Βαθιά διχασμένοι, και υπό την αφόρητη πίεση των αγορών για ουσιαστικές αποφάσεις, προσέρχονται στο σημερινό συμβούλιο κορυφής των Βρυξελλών οι Ευρωπαίοι ηγέτες.
Όπως εκτιμούν διπλωματικές πηγές, η εκλογή του Φρανσουά Ολάντ λειτούργησε ως καταλύτης ώστε να διαμορφωθούν δύο στρατόπεδα, τα οποία και αναμένεται σήμερα και αύριο να συγκρουστούν στο τραπέζι της συνόδου: από τη μια πλευρά, ο νεοπαγής γαλλοϊταλικός άξονας, με την υποστήριξη της πλειοψηφίας των κρατών, αλλά και των βασικών οργάνων της Ε.Ε., ζητεί την επείγουσα παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των ευρωπαϊκών μηχανισμών σταθερότητας, προκειμένου να εκτονωθούν οι πιέσεις στα επιτόκια των κρατικών ομολόγων της περιφέρειας και να αποφευχθεί η διπλή ύφεση στην Ευρώπη.
Επιπλέον, τάσσεται υπέρ της επιτάχυνσης των διαδικασιών τραπεζικής, οικονομικής και δημοσιονομικής ενοποίησης της Eυρωζώνης, συμπεριλαμβανομένης της κοινής εγγύησης των καταθέσεων και της «κοινοτικοποίησης» μέρους των εθνικών χρεών. Από την άλλη, μια μικρή ομάδα βορειοευρωπαϊκών κρατών με άριστη πιστοληπτική αξιολόγηση, υπό την ηγεσία της Γερμανίας, επιμένει στη συνέχιση του δρόμου των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων προκειμένου να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των αγορών και αρνείται να συναινέσει σε προτάσεις που συνεπάγονται «συνευθύνη» για τα χρέη.
Εμπειρος Ευρωπαίος αξιωματούχος υπογράμμιζε στην «Καθημερινή» ότι για πρώτη φορά το Παρίσι είναι διατεθειμένο να κάνει παραχωρήσεις σε θέματα δημοσιονομικής πειθαρχίας, σε αντάλλαγμα για την ικανοποίηση των αιτημάτων του. Ωστόσο, όπως διεφάνη και από τις πρόσφατες δηλώσεις της καγκελαρίου Μέρκελ, το Βερολίνο αντιτείνει ότι τα μέτρα «ασπιρίνες» δεν θεραπεύουν την ασθένεια των δοκιμαζόμενων ευρωπαϊκών κρατών, η οποία δεν είναι άλλη από τη δημοσιονομική ανευθυνότητα καθώς και τη φθίνουσα ανταγωνιστικότητα. Επιπλέον, η γερμανική κυβέρνηση υπενθυμίζει ότι η ανάληψη ευθύνης για τα χρέη άλλων κρατών προσκρούει στο Ανώτατο Δικαστήριο της Καρλσρούης και απαιτεί αλλαγή του Συντάγματος της χώρας, κάτι που μπορεί να γίνει μόνο με δημοψήφισμα.
Φυσικά, πέραν των ριζοσπαστικών μέτρων ομοσπονδιοποίησης της Ευρώπης, οι ηγέτες της Ε.Ε. έχουν και την επιλογή να συναινέσουν επί του παρόντος στην παρέμβαση για τη μείωση των επιτοκίων Ιταλίας και Ισπανίας, τα οποία έχουν φτάσει σε επίπεδα που θεωρούνται μη βιώσιμα. Εξάλλου, νομικοί κύκλοι επιμένουν ότι το υπάρχον καταστατικό των ευρωπαϊκών μηχανισμών διάσωσης, υπό μία διασταλτική ερμηνεία και υπό την προϋπόθεση της συναίνεσης των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, επιτρέπει κάτι τέτοιο. Και πάλι όμως, η Γερμανία (μέχρι σήμερα τουλάχιστον) αντιδρά, υποστηρίζοντας ότι έτσι θα αμβλυνθούν οι πιέσεις για την προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Επιπλέον, με δεδομένο ότι η Ισπανία οδεύει ολοταχώς προς την έξοδο από τις αγορές, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η υφιστάμενη «δύναμη πυρός» του ευρωπαϊκού μηχανισμού σταθερότητας, που θα τεθεί σύντομα σε λειτουργία, επαρκεί για να ικανοποιήσει τα αιτήματα της Ιταλίας και της Γαλλίας. Εξ ου και, παρά την πίεση για ριζοσπαστικές αποφάσεις τώρα, τα συμπεράσματα της συνόδου αναμένεται να κινηθούν και πάλι στη γνωστή λογική του ελάχιστου κοινού παρονομαστή και της βήμα βήμα προσέγγισης που προτιμάει η Γερμανία. Ετσι, σήμερα αναμένεται αφενός μεν να προωθηθεί το λεγόμενο «πακέτο ανάπτυξης» και αφετέρου να τεθούν οι βάσεις για πιο ουσιαστική πρόοδο στις συνόδους του Οκτωβρίου και του Δεκεμβρίου, στη λογική της εισήγησης που παρουσίασε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Χέρμαν βαν Ρομπέι και η λεγόμενη «Συμμορία των Τεσσάρων» (Μπαρόζο, Ρομπέι, Γιουνκέρ, Ντράγκι). Ο σχεδιασμός αυτός θα μπορούσε να ανατραπεί εφόσον έχουμε δραματικές δυσμενείς εξελίξεις στο αμέσως προσεχές διάστημα, στην οποία περίπτωση δεν θα πρέπει να αποκλείεται και έκτακτη σύνοδος εντός του καλοκαιριού.
Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, δεν αναμένεται να συζητηθεί λεπτομερώς το ελληνικό αίτημα για αναπροσαρμογή του Μνημονίου. Εντούτοις, όπως δήλωσε πηγή που βρίσκεται κοντά στην προεδρία του Συμβουλίου, «κρυστάλλινη σφαίρα δεν έχουμε και δεν αποκλείεται ορισμένοι ηγέτες να θέσουν το ζήτημα στο τραπέζι».
Καθημερινή