Νέα δεδομένα για την Ελλάδα, πιθανόν και την Ευρώπη, δημιουργεί η αυριανή κάλπη στη χώρα μας. Παράλληλα με το αποτέλεσμα των εκλογών, το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στο σχηματισμό κυβέρνησης, αλλά και την ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού, καθώς οι διεργασίες στο παρασκήνιο είναι μεγάλες.
Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ δίνουν έως το τέλος τη μάχη για την πρώτη θέση, με το πρώτο κόμμα κατά κοινή εκτίμηση να πλησιάζει, ίσως και να ξεπερνάει, το 30%, ενώ και η νέα Βουλή, όπως πιστεύουν τα κομματικά επιτελεία, θα είναι και πάλι επτακομματική, με μικρή πιθανότητα να είναι και οκτακομματική.
Ο αρχηγός του πρώτου κόμματος θα λάβει την πρώτη εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. Αν δεν κατορθώσει να τη σχηματίσει εντός τριών ημερών διερευνητική εντολή από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας θα λάβει ο αρχηγός του δεύτερου και εν συνεχεία του τρίτου κόμματος. Λόγω και του εκλογικού νόμου, με το μπόνους των 50 εδρών, χωρίς το πρώτο κόμμα δεν σχηματίζεται κυβέρνηση και ως εκ τούτου οι πιθανότητες θετικής έκβασης της δεύτερης και τρίτης εντολής είναι ελάχιστες. Αν δηλαδή δεν σχηματίσει κυβέρνηση ο αρχηγός του πρώτου κόμματος, το πιθανότερο σενάριο είναι να οδηγηθεί η χώρα και πάλι σε σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, μετά τις 3 διερευνητικές εντολές, ως ύστατη ευκαιρία να αποφευχθούν τρίτες κάλπες, που κατά κοινή ομολογία θα αποτελέσουν τη χαριστική βολή για την ελληνική οικονομία.
Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται και στο ποσοστό του ΠΑΣΟΚ, αν δηλαδή αυτό θα παραμείνει στάσιμο ή ελαφρώς μειούμενο ή – το κακό σενάριο – να οδηγηθεί κοντά σε μονοψήφιο ποσοστό. Στη δεύτερη περίπτωση οι εξελίξεις θα είναι ραγδαίες, όπως ακόμα πιο ραγδαίες θα είναι στη ΝΔ αν πρώτο κόμμα αναδειχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Ενδιαφέρον εμφανίζει επίσης το ενδεχόμενο η ΔΗΜΑΡ να περάσει το ΚΚΕ, αλλά και το ποσοστό των Ανεξάρτητων Ελλήνων και της Χρυσής Αυγής.