Οι υπερβολικές απαιτήσεις τορπιλίζουν το εγχείρημα
Αμφιβολίες για το αν το οικονομικό πρόγραμμα που καλείται να ψηφίσει η Βουλή μπορεί να ικανοποιήσει τον στόχο για χρέος 120% του ΑΕΠ το 2020 εκφράζουν τόσο το ΔΝΤ όσο και το Βερολίνο.
Σύμφωνα με ορισμένες πηγές αυτός ήταν ο βασικός λόγος που το Eurogroup της περασμένης Πέμπτης δεν ενέκρινε τη συμφωνία για τη νέα δανειακή σύμβαση. Το ΔΝΤ και η γερμανική κυβέρνηση θεωρούν ότι το «κούρεμα» κατά 50% των ομολόγων που κατέχει ο ιδιωτικός τομέας (PSI) δεν αρκεί για να καταστεί βιώσιμο το χρέος και ότι θα χρειαστεί και πρόσθετο «κούρεμα» στο μέλλον.
Ως εκ τούτου εκτιμούν ότι θα χρειαστεί να διευρυνθεί η «περίμετρος» του PSI και να συμπεριληφθούν στο «κούρεμα» και ομόλογα που κατέχουν η ΕΚΤ και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες. Οι τελευταίες όμως δεν είναι διατεθειμένες να υποστούν ζημιές, με αποτέλεσμα η Γερμανία και το ΔΝΤ να εμφανίζονται προβληματισμένες και να αυξάνουν τις πιέσεις προς την Ελλάδα σε σημείο που να θεωρείται ότι προσπαθούν να τορπιλίσουν το εγχείρημα.
«Η Γερμανία και το ΔΝΤ βλέπουν ότι η λύση της 26ης Οκτωβρίου δεν καθιστά βιώσιμο το χρέος και θέλουν να μεταφέρουν στην Ελλάδα την ευθύνη για ενδεχόμενη αποτυχία του προγράμματος αξιώνοντας υπερβολικές απαιτήσεις» αναφέρουν τραπεζικές πηγές.
Μάλιστα ο γενικός διευθυντής του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (ΙΙF)Τσαρλς Νταλάρα φέρεται να έχει εκφράσει την άποψη ότι «κάθε φορά που ολοκληρώνουμε μια συμφωνία με το Ελληνικό Δημόσιο για το PSI εμφανίζεται το ΔΝΤ και εγείρει ζητήματα δημιουργώντας προβλήματα».
Τακτική εξώθησης από το ευρώ
Η τακτική αυτή εξυπηρετεί τη Γερμανία και το ΔΝΤ στην περίπτωση κατά την οποία θελήσουν να οδηγήσουν την Ελλάδα εκτός ευρωζώνης ή θεωρήσουν ότι η επιλογή της 26ης Οκτωβρίου και του PSI plus δεν αποτελεί λύση στο ελληνικό ζήτημα και αναζητήσουν διέξοδο για την εφαρμογή ενός νέου πακέτου που θα περιλαμβάνει μεγαλύτερο «κούρεμα».
Την εγκατάλειψη της 26ης Οκτωβρίου και την υιοθέτηση ενός νέου «κουρέματος» με τη συμμετοχή όχι μόνο του ιδιωτικού τομέα (τράπεζες, επενδυτικά κεφάλαια κλπ) αλλά και κρατών, οργανισμών και κεντρικών τραπεζών, με παράλληλη βοήθεια μέσω ενός προγράμματος τύπου Σχεδίου Μάρσαλ, υποστήριξε την περασμένη εβδομάδα σε άρθρο του το γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel». Σε κάθε περίπτωση, Βερολίνο και ΔΝΤ με αυτή τη στάση τους αυξάνουν την πίεση προς το ελληνικό πολιτικό σύστημα για την ψήφιση και υλοποίηση της συμφωνίας.
Μεγαλώνει η «μαύρη τρύπα»
Καλά πληροφορημένες πηγές αναφέρουν ότι ο γερμανός υπουργός ΟικονομικώνΒόλφγκανγκ Σόιμπλε και το επιτελείο του εκτιμούν πως το ελληνικό χρέος θα διαμορφωθεί σε 128% του ΑΕΠ το 2020. Σύμφωνα μάλιστα με δημοσίευμα του πρακτορείου Reuters την εκτίμηση αυτή εξέφρασε την Παρασκευή ο γερμανός υπουργός σε βουλευτές του κόμματος των Χριστιανοδημοκρατών (CDU). Η πρόεδρος του ΔΝΤΚριστίν Λαγκάρντ τοποθετεί το ποσοστό λίγο υψηλότερα, στο 130% του ΑΕΠ. Αν και οι Γερμανοί φέρονται διατεθειμένοι να αποδεχθούν έναν αναθεωρημένο στόχο περί το 125% του ΑΕΠ, το ΔΝΤ από τον κανονισμό του δεν συμβιβάζεται με τίποτε περισσότερο από το 123% του ΑΕΠ.
Κοινοτικοί κύκλοι σχολιάζοντας τη στάση των Γερμανών και του ΔΝΤ αναφέρουν ότι «οι όποιοι υπολογισμοί γίνονται από οικονομικά μοντέλα με συγκεκριμένες παραδοχές και το ενδεχόμενο λάθους, όπως ήδη έχει αποδειχθεί από τις εκτιμήσεις της τρόικας για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, είναι αρκετά υψηλό. Αλλωστε» αναρωτιούνται οι ίδιοι «πώς μπορείς να βάλεις σε ένα μοντέλο τη μακροχρόνια πορεία μιας οικονομίας;».