Στην ταινία «Αυτό που θέλουν οι γυναίκες» ο Μελ Γκίμπσον, πήρε μια ελαφριά γεύση από τους προβληματισμούς και τις επιθυμίες των γυναικών της σύγχρονης εποχής. Τι θα άκουγε άραγε αν βρισκόταν πριν 150 χρόνια στην Νέα Υόρκη; Τότε που οι συνθήκες εργασίας αλλά και διαβίωσης των γυναικών βρίσκονταν σε πολύ χειρότερο επίπεδο από ότι σήμερα.
Η σύγχρονη ιστορία διδάσκει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, είναι ο τόπος που γεννήθηκε το γυναικείο εργατικό κίνημα. Άρχισε δειλά δειλά το 1820 με μικρές απεργίες και κορυφώθηκε στις 8 Μαρτίου του 1857. Οι γυναίκες που εργάζονταν σε βιοτεχνίες που έφτιαχναν ρούχα, στην Νέα Υόρκη, απέργησαν ζητώντας καλύτερες συνθήκες και λιγότερες ώρες εργασίας. Η απεργία διαλύθηκε με βίαια μέσα από την αστυνομία της πόλης. Το γυναικείο εργατικό κίνημα είχε όμως γεννηθεί. Ένας σκληρός αγώνας για τα δικαιώματα της γυναίκας, στην εργασία αλλά και στην εκτός εργασίας ζωή της, ξεκίνησε και συνεχίζεται μέχρι της μέρες μας.
Η 8η Μαρτίου είναι αφιερωμένη στον αγώνα αυτό. Καθιερώθηκε ως η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, μετά από πρόταση της γερμανίδας σοσιαλίστριας Κλάρας Τσέτκιν (Clara Zetkin), το 1910 κατά την διάρκεια της Δευτέρας Διεθνούς Διάσκεψης Σοσιαλιστριών, στην Κοπεγχάγη. Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών καθιέρωσε το 1977, την 8η Μαρτίου ως Παγκόσμια Ημέρα για τα Δικαιώματα της Γυναίκας και την Διεθνή Ειρήνη.
Αυτό το παγκόσμιο κίνημα επηρέασε και την Ελλάδα φυσικά. Η θέση της γυναίκας στην ελληνική κοινωνία αναβαθμίστηκε, τουλάχιστον θεσμικά, το 1952 όπου με τον νόμο 2159 οι Ελληνίδες απέκτησαν το δικαίωμα «εκλέγειν και εκλέγεσθαι». Δηλαδή μπορούσαν πλέον να ψηφίζουν στις εκλογές, δημοτικές και βουλευτικές, αλλά και να υποβάλουν υποψηφιότητα σε αυτές για να εκλεγούν. Πρώτη Ελληνίδα βουλευτής ήταν η Ελένη Σκούρα που έβαλε υποψηφιότητα με το κόμμα «Ελληνικός Συναγερμός».
Η μητέρα μου, βάση και ενώπιον του νόμου, έγινε ίση με τον πατέρα μου μόλις το 1975. Η δε γιαγιά μου δεν πρόλαβε να πάρει αγροτική σύνταξη, μιας που ο σχετικός νόμος ψηφίστηκε το 1982. Και μην μου πει κανείς ότι δούλευε λιγότερο από τον παππού μου. Ξύπναγε μία ώρα πριν από αυτόν, ετοίμαζε την μητέρα μου και τις αδερφές της για το σχολείο, συνόδευε τον παππού μου στα χωράφια που καλλιεργούσαν μαζί, από το μεσημέρι μέχρι το βράδυ έκανε τις δουλειές του σπιτιού και κοιμόταν δύο ώρες μετά τον παππού μου. Μάλλον περισσότερες ώρες δούλευε.
Ο νομοθέτης χρειάστηκε άλλα δύο χρόνια για να ορίσει, το 1984, ότι για τον βιασμό ασκείται αυτεπάγγελτη δίωξη. Και ακόμα δύο, για να νομιμοποιήσει τις αμβλώσεις το 1986.
Την ισοτιμία όμως μεταξύ των δύο φύλλων δεν θα την φέρουν οι νόμοι. Θα την φέρουν οι άνθρωποι. Θα την φέρω εγώ, όταν σέβομαι την συνάδερφό μου στην εργασία και της αναγνωρίζω τους κόπους και τις επιτυχίες. Θα την φέρεις εσύ όταν δεν θεωρείς ότι μοναδική σου εργασία είναι η πρωινή και ότι οι δουλειές του σπιτιού είναι ευθύνη της γυναίκας σου. Θα την φέρει ο κάθε υιός όταν βοηθάει και λέει ένα ευχαριστώ στην μητέρα του. Θα την φέρει ο κάθε πατέρας όταν σέβεται τις ανάγκες και τις επιθυμίες της κόρης του. Θα την φέρουμε όλοι εμείς οι άντρες που θα καταλάβουμε, και θα αποδείξουμε με πράξεις, ότι είμαστε ίσοι με τις γυναίκες αλλά όχι ίδιοι. Που θα τις σεβαστούμε και θα τις αγαπήσουμε όπως εκτιμάμε και αγαπάμε την αδερφή μας και την μάνα μας. Γυναίκες άλλωστε είναι και αυτές.