Μέσα στην καταιγίδα των προβλέψεων του νέου Μνημονίου πέρασαν ίσως απαρατήρητες ορισμένα σημεία που από ότι φαίνεται θα σηματοδοτήσουν σαρωτικές αλλαγές στη συλλογική αντιπροσώπευση των εργαζομένων. Τα σημεία αυτά είναι εν συντομία η κατάργηση της Εργατικής Εστίας και η δια αυτής χρηματοδότηση των εργατικών συνδικάτων, η συρρίκνωση του ρόλου των κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών ΣΣΕ και κατάργηση της διαιτησίας επομένως και εν πολλοίς του δικαιώματος διμερούς ρύθμισης των ωρών απασχόλησης στο εργασιακό περιβάλλον.
Οι εξελίξεις αυτές προοιωνίζουν το ρέκβιέμ του συνδικαλισμού, τουλάχιστον στον ιδιωτικό τομέα.
Είναι αλήθεια ότι τις τελευταίες δύο δεκαετίες τα συνδικάτα έχουν γίνει αποδέκτες μιας σφοδρής κριτικής που τα θεώρησε ως στατικούς απαρχαιωμένους οργανισμούς που δεν έχουν επαφή με την πραγματικότητα.
Επομένως, σε ένα νέο εργασιακό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από ατομικές συμβάσεις εργασίας, συστήματα αμοιβής που συνδέονται με την απόδοση και επικέντρωση στους ατομικούς στόχους τα συνδικάτα λογίζονται ως αναχρονιστικά εμπόδια που στέκονται τροχοπέδη στην λειτουργία της οικονομίας της αγοράς.
Ειδικά στη χώρα μας η σχετική κριτική -που δεν ήταν αβάσιμη- επικεντρώθηκε στο γεγονός ότι ο συνδικαλισμός ήταν κρατικοδίαιτος και κομματικά εξαρτημένος, καθιέρωσε προνόμια και δημιούργησε συνθήκες απασχόλησης και κοινωνικής ασφάλισης δύο ταχυτήτων, ευνόησε τους insiders της αγοράς εργασίας σε βάρος των outsiders, χρησιμοποιήθηκε για την προώθηση άνομων ατομικών επιδιώξεων και αθέμιτων πολιτικών φιλοδοξιών.
Ας γυρίσουμε πίσω στα βασικά: εργατικό συνδικάτο είναι μια ανεξάρτητη αυτοδιοικούμενη οργάνωση που συστήνεται για να προωθήσει τα συμφέροντα των εργαζομένων διαμέσου της συλλογικής τους δράσης.
Τα εργατικά συνδικάτα υπάρχουν, ακριβώς, γιατί ο μεμονωμένος εργαζόμενος διαθέτει πολύ ισχνή διαπραγματευτική δύναμη για να επηρεάσει τις αποφάσεις που σχετίζονται με την εργασία τους Το σπουδαιότερο πλεονέκτημα για την ένταξη σε ένα εργατικό συνδικάτο είναι ότι ο εργαζόμενος αποκτά την δυνατότητα να έχει φωνή και επιρροή στο εργασιακό του περιβάλλον, να προστατεύσει και να βελτιώσει την αμοιβή και τις συνθήκες απασχόλησης.
Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι σε μονάδες παραγωγής όπου υπάρχει συνδικαλιστική οργάνωση οι εργαζόμενοι συνήθως αμείβονται καλύτερα και είναι λιγότερο πιθανό να απολυθούν σε σχέση με τους χώρους όπου δεν δραστηριοποιούνται συνδικάτα.
Ακόμη κι αν τα ελληνικά συνδικάτα βρίθουν αδυναμιών, ακόμη κι αν μπορούν να καταλογιστούν πολλά σε πρόσωπα και καταστάσεις που παρεισέφρησαν στην συλλογική έκφραση των μισθωτών την τελευταία 30ετία, το μέγα ερώτημα είναι πώς θα διαμορφωνόταν το τοπίο στην αγορά εργασίας χωρίς έναν μηχανισμό υπεράσπισης των συμφερόντων των εργαζομένων.
Σήμερα που κλονίζονται τα ιερά και τα όσια της εργασίας, η χώρα έχει περισσότερο από ποτέ άλλοτε την ανάγκη ενός ισχυρού εργατικού συνδικαλισμού, που όμως θα είναι απαλλαγμένος από τις κακοδαιμονίες του παρελθόντος και θα μπορεί να συμμετέχει ως αξιόπιστος συνομιλητής στις εθνικές και τις ευρωπαϊκές διαδικασίες κοινωνικού διαλόγου.
Τα συνδικάτα νέου τύπου οφείλουν να προσανατολιστούν λιγότερο στη διατήρηση συντεχνιακών επιδιώξεων και μικροσυμφερόντων και να αναπροσανατολιστούν στην προσφορά υπηρεσιών προς τα μέλη τους όπως είναι η νομική αντιπροσώπευση και προστασία, η πληροφόρηση, η εκπαίδευση και κατάρτιση, η ιατροφαρμακευτική κάλυψη κ.α.
Αν το συνδικαλιστικό κίνημα θέλει να οργανώσει το νέο εργατικό δυναμικό στην Ελλάδα του Μνημονίου θα πρέπει να μεταρρυθμίσει την ατζέντα και τις θεσμικές του πρακτικές για να συναντήσει τις ανάγκες των εργαζομένων στις εταιρίες φύλαξης και καθαρισμού, τα εστιατόρια, τα εμπορικά καταστήματα τα ξενοδοχεία, τις κλινικές και τα γραφεία.
* Επίκ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου
* Κουτρούκης, Θεόδωρος Α. | Koutroukis, Theodoros A. Σύντομη βιογραφία: Γεννήθηκε το 1966 στη Θεσσαλονίκη. Είναι οικονομολόγος της εργασίας και επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Σπούδασε στα Πανεπιστήμια Θεσσαλονίκης (B.Sc., M.Sc.), Πάντειο (Ph.D., PostDoc), Οικονομικό Αθηνών (PostDoc) και ΕΑΠ (M.A.). Είναι Μεσολαβητής-Διαιτητής συλλογικών διαπραγματεύσεων στον ΟΜΕΔ και αξιολογητής προγραμμάτων ΕΚΤ. Είναι μέλος του Οικονομικού Επιμελητηρίου και της Διεθνούς Ένωσης Εργασιακών Σχέσεων (IIRA). Εργάστηκε ως σύμβουλος επενδύσεων (αμοιβαία κεφάλαια) στην Interamerican. Είναι συγγραφέας εννέα βιβλίων, με πολλές δημοσιεύσεις σε ελληνικά και ξένα επιστημονικά περιοδικά. Συνεργάζεται με τις εφημερίδες “Επενδυτής” και “Θεσσαλονίκη”, καθώς και με τα περιοδικά “Δημόσιος Τομέας” και “Συνδικαλιστική Επιθεώρηση”.
Είναι ακόμη μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Ινστιτούτου Διαβουλεύσεων και Εργασιακών Μελετών (ΙΔΕΜ).