Μείζονος σημασίας πολιτικό και οικονομικό στοίχημα, με ιδιαιτέρως υψηλό δείκτη δυσκολίας, θα αποτελέσει για την κυβέρνηση η προσπάθεια άμεσης επιτάχυνσης του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων, τις προκλήσεις και τις δυσκολίες του οποίου επιχειρεί να φωτίσει εκτενές σημερινό αφιέρωμα του «Τύπου της Κυριακής», τα βασικά σημεία του οποίου παρουσιάζει το Antinews:
Από τις σχετικές αναφορές του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά και του υπουργού Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα κατά την ανάγνωση των προγραμματικών δηλώσεων προχθές και χθες στη Βουλή, προκύπτει ότι ο στόχος της κυβέρνησης είναι διττός: αφενός, να προχωρήσουν άμεσα όλες οι εν εξελίξει και υπό προετοιμασία αποκρατικοποιήσεις οι οποίες προβλέπονται στο Μνημόνιο και, αφετέρου, να δρομολογηθούν πρόσθετες αποκρατικοποιήσεις και παρεμβάσεις αξιοποίησης ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου οι οποίες δεν αποτελούν συμβατικές υποχρεώσεις μας αλλά θα δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη και στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Ως «ατμομηχανές» στο κυβερνητικό σχέδιο επιτάχυνσης των αποκρατικοποιήσεων προβάλλονται η ΤΡΑΙΝΟΣΕ και η ΔΕΗ. Τόσο ο Αντ. Σαμαράς όσο και ο Γ. Στουρνάρας έκαναν επίσης ξεχωριστή μνεία στη δημιουργία επενδυτικού οχήματος ειδικού σκοπού, μέσω του οποίου θα αξιοποιηθεί όλη η δημόσια ακίνητη περιουσία από το Φάληρο μέχρι το Σούνιο, κάτι που θα δημιουργήσει υπεραξίες γης στις γύρω περιοχές, συμπεριλαμβανομένου του Ελληνικού.
Ο υπουργός Οικονομικών αποκάλυψε επίσης ότι εξετάζεται η θεσμοθέτηση της δυνατότητας του Ταμείου Αποκρατικοποιήσεων (ΤΑΙΠΕΔ )να δέχεται και ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου ως τίμημα για τις αποκρατικοποιήσεις. Πρόκειται για μια φόρμουλα που θα επέτρεπε στη χώρα μας την επαναγορά δημόσιου χρέους μεγάλης ονομαστικής αξίας στις σημερινές χαμηλές πραγματικές τιμές στις οποίες διαπραγματεύονται τα κρατικά ομόλογα. Άλλωστε, ως γνωστόν, τα έσοδα του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων διοχετεύονται στην αποπληρωμή του δημόσιου χρέους.
Στον ένα χρόνο της λειτουργίας του το ΤΑΙΠΕΔ προχώρησε μόλις σε τρεις αποκρατικοποιήσεις που «ήταν οι ευκολότερες όλων». Πρόκειται για τη διάθεση του 10% των μετοχών του ΟΤΕ στην Deutsche Telekom, την παραχώρηση των συχνοτήτων κινητής τηλεφωνίας και τη χορήγηση άδειας στον ΟΠΑΠ για τη λειτουργία 35.000 παιγνιομηχανημάτων (VLTS ή «φρουτάκια»), σε συνδυασμό με την παράταση του μονοπωλίου του οργανισμού κατά δέκα χρόνια, ως το 2030. Οι πράξεις αυτές εισέφεραν έσοδα συνολικού ύψους 1,83 δισ. ευρώ, από τα οποία μέχρι στιγμής έχουν εισπραχθεί 1,56 δισ. ευρώ.
Τα «αγκάθια» των αποκρατικοποιήσεων
Παρά τους αισιόδοξους τόνους που αποπέμπονται από την κυβέρνηση τα μεγάλα εμπόδια στον δρόμο των αποκρατικοποιήσεων είναι τα εξής:
- Η Ελλάδα είναι ουσιωδώς αποκομμένη από τις αγορές. Οι επενδυτές ζητούν περισσότερη «πολιτική και μακροοικονομική ορατότητα», για να μετατρέψουν το ενδιαφέρον τους σε πράξεις. Η αβεβαιότητα αντανακλάται και στις τιμές των νέων ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, τα οποία διαπραγματεύονται στις αγορές με έκπτωση 85% σε σχέση με την ονομαστική τιμή τους. Όσο διαρκεί αυτή η κατάσταση, οι επενδυτές θα προτιμούν να ποντάρουν σε ελληνικά ομόλογα, που εκτιμάται ότι μελλοντικά θα τους αποφέρουν μεγαλύτερα κέρδη.
- Τις τελευταίες ημέρες κατατέθηκαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας 13 αμφισβητήσεις για τη μεταφορά περιουσιακών στοιχείων από το Ελληνικό Δημόσιο στο ΤΑΙΠΕΔ. Σχετικές προσφυγές υπέβαλαν η Ένωση Μονίμων και Δοκίμων Λιμενεργατών ΟΛΠ, ο Σύνδεσμος Εποπτών και Αρχιεργατών ΟΛΠ, η Ομοσπονδία Συλλόγων Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, εργαζόμενοι και συνδικαλιστές από τη ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, ΔΕΠΑ, ΟΛΘ, ΕΛΠΕ, ΕΥΑΘ, Αγροτική Τράπεζα, Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ελλάδος, κάτοικοι των Δήμων Αλίμου, Γλυφάδας, Ελληνικού, Αργυρούπολης, Παλαιού Φαλήρου και Χαλανδρίου κ.ά. Οι αμφισβητήσεις αυτές ενδεχομένως να προκαλέσουν καθυστερήσεις στις αντίστοιχες αποκρατικοποιήσεις.
- Εκκρεμούν 72 νομικές και διοικητικές εκκρεμείς πράξεις της κυβέρνησης, χωρίς τις οποίες είναι αδύνατο να ολοκληρωθούν οι εν εξελίξει αποκρατικοποιήσεις. Για παράδειγμα, ενώ το ΤΑΙΠΕΔ έχει διαπραγματευτεί με τους ενδιαφερόμενους την άδεια των Κρατικών Λαχείων, η άδεια πρέπει να χορηγηθεί διά νόμου.
- Υπάρχει τεράστια δυσκολία χρηματοδότησης των ενδιαφερόμενων επενδυτών από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Η ταχεία ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των εγχώριων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων αποτελεί αναγκαία συνθήκη για να επιταχυνθούν οι αποκρατικοποιήσεις, αφού διεθνώς το 1/3 των χρημάτων που «ρίχνουν» οι επενδυτές σε τέτοια projects προέρχεται από τράπεζες της χώρας όπου γίνεται η επένδυση.
Ποιες αποκρατικοποιήσεις προχωρούν
Από το «καλάθι» των αποκρατικοποιήσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη, δύο είναι τα «δυνατά χαρτιά» που αναμένεται να δώσουν άμεσα καρπούς: τα Κρατικά Λαχεία και το Διεθνές Κέντρο Ραδιοτηλεόρασης (IBC). Καθένα από αυτά έχει συγκεντρώσει το ενδιαφέρον τριών επενδυτικών σχημάτων μεγάλου βεληνεκούς.
Στην κατηγορία των «δυνατών χαρτιών» ανήκουν επίσης η ΔΕΠΑ και η ΔΕΣΦΑ, με τη διαφορά ότι οι διαδικασίες αποκρατικοποίησής τους εκτιμάται ότι θα απαιτήσουν περισσότερο χρόνο σε σύγκριση με τις δύο προηγούμενες. Οι δύο εταιρίες, μετά το «πράσινο φως» της Κομισιόν, θα αποκρατικοποιηθούν είτε ως δύο ξεχωριστές οντότητες είτε από κοινού. Οι «μνηστήρες» που προκρίθηκαν στη δεύτερη φάση του σχετικού διαγωνισμού φθάνουν τους 14. Η περίπτωση της ΔΕΠΑ/ΔΕΣΦΑ έχει ξεχωριστή σημασία, γιατί το άνοιγμα της αγοράς ενέργειας αποτελεί μία από τις μεγάλες προκλήσεις για την κυβέρνηση αλλά και διότι στην προ «κουρέματος» του ελληνικού χρέους εποχή είχε εκτιμηθεί ότι η αποκρατικοποίηση των δύο εταιριών μπορούσε να αποφέρει 1 δισ. ευρώ στα δημόσια ταμεία. Απομένει να φανεί αν ο πήχυς των εσόδων θα μπορέσει εν τέλει να κινηθεί στα επίπεδα αυτά.
Χρονοβόρα προγράμματα
Παράδειγμα χρονοβόρου προγράμματος είναι το Ελληνικό: Το πιο φιλόδοξο σχέδιο οικιστικής ανάπλασης στην Ευρώπη σήμερα έχει αυξημένη οικονομική αλλά και συμβολική βαρύτητα για την κυβέρνηση, καθώς εκτιμάται ότι θα προσφέρει 9.000 θέσεις εργασίας και θα αυξάνει το ΑΕΠ της χώρας κατά 0,3% ετησίως στη διάρκεια των 10 χρόνων κατασκευής του έργου. Τα αισιόδοξα νέα είναι πως το εγχείρημα έχει προσελκύσει επενδυτικό ενδιαφέρον από 9 μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, από τους οποίους μάλλον προκρίνονται 4, αλλά οι εκλογές πάγωσαν τις εξελίξεις. Είναι σαφές πως το όλο εγχείρημα είναι ιδιαιτέρως απαιτητικό, θα εξελιχθεί τμηματικά σε βάθος πολλών ετών και προϋποθέτει σταθεροποίηση του οικονομικού κλίματος για να προχωρήσει. Από τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης προέκυψε ότι θα προωθηθεί και η αξιοποίηση όλης της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου από το Φάληρο μέχρι το Σούνιο, κάτι που θα μπορούσε να δώσει πρόσθετες υπεραξίες στο project του Ελληνικού. Όμως, η αξιοποίηση των εκτάσεων αυτών δύσκολα θα έχει ταχεία εξέλιξη, αφού το ιδιοκτησιακό καθεστώς της παραλιακής ζώνης μοιάζει με μπλεγμένο κουβάρι και η επίλυση των σχετικών γραφειοκρατικών και νομοτεχνικών ζητημάτων θα απαιτήσει χρόνο.
Τα πολύπλοκα στοιχήματα
Ο κατάλογος των projects με εγγενείς δυσκολίες και αυξημένη πολυπλοκότητα είναι ο …μεγαλύτερος. Ενδεικτικά:
– ΤΡΑΙΝΟΣΕ, ΛΑΡΚΟ και ΟΔΙΕ δεν μπορούν να αποκρατικοποιηθούν αν δεν επιλυθούν προηγουμένως, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα προβλήματα σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις που είχαν δεχθεί κατά το παρελθόν. Ανάλογες δυσχέρειες υπήρχαν για τον ΟΠΑΠ και το Καζίνο της Πάρνηθας, αλλά αναμένεται να ξεπεραστούν σύντομα.
– Για την απελευθέρωση των σιδηροδρομικών δικτύων, την αναδιάρθρωση της ΕΛΒΟ, της ΛΑΡΚΟ και των Ελληνικών Αμυντικών Συστημάτων (ΕΑΣ) απαιτούνται νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα καθορίζουν πώς θα γίνουν πράξη όλα αυτά τα εγχειρήματα.
– Πρόσθετη προϋπόθεση για να προχωρήσει η αποκρατικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, των Οργανισμών Λιμένος (ΟΛΠ, ΟΛΘ και 10 μεγάλα περιφερειακά λιμάνια) και των εταιριών ύδρευσης (ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ) είναι η ίδρυση ανεξάρτητων ρυθμιστικών αρχών οι οποίες θα εποπτεύουν τις απελευθερωμένες αγορές.
– Ο Οργανισμός Διεξαγωγής Ιπποδρομιών Ελλάδος (ΟΔΙΕ) έχει προσελκύσει επενδυτικό ενδιαφέρον, αλλά υπό την αίρεση ότι θα πωληθεί χωρίς την ακίνητη περιουσία του.
– Η κυβέρνηση δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην αποκρατικοποίηση της ΔΕΗ, διευκρινίζοντας ότι πρόθεσή της είναι να προχωρήσει τα δικαιώματα εκμετάλλευσης μονάδων ή ορυχείων, και όχι να τα πουλήσει. Στην προσπάθειά της αυτή η πρωταρχική δυσκολία είναι ότι θα ξεκινήσει σχεδόν από μηδενική βάση, καθώς πρέπει να καθορίσει το ακριβές μοντέλο αποκρατικοποίησης που θα εφαρμόσει και να προβεί στις σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις. Αυξημένος είναι, εξάλλου, ο κίνδυνος αντιδράσεων από την αντιπολίτευση και από συνδικαλιστές.
– Η ΛΑΡΚΟ μοιάζει με «σταυρόλεξο» για δυνατούς λύτες όχι μόνο λόγω των κρατικών ενισχύσεων και της εκκρεμότητας στην επιλογή μοντέλου αποκρατικοποίησης (πιθανότερο θεωρείται, πάντως, ότι θα διαχωριστεί σε δύο επιχειρηματικές οντότητες: μία θα αφορά τα μεταλλεύματα και μία τα ορυχεία) αλλά και επειδή, σύμφωνα με το ΤΑΙΠΕΔ, «η εταιρία αντιμετωπίζει οξύ πρόβλημα βιωσιμότητας». Επιπλέον, το πρόβλημα που δημιουργήθηκε με τη λήξη (στις 30 Ιουνίου) της περιόδου παραχώρησης του εργοστασίου της Λάρυμνας από το Ελληνικό Δημόσιο στη ΛΑΡΚΟ λύθηκε μεν προσωρινά με εξάμηνη παράταση, όμως πρέπει να αντιμετωπιστεί σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Οι ιδιαιτερότητες των εταιριών ύδρευσης
Το Μνημόνιο περιλαμβάνει την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ μεταξύ των προς αποκρατικοποίηση περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου εντός του δευτέρου τριμήνου της φετινής χρόνιας. Πέρα από την προφανή καθυστέρηση που έχει ήδη σημειωθεί, η πρόβλεψη αυτή της δανειακής σύμβασης κρύβει αρκετά επιμέρους «αγκάθια». Επιπλέον, προκαλεί αναμφίβολα προβληματισμό, καθώς το νερό είναι ένα κοινωνικό αγαθό και οι υποδομές του δικτύου ύδρευσης και αποχέτευσης των δύο μεγαλύτερων πόλεων της χώρας έχουν πολύ μεγάλη αξία.
Καταρχάς, προτού προχωρήσει η αποκρατικοποίηση των δύο εταιριών πρέπει να δημιουργηθεί Ανεξάρτητη Αρχή Υδάτων, στα πρότυπα της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας. Εκτός αυτού, θα πρέπει να ξεπεραστεί ο σκόπελος των συμβάσεων παραχώρησης που έχουν υπογράψει η ΕΥΔΑΠ και η ΕΥΑΘ με το Ελληνικό Δημόσιο για την εκμετάλλευση των δικτύων. Οι συμβάσεις αυτές λήγουν το 2019 για την ΕΥΔΑΠ και το 2031 για την ΕΥΑΘ και δεν μπορούν να παραταθούν, βάσει του κοινοτικού δικαίου, χωρίς διαγωνισμό. Επομένως, το ερώτημα που τίθεται είναι: γιατί να επενδύσει ένας ιδιώτης στις δύο εταιρίες, όταν σε λίγα χρόνια αυτές πιθανώς να χάσουν το δικαίωμα εκμετάλλευσης των δικτύων; Κυβέρνηση, ΤΑΙΠΕΔ και Κομισιόν θα πρέπει να βρουν τρόπο, ώστε να παρακαμφθεί το παραπάνω εμπόδιο.
Η «χρυσή κότα» που λέγεται ΟΠΑΠ
«Ενας οργανισμός που αποφέρει κέρδη περί τα 800 εκατ. ευρώ ετησίως δεν μπορεί να πουληθεί σε τιμή αντίστοιχη της σημερινής χρηματιστηριακής αποτίμησής του», τονίζουν παράγοντες της αγοράς για τον ΟΠΑΠ και την άποψή τους φαίνεται να συμμερίζεται σημαντική μερίδα του πολιτικού κόσμου.Το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός δεν έκανε καμία αναφορά στον ΟΠΑΠ κατά τις προγραμματικές δηλώσεις κάθε άλλο παρά απαρατήρητο πέρασε, ενώ είναι γνωστό ότι ενστάσεις για την πώληση του 29% του οργανισμού που έχει μεταβιβαστεί στο ΤΑΙΠΕΔ εκφράζονται και εντός της Ν.Δ. Ο υφυπουργός Αθλητισμού Γιάννης Ιωαννίδης είχε, άλλωστε, προ ημερών εκφράσει την –προσωπική, όπως διευκρίνισε– άποψη ότι αν προχωρήσει η πώληση, το τίμημα θα πρέπει να αντιστοιχεί στην κερδοφορία τουλάχιστον μιας επταετίας, δηλαδή να κυμαίνεται περί τα 5 δισ. ευρώ.
Ανασταλτικοί παράγοντες για να ληφθεί άμεσα οποιαδήποτε απόφαση σχετικά με την τύχη του ΟΠΑΠ: (α) περί τα τέλη Σεπτεμβρίου αναμένεται η θέση της Κομισιόν για το μονοπώλιο του οργανισμού, το οποίο ισχυρά λόμπι επιχειρούν να «σπάσει», (β) ο ΟΠΑΠ μετέχει σε ένα από τα τρία επενδυτικά σχήματα που διεκδικούν τα Κρατικά Λαχεία και ο διαγωνισμός βρίσκεται στην τελική ευθεία του, (γ) η εγκατάσταση των 16.500 παιγνιομηχανημάτων («φρουτάκια») που θα κρατήσει ο Οργανισμός και των υπολοίπων 18.500 τα οποία θα παραχωρήσει ο ΟΠΑΠ σε ιδιώτες εκτιμάται ότι θα προχωρήσει την επόμενη χρονιά, διαμορφώνοντας νέο τοπίο ως προς τη δυναμική και την αξία του οργανισμού.
Τα λιμάνια
Δεν πωλούνται τα λιμάνια, αλλά παραχωρούνται χρήσεις σε ιδιώτες επενδυτές. Σε αποκρατικοποιήσεις μέσω παραχωρήσεων των λιμενικών εγκαταστάσεων σχεδιάζει να προχωρήσει άμεσα η νέα κυβέρνηση, εγκαταλείποντας το μοντέλο των μετοχοποιήσεων των λιμανιών Πειραιά και Θεσσαλονίκης για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.
Αν και δεν έχει ξεκαθαρίσει το τελικό πλάνο για τις ιδιωτικοποιήσεις των λιμανιών, ωστόσο ο νέος υπουργός Ναυτιλίας και Αιγαίου, Κωστής Μουσουρούλης, έχει δώσει το στίγμα των κυβερνητικών σχεδίων για τους δύο οργανισμούς λιμένων που είναι εταιρίες εισηγμένες στο χρηματιστήριο. Μετά τις αλλεπάλληλες αναβολές και παλινδρομήσεις, ξεκίνησαν εκ νέου οι διαδικασίες ιδιωτικοποίησης σε ΟΛΠ και ΟΛΘ.
Η ιδιωτικοποίηση των δύο λιμανιών αναμένεται να υλοποιηθεί ως τα τέλη του 2012. Σύμφωνα με το αρχικό χρονοδιάγραμμα, οι διαγωνισμοί θα πρέπει να ξεκινήσουν τον προσεχή Οκτώβριο. Αυτό όμως θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο, καθώς υπάρχουν αρκετές λεπτομέρειες που απομένουν ν’ αποσαφηνιστούν σε γραφειοκρατικό επίπεδο. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν έτοιμες μελέτες για τους όρους και τη βιωσιμότητα των αποκρατικοποιήσεων στα δύο μεγαλύτερα λιμάνια της χώρας.
Ηδη, σύμφωνα με πληροφορίες, υπάρχει ενδιαφέρον από ιδιώτες για την υλοποίηση επενδύσεων μέσω παραχωρήσεων χρήσης και εκμετάλλευσης στον τομέα της κρουαζιέρας, που εμφανίζει ιδιαίτερα θετική εξέλιξη, σε συνδυασμό με τη στρατηγική ανάπτυξης του τουρισμού που αποτελεί κεφάλαιο της ελληνικής οικονομίας.
Επίσης, έχει εκδηλωθεί ενδιαφέρον τόσο για το Σταθμό Αυτοκινήτων (Car Terminal) όσο και για τη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη (ΝΕΖ) από αντίστοιχες εταιρίες του κλάδου. Αντίστοιχο ενδιαφέρον υπάρχει και για την κατασκευή του 6ου προβλήτα για ανάπτυξη του Σταθμού Εμπορευματοκιβωτίων του ΟΛΘ.
Στρατηγικός επενδυτής το επικρατέστερο μοντέλο για τη ΔΕΗ
Η αναζήτηση στρατηγικού επενδυτή προκειμένου να πουληθεί το 17% των μετοχών της ΔΕΗ που κατέχει το Ελληνικό Δημόσιο φαίνεται ότι είναι το επικρατέστερο μοντέλο για την περαιτέρω αποκρατικοποίηση της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού, με την παραχώρηση όμως και μονάδων της Επιχείρησης ως κίνητρο για τον ιδιώτη. Ως εκ τούτου, είναι βέβαιη η εκποίηση του 40% των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ που αποτελεί το «διακαή πόθο» της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Πληροφορίες, ωστόσο, κάνουν λόγο για πώληση ακόμη και του 51% που κατέχει το Ελληνικό Δημόσιο στη ΔΕΗ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το δημόσιο χαρακτήρα της Επιχείρησης.
Πρέπει να σημειωθεί, πάντως, ότι τα σενάρια που έχουν πέσει στο τραπέζι για τη ΔΕΗ είναι τρία:
- Να πουληθεί το 17% της Επιχείρησης, ώστε να μειωθεί το ποσοστό του Δημοσίου στο 34% και να διατηρηθεί το μάνατζμεντ από την κυβέρνηση.
- Να πουληθεί το 17% της ΔΕΗ, με ταυτόχρονη όμως παραχώρηση στον επενδυτή δικαιωμάτων στο μάνατζμεντ.
- Να πουληθεί μεγαλύτερο ποσοστό μετοχών του Δημοσίου και να γίνει αποκρατικοποίηση με είσοδο στρατηγικού επενδυτή με πλήρη έλεγχο της διοίκησης κατά το πρότυπο του ΟΤΕ.
Έχει σημασία να τονιστεί ότι η αποκρατικοποίηση της Επιχείρησης συναντά έντονες αντιδράσεις, κυρίως από τη ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ που έχει στυλώσει τα πόδια στην περαιτέρω ιδιωτικοποίηση της Επιχείρησης.
Σημειώνεται ότι η ΔΕΗ κατέχει περίπου το 89% της εγκατεστημένης ηλεκτρικής ισχύος στην Ελλάδα (12.695 ΜW), η οποία προέρχεται από λιγνιτικές, υδροηλεκτρικές, πετρελαϊκές μονάδες, μονάδες φυσικού αερίου, καθώς και από αιολικά και ηλιακά πάρκα. Παράγει από λιγνίτη περίπου το 56% της ηλεκτρικής της παραγωγής (2ος μεγαλύτερος παραγωγός ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη στην Ευρωπαϊκή Ενωση). Εχει στην ιδιοκτησία της το εθνικό σύστημα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας μήκους 11.650 χλμ., καθώς και το δίκτυο διανομής συνολικού μήκους 210.200 χλμ.
ΔΕΠΑ
Αν και η αποκρατικοποίηση της Δημόσιας Επιχείρησης Αερίου (ΔΕΠΑ), καθώς και αυτή του Διαχειριστή Ελληνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου (ΔΕΣΦΑ) είχαν προγραμματιστεί να γίνουν μέσα στο 2011, αυτές έχουν καταλάβει πλέον μία από τις πρώτες θέσεις στον κατάλογο των προς ιδιωτικοποίηση εταιριών, καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη ο σχετικός διαγωνισμός που διενεργεί το ΤΑΙΠΕΔ.
Η ΔΕΠΑ αναμενόταν να βγει στο σφυρί από τον περασμένο Οκτώβριο με την πώληση έως και του 55% της Επιχείρησης, προκειμένου να αποκομίσει έσοδα της τάξης των 50 εκατ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2015.
Ουσιαστικά, δύο σενάρια «παίζουν» για την πώληση της ΔΕΠΑ. Τα ενδιαφερόμενα μέρη κλήθηκαν να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους είτε για την απόκτηση της ΔΕΠΑ με τη σημερινή εταιρική δομή είτε για την απόκτηση χωριστά της ΔΕΠΑ Α.Ε. -συμπεριλαμβανομένων των συμμετοχών της στις Επιχειρήσεις Παροχής Αερίου- και του Διαχειριστή Συστήματος Φυσικού Αερίου (ΔΕΣΦΑ Α.Ε.).
Στην πρώτη περίπτωση, είναι προς διάθεση το 100% των μετοχών της ΔΕΠΑ Α.Ε., υπό την προϋπόθεση ότι το 34% των μετοχών του ΔΕΣΦΑ Α.Ε. θα αποδοθεί στο Ελληνικό Δημόσιο με την ολοκλήρωση της συναλλαγής.
Στη δεύτερη περίπτωση, είναι προς διάθεση το 100% της ΔΕΠΑ Α.Ε. και ξεχωριστά το 66% του ΔΕΣΦΑ Α.Ε. (από το οποίο 31% διατίθεται από το Ελληνικό Δημόσιο και 35% από τα ΕΛΠΕ).
Σε κάθε περίπτωση, το Ελληνικό Δημόσιο θα διακρατήσει 34% των μετοχών του στον ΔΕΣΦΑ Α.Ε.
Μπαίνει στις… ράγες η πώληση του ΟΣΕ
Αυτό που προτάσσεται είναι η εκχώρηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ. Εξετάζεται η διάσπαση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ και η παραχώρηση του δικαιώματος εκμετάλλευσης δρομολογίων της σε διαφορετικές εταιρίες, προκειμένου να μεγιστοποιηθούν τα έσοδα της σχεδιαζόμενης αποκρατικοποίησης και να παρακαμφθούν τεχνικά εμπόδια.
Πρέπει να σημειωθεί ότι το αρχικό σχέδιο αποκρατικοποίησης του Οργανισμού, στο πλαίσιο του δεύτερου πακέτου στήριξης της χώρας, προέβλεπε την πώληση της εταιρίας, που μεταφέρει εμπορεύματα και επιβάτες μέσω 500 δρομολογίων. Αυτή τη στιγμή, ωστόσο, η κυβέρνηση εξετάζει ένα διαφορετικό μοντέλο, αντίστοιχο με αυτό που εφαρμόστηκε στη Βρετανία. Σύμφωνα με αυτό το μοντέλο, θα προκηρυχθεί διαγωνισμός για την πώληση δρομολογίων σε διαφορετικά σημεία του δικτύου σε ενδιαφερόμενες εταιρίες. Οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές θα καταβάλουν μετρητά για τη διαχείριση των δρομολογίων, χρησιμοποιώντας τη δική τους υποδομή, καθώς και δικό τους προσωπικό.
Μέχρι στιγμής φαίνεται να υπάρχει ενδιαφέρον από τους Κινέζους, λόγω των επενδύσεων στο λιμάνι του Πειραιά. Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες, η νέα κυβέρνηση ήδη έχει κάνει άνοιγμα και προς την πλευρά των Ρώσων. Σύμφωνα με το Reuters, εξάλλου, τρεις ευρωπαϊκές σιδηροδρομικές εταιρίες ενδιαφέρονται να αγοράσουν το σύνολο ή μέρος των ελληνικών σιδηροδρόμων. Πρόκειται για τη ρωσική εταιρία σιδηροδρόμων, τη ρουμανική GFR και τη γαλλική SNCF.
Η Ρωσία, κατά το Reuters, εξετάζει το ενδεχόμενο να αγοράσει ολόκληρο το σιδηροδρομικό δίκτυο της Ελλάδας, καθώς και την ΤΡΑΙΝΟΣΕ, ενώ η μεγαλύτερη ιδιωτική σιδηροδρομική εταιρία της Ρουμανίας, η Grup Feroviar Roman (GFR), έχει εκφράσει ενδιαφέρον για το κομμάτι των εμπορικών δρομολογίων.
Η ίδια πηγή αναφέρει πως η γαλλική SNCF επιθυμεί να αναλάβει τα εμπορικά και επιβατικά δρομολόγια, κάτι που δεν επιβεβαιώνεται από τη γαλλική εταιρία.
Η ρουμανική GFR δραστηριοποιείται σε πολλές χώρες, όπως στην Ουγγαρία, στη Βουλγαρία και τη Σερβία.
Το βασικό εμπόδιο για την πώληση είναι η εκκρεμότητα με την έγκριση της Επιτροπής Ανταγωνισμού για τη χορήγηση κρατικής ενίσχυσης στην ΤΡΑΙΝΟΣΕ και τον ΟΣΕ. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ε.Ε. διαμηνύει πως «κανείς σοβαρός επενδυτής δεν θα αγόραζε την εταιρία χωρίς να έχει ξεκαθαριστεί το θέμα αυτό».
(Από σχετικό ρεπορτάζ του “Τύπου της Κυριακής”)