Τους τελευταίους μήνες, η κρίση του ευρώ χειροτέρεψε αντί να βελτιωθεί. Η ΕΚΤ μπόρεσε και πρόλαβε μια πιστωτική κατάρρευση, μέσα από μια μακροπρόθεσμη ανακεφαλαίωση (ενός τρισ.) των τραπεζών της ευρωζώνης. Αυτό ανακούφισε τις χρηματαγορές, αλλά η υποβόσκουσα κρίση δεν πρόκειται να απομακρυνθεί.
Τα βασικά προβλήματα της κρίσης δεν έχουν επιλυθεί. Το χάσμα μεταξύ χωρών που δανείζουν και χωρών που δανείζονται συνεχίζει να αυξάνεται. Η κρίση μοιάζει να έχει μπει σε μια πολύ πιο επικίνδυνη φάση.
Στην αρχή της κρίσης, η διάλυση της ευρωζώνης θεωρούνταν αδιανόητη. Τα περιουσιακά στοιχεία και τα ρίσκα, που η αξία τους ήταν σε ευρώ, ήταν τόσο στενά διασυνδεδεμένα, που μια διάλυση της ευρωζώνης θα προκαλούσε ανεξέλεγκτη κατάρρευση. Όσο όμως η κρίση προχωρούσε, τόσο το οικονομικό σύστημα της ευρωζώνης επανακαθορίζονταν με βάση τα εθνικά κριτήρια.
Αυτή η τάση αυξήθηκε τους τελευταίους μήνες. Οι ιταλικές και ισπανικές τράπεζες κέρδισαν, ενώ η προνομιακή μεταχείριση των ελληνικών ομολόγων από πλευράς ΕΚΤ, θα αποθαρρύνει τους υπόλοιπους επενδυτές από το να διατηρούν κρατικό χρέος. Αν αυτή η τάση συνεχιστεί για μερικά ακόμη χρόνια, μια διάλυση της ευρωζώνης θα ήταν πιθανή (χωρίς κατάρρευση), αλλά θα έθετε τις κεντρικές τράπεζες των δανειστριών χωρών απέναντι σε αυτές των χωρών που οφείλουν, με αιτήματα αποπληρωμής που δύσκολα θα μπορούσαν να ικανοποιηθούν.
Η γερμανική Bundesbank αντιλαμβάνεται τον παραπάνω κίνδυνο, και για αυτό ξεκίνησε εκστρατεία εναντίον της επέκτασης της χρηματικής προσφοράς, παίρνοντας μέτρα περιορισμού των απωλειών της σε περίπτωση διάλυσης της ευρωζώνης. Αυτό όμως προκαλεί ένα είδος αυτοεκπληρούμενης προφητείας. Από τη στιγμή που η Bundesbank αρχίζει να προφυλάσσεται έναντι μιας διάλυσης, σε λίγο όλοι θα κάνουν το ίδιο, με αποτέλεσμα να υπάρξει αναταραχή στις αγορές.
Η Bundesbank σφίγγει και την πίστωση στην Γερμανία την ίδια. Αυτή η τακτική ίσως να πετύχαινε αν η Γερμανία ήταν οικονομικά ανεξάρτητη. Μέσα όμως στα πλαίσια της ευρωζώνης, τα χρεωμένα κράτη χρειάζονται οπωσδήποτε την γερμανική ζήτηση για να αποφύγουν την ύφεση. Χωρίς τη ζήτηση αυτή, δεν θα μπορέσει να φέρει αποτελέσματα η δημοσιονομική συμφωνία που επιτεύχθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο.
Οι υπερχρεωμένες χώρες είτε θα αποτύχουν στην εφαρμογή των απαραίτητων όρων, είτε δεν θα μπορέσουν να πετύχουν τους στόχους τους, αφού η ασθενής ανάπτυξη μειώνει τα δημόσια έσοδα. Ότι και να γίνει, η αναλογία χρέους/ΑΕΠ θα αυξηθεί, και το χάσμα της ανταγωνιστικότητας με την Γερμανία θα αυξηθεί.
Είτε αντέξει, είτε όχι το ευρώ, η Ευρώπη θα αντιμετωπίσει μια μακρά περίοδο στασιμότητας.
Το ίδιο έχουν πάθει και άλλες χώρες στο παρελθόν. Τα λατινοαμερικανικά κράτη έχασαν μια ολόκληρη δεκαετία μετά το 1982 και η Ιαπωνία ζει την στασιμότητα επί 25 χρόνια. Και οι δυο επέζησαν. Η ΕΕ όμως, δεν είναι κράτος, και δεν θα μπορέσει να επιζήσει. Η παγίδα του αποπληθωριστικού χρέους απειλεί να καταστρέψει την ακόμη ατελή πολιτική ένωση.
Ο μόνος τρόπος για να ξεφύγει από την παγίδα, είναι να αναγνωρίσει ότι οι σημερινές πολιτικές είναι αντιπαραγωγικές και να αλλάξει πορεία. Δεν έχω κάποια ξεκάθαρη πρόταση, αλλά ξεχωρίζουν τρία πράγματα.
Πρώτον, οι κανόνες που διέπουν την ευρωζώνη απέτυχαν, και πρέπει να αλλάξουν. Η υπεράσπιση μιας κατάστασης που δεν λειτουργεί, απλά χειροτερεύει τα πράγματα.
Δεύτερον, η τρέχουσα κατάσταση είναι άκρως ανώμαλη, και χρειάζονται ριζοσπαστικά μέτρα για να επανέλθει η ομαλότητα. Τέλος, οι νέοι κανόνες θα πρέπει να αναγνωρίζουν την εγγενή αστάθεια των χρηματαγορών.
Για να είναι ρεαλιστική η σημερινή δημοσιονομική συμφωνία της ευρωζώνης θα πρέπει να αποτελέσει το κύριο σημείο. Οι ήδη εμφανείς ατέλειες θα πρέπει να αλλάξουν. Για να αποφευχθούν οι απάτες, όλες οι επενδύσεις θα πρέπει να εγκρίνονται από μια ευρωπαϊκή αρχή.
Μια μεγεθυμένη Ευρωπαϊκή Επενδυτική Τράπεζα θα μπορούσε να συγχρηματοδοτήσει τις επενδύσεις.
Το δημοσιονομικό καταστατικό της ΕΕ υποχρεώνει τις χώρες μέλη να μειώνουν κάθε χρόνο το δημόσιο χρέος τους κατά 1/20 του ποσού που ξεπερνά το 60% του ΑΕΠ. Προτείνω, οι χώρες μέλη να επιβραβεύουν την καλή συμπεριφορά, αναλαμβάνοντας από κοινού αυτή την υποχρέωση.
Τα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν μεταφέρει τα προνόμια τους στην εκτύπωση χρήματος στην ΕΚΤ, και αυτή κερδίζει από αυτό περίπου €25 δισ τον χρόνο. Αυτά τα προνόμια έχουν εκτιμηθεί από την Citibank και την Goldman Sachs, ότι αξίζουν περίπου €2-3 τρισ, επειδή θα κερδίζουν πιο πολλά όσο αναπτύσσεται η οικονομία, και τα επιτόκια επανέρχονται στο φυσιολογικό. Ένας ειδικός μηχανισμός που θα είχε αυτά τα δικαιώματα, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την ΕΚΤ για χρηματοδότηση της αγοράς ομολόγων, χωρίς να παραβιαστεί το άρθρο 123 της Συνθήκης της Λισσαβόνας.
Αν μια χώρα παραβιάσει την δημοσιονομική συμφωνία, θα απωλέσει το δικαίωμα ανταμοιβής της, και θα πρέπει να πληρώσει τόκους στο χρέος που θα έχει στα χέρια του ο μηχανισμός. Αυτό θα συντελέσει σε μια πιο αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία.
Ανταμείβοντας την καλή συμπεριφορά, η δημοσιονομική συμφωνία θα πάψει να αποτελεί μια αποπληθωριστική παγίδα, και το μέλλον θα είναι πιο αισιόδοξο. Επιπλέον, προκειμένου να μειωθεί το χάσμα της ανταγωνιστικότητας, όλα τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να αναχρηματοδοτήσουν το υπάρχον χρέος τους με το ίδιο επιτόκιο για όλους. Αυτό θα μπορεί να γίνει σταδιακά, αφού απαιτεί περισσότερη δημοσιονομική ένωση.
Η Bundesbank αποκλείεται να δεχτεί αυτές τις προτάσεις. Οι ευρωπαϊκές αρχές όμως θα πρέπει να τις μελετήσουν σοβαρά. Το μέλλον της Ευρώπης είναι πολιτικό ζήτημα, και άρα δεν θα πρέπει να υπόκειται στην κρίση της Bundesbank.
George Soros