Οι Ευρωπαίοι ηγέτες με τις εντυπωσιακές πολιτικές αποφάσεις που έλαβαν την Παρασκευή τα ξημερώματα στις Βρυξέλλες έδωσαν μεγάλη ανάσα στην ευρωζώνη.
Οι αποφάσεις θα πρέπει τώρα να διευκρινιστούν και να καταστούν λειτουργικές από τους αρμόδιους, δηλαδή τους υπουργούς Οικονομικών, διαδικασία πάντα δύσκολη σε κοινοτικό επίπεδο, όπως έχει διδάξει το παρελθόν.
Οι αποφάσεις της Παρασκευής δεν οδηγούν σε αυτόματες λύσεις για την Ελλάδα, ωστόσο δημιουργούν το κατάλληλο κλίμα, ώστε τα προβλήματα να αντιμετωπιστούν με θαρραλέο τρόπο από τους Ευρωπαίους εταίρους, υπό την προϋπόθεση ότι από την πλευρά μας θα επιδείξουμε την ανάλογη σοβαρότητα με εποικοδομητικές προτάσεις και κυρίως με την τήρηση των συμφωνηθέντων.
Στο πλαίσιο αυτό, με εξαιρετικό ενδιαφέρον τόσο για την ευρωζώνη όσο και για την Ελλάδα αναμένεται η συνεδρίαση του Εurogroup την προσεχή Δευτέρα, που είναι και η τελευταία προγραμματισμένη πριν από τις θερινές διακοπές. Στη συνεδρίαση αυτή θα φανεί πόσο γρήγορα είναι διατεθειμένες να πάνε οι κυβερνήσεις στο εργοτάξιο που ξεκίνησε την Παρασκευή, καθώς και οι ακριβείς προθέσεις τους σε σχέση με τη χώρα μας.
Από το περιεχόμενο της πολιτικής δήλωσης που εξέδωσαν οι 17 ηγέτες της ευρωζώνης προκύπτουν πέντε αποφάσεις, ορισμένες σαφείς, άλλες χρειάζονται ερμηνεία και φυσικά όλες θέλουν πολλή δουλειά μέχρι να καταλήξουν σε δεσμευτικά νομικά κείμενα με χρονικό καταληκτικό ορίζοντα το τέλος του έτους.
Οι πέντε αποφάσεις που προκύπτουν από τη μαραθώνια αλλά και επεισοδιακή Σύνοδο της ευρωζώνης της Παρασκευής, που πιθανότατα σήμανε και το τέλος της κυριαρχίας του γαλλογερμανικού άξονα, τουλάχιστον με τη σκληρή μορφή που γνωρίσαμε τα τελευταία 2,5 χρόνια, ήταν οι εξής:
1. Η ανάθεση στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα του ρόλου της εποπτείας των μεγάλων συστημικών ευρωπαϊκών τραπεζών.
2. Οι απευθείας ανακεφαλαιοποιήσεις, υπό προϋποθέσεις, των ευρωπαϊκών τραπεζών από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ), δηλαδή το ταμείο διάσωσης που θα αρχίσει να λειτουργεί εντός του Ιουλίου.
3. Η μεταφορά, υπό προϋποθέσεις, στο ΕΜΣ του χρέους που φορτώθηκαν τα κράτη-μέλη για τη διάσωση τραπεζών τους.
4. Η κατάργηση του καθεστώτος του «προνομιακού πιστωτή» (εξοφλείται πρώτος σε περίπτωση χρεοκοπίας της χώρας) για τον ΕΜΣ στη διάσωση των ισπανικών τραπεζών, που σημαίνει ότι θα έχει το ίδιο καθεστώς στην αποπληρωμή των δανείων με τους ιδιώτες επενδυτές.
5. Η δυνατότητα αγοράς ομολόγων στη δευτερογενή αγορά από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) και τον ΕΜΣ, όταν ασκείται πίεση σε μία χώρα, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω χώρα τηρεί κατά γράμμα τις δημοσιονομικές της δεσμεύσεις.
Οι παραπάνω αποφάσεις θα πρέπει να διευκρινιστούν από το Εurogroup, ενώ στη συνέχεια θα ακολουθήσουν τα απαραίτητα νομικά κείμενα και θα γίνουν οι τροποποιήσεις των υφιστάμενων κανονισμών.
Οι διαπραγματεύσεις θα είναι δύσκολες και μπορεί να πάρουν χρόνο, ωστόσο, επειδή στην Ε.Ε. ό,τι αποφασίζεται εφαρμόζεται, δεν τίθεται θέμα υπαναχώρησης από κάποια χώρα σχετικά με τις αποφάσεις της Παρασκευής.
Τα θέματα που πρέπει να διευκρινιστούν είναι, για παράδειγμα, η περίπτωση της απευθείας προσφυγής των τραπεζών στον ΕΜΣ, η οποία προϋποθέτει το πέρασμα προηγουμένως της εποπτείας των τραπεζών στην ΕΚΤ, διαδικασία χρονοβόρα. Από την άλλη, είναι προφανές ότι οι τράπεζες που θα ζητούν ανακεφαλαιοποίηση θα πρέπει να είναι βιώσιμες, ενώ οι μη βιώσιμες θα εκκαθαριστούν. Θα πρέπει να καθοριστούν οι ακριβείς αρμοδιότητες της ΕΚΤ, η σχέση της με την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή, αλλά και με τις αρμόδιες αρχές των 10 χωρών-μελών που δεν μετέχουν στο ευρώ.
Αλλη εκκρεμότητα που θα πρέπει να διευθετηθεί έχει να κάνει με την απευθείας αγορά ομολόγων στη δευτερογενή αγορά από το ΕΤΧΣ και τον ΕΜΣ. Η απόφαση της Παρασκευής δεν αναφέρεται σε χώρες, αλλά στην παρούσα φάση αφορά την Ισπανία και την Ιταλία, γιατί οι τρεις μνημονιακές χώρες (Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία) δεν βγαίνουν προς το παρόν στις αγορές για δανεισμό. Θα πρέπει να καθοριστεί το ανώτατο ύψος του επιτοκίου, η υπέρβαση του οποίου θα ενεργοποιεί την επέμβαση των δύο ταμείων. Στις Βρυξέλλες θεωρούν ότι ένα επιτόκιο μέχρι 5,5% μπορεί να εξυπηρετηθεί από την Ιταλία και την Ισπανία, είναι δηλαδή βιώσιμο.
Για το ίδιο θέμα, η δήλωση των ηγετών της ευρωζώνης διευκρινίζει ότι η παρέμβαση θα γίνει μόνο για χώρες που είναι «καλοί μαθητές», που τηρούν τα προγράμματά τους. Ωστόσο, μιλάει και για υπογραφή Μνημονίων από τις χώρες αυτές, χωρίς να διευκρινίζεται τι είδους Μνημόνιο, εάν θα έχει δηλαδή και δημοσιονομικά μέτρα μέσα ή όχι. Το πιθανότερο είναι πως δεν θα έχει, αλλά πρέπει να διευκρινιστεί.
Στη δήλωση γίνεται αναφορά στην Ιρλανδία, όπου «φωτογραφίζεται» η δυνατότητα μεταφοράς στον ΕΜΣ του δημόσιου χρέους που φορτώθηκε κατά τη διάρκεια της διάσωσης των τραπεζών.
Το Δουβλίνο επιβραβεύεται για την καλή εφαρμογή του Μνημονίου. Τονίζεται στη δήλωση ότι «παρόμοιες περιπτώσεις θα αντιμετωπιστούν αναλόγως», εννοώντας προφανώς τις άλλες δύο μνημονιακές χώρες, την Ελλάδα και την Πορτογαλία. Ωστόσο, θα πρέπει να διαμορφωθεί τεχνικά η απόφαση για την Ιρλανδία, ώστε να γίνουν γνωστές και οι προϋποθέσεις για τις άλλες χώρες που θα κάνουν χρήση αυτής της πρόνοιας στο μέλλον.
Θα πρέπει επίσης να διευκρινιστεί τι θα γίνει με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών της Ισπανίας και της Κύπρου. Με δεδομένο ότι θα ανακεφαλαιοποιηθούν άμεσα, δηλαδή πριν ισχύσουν οι αποφάσεις για την απευθείας πρόσβαση των τραπεζών στα ταμεία διάσωσης, θα πρέπει να καθοριστεί εάν το ποσό που θα λάβουν οι δύο χώρες θα υπολογιστεί στο δημόσιο χρέος ή όχι.
Αναφορικά με την Ελλάδα, μπορεί στη δήλωση των ηγετών να μη γίνεται καμία αναφορά, ωστόσο στη συνεδρίαση του Eurogroup στις 9 Ιουλίου θα γίνει διεξοδική πολιτική συζήτηση, ακόμη και στην περίπτωση που η Τρόικα δεν θα έχει ολοκληρώσει την αξιολόγηση.
Στις Βρυξέλλες επισημαίνουν ότι θα πρέπει μετά το «πακέτο» των αποφάσεων για το σύνολο της ευρωζώνης να γίνει μια ακόμη προσπάθεια εξόδου της Ελλάδας από την ύφεση.
Το δυσκολότερο από τα ελληνικά αιτήματα είναι η επιμήκυνση κατά 2 χρόνια της δημοσιονομικής προσαρμογής, γιατί απαιτείται πρόσθετη στήριξη και ορισμένες κυβερνήσεις έχουν πρόβλημα να πείσουν τα Κοινοβούλιά τους να εγκρίνουν κι άλλη βοήθεια από τη στιγμή που δεν έχουν να παρουσιάσουν επιτεύγματα από ελληνικής πλευράς στην εφαρμογή του προγράμματος.
Στην έδρα της Κομισιόν θεωρούν βέβαιο ότι οι εταίροι μπορούν να δεχθούν τα περισσότερα από τα αιτήματα της κυβέρνησης για αλλαγή του μίγματος πολιτικής, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα αλλάξουν οι στόχοι που έχουν τεθεί.
Βρυξέλλες, του Νίκου Μπέλλου για τον “Ελεύθερο Τύπο”