατά τα λεγόμενα του κ. Π. Ρουμελιώτη, η μεν αναδιάρθρωση του χρέους ήταν, μετά την έναρξη εφαρμογής του Μνημονίου, αναπόφευκτη, παρά το γεγονός ότι οι κ. Γ. Παπανδρέου και Γ. Παπακωνσταντίνου φρόντιζαν να την “εξορκίζουν”, έως ότου τελικά να την εμφανίσουν ως “σωτήρια”. Το δε χρονικό διάστημα ως το τελικό PSI υπήρξε εξαιρετικά μεγάλο -περίπου 18 ολόκληροι μήνες- ώστε το “ταξίδι επαναπατρισμού” των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου να ολοκληρωθεί “ανεξόδως” για τους αρχικούς κατόχους τους. Υπό τα δεδομένα αυτά θεωρώ ότι η κατάθεση των εγγράφων που έχω ζητήσει θα διευκολύνει και στην ταχεία περαίωση της δικαστικής έρευνας, η οποία έχει αρχίσει».
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ