Μέχρι το βράδυ της Κυριακής οι αποφάσεις για PSI και νέα δανειακή σύμβαση -Ολόκληρη η ομιλία του Ευάγγελου Βενιζέλου στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ…
Σήμερα Παρασκευή ή -το πιθανότερο- το Σάββατο θα γίνει η νέα σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών που στηρίζουν την κυβέρνηση υπό τον Πρωθυπουργό Λουκά Παπαδήμο, προκειμένου να εξετασθούν τα νέα δεδομένα για το ΡSI και τη δανειακή σύμβαση. Μέχρι την Κυριακή, η κυβέρνηση και τα κόμματα που την στηρίζουν θα κληθούν να λάβουν σημαντικές αποφάσεις μετά τη διορία που έδωσε η Ευρωπαϊκή Ένωση στην Ελλάδα για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων με την τρόικα και τους ιδιώτες πιστωτές. «Εξαιρετικά δύσκολες» χαρακτήρισε τις διαπραγματεύσεις για το κούρεμα του χρέους ο Πρόεδρος του Eurogroup Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. «Μέχρι το βράδυ της Κυριακής πρέπει να κερδίσουμε το στοίχημα της επόμενης δεκαετίας», είπε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ευάγγελος Βενιζέλος.
Οι τρεις αρχηγοί των κομμάτων που στηρίζουν την κυβέρνηση αναμένεται να βρεθούν αντιμέτωποι με δύσκολες αποφάσεις σε τρία κυρίως θέματα (τους μισθούς, τις επικουρικές συντάξεις και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών), κατά τη νέα συνάντησή τους με τον Πρωθυπουργό.
Βενιζέλος: Οι διαπραγματεύσεις για το PSI έχουν, ουσιαστικά, ολοκληρωθεί
«Οι διαπραγματεύσεις για το περιβόητο PSI, για τη συμμετοχή των ιδιωτών σε ένα σχήμα μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους, έχουν ουσιαστικά ολοκληρωθεί», τόνισε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομικών Ευάγγελος Βενιζέλος, μιλώντας στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ.
«Ακόμη και τώρα, μια από τις μεγάλες εκκρεμότητες που πρέπει να λυθεί μέχρι το Eurogroup της Δευτέρας, είναι να διασφαλιστούν οι όροι συμμετοχής του επίσημου τομέα, δηλαδή των ευρωπαίων εταίρων μας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, σ’ αυτό που λέγεται OSI, δηλαδή συμμετοχή του επίσημου τομέα στην προσπάθεια για μείωση του ελληνικού δημόσιου χρέους», είπε ο κ. Βενιζέλος.
Όσον αφορά στο ζήτημα της τραπεζικής επανακεφαλαιοποίησης, ο Ευάγγελος Βενιζέλος ανέφερε ότι θα γίνει με κοινές μετοχές, χωρίς πάντως να δίνει περισσότερες λεπτομέρειες. «Η κυβέρνηση βρίσκεται σε σκληρές διαπραγματεύσεις με την τρόικα για τον τρόπο ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών» ανέφερε ο υπουργός.
Γιούνκερ: «Εξαιρετικά δύσκολες» οι διαπραγματεύσεις για το κούρεμα
«Εξαιρετικά δύσκολες» χαρακτήρισε τις εξελισσόμενες διαπραγματεύσεις για το κούρεμα του ελληνικού χρέους ο Πρόεδρος του Eurogroup Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, μιλώντας στο Κοινοβούλιο του Λουξεμβούργου.
Την ίδια στιγμή, ο Πρόεδρος της Deutsche Bank Γιόζεφ Άκερμαν υποστήριξε ότι η Αθήνα και οι ιδιώτες δανειστές βρίσκονται κοντά σε συμφωνία για το χρέος, ώστε να αποτραπεί μια στάση πληρωμών της Ελλάδας.
Μιλώντας στην ετήσια συνέντευξη Τύπου της Deutsche Bank, ο κ. Άκερμαν προειδοποίησε για τους κινδύνους διάχυσης σε άλλες χώρες της ευρωζώνης, από μια στάση πληρωμών της Ελλάδας και δήλωσε ότι ο ίδιος εμπλέκεται άμεσα στις συνομιλίες ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και τους δανειστές.
«Διακυβεύονται τόσα πολλά, ώστε όλοι πρέπει να συμβάλλουμε», τόνισε ο κ. Άκερμαν, προσθέτοντας ότι η επίλυση του προβλήματος του ελληνικού χρέους θα βοηθήσει να χαλαρώσουν οι πιέσεις που δέχονται άλλες χώρες της ευρωζώνης με μεγάλο χρέος, όπως η Πορτογαλία.
Ο επικεφαλής της Deutsche Bank δήλωσε πως περιμένει ότι τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και η Αθήνα θα υπογράψουν μια εθελοντική συμφωνία για «κούρεμα» ως 70%.
«Μια στάση πληρωμών θα μας κόστιζε πολύ περισσότερο», κατέληξε ο κ. Άκερμαν.
Σόιμπλε: Δεν είναι ανάγκη να συμμετάσχει ο δημόσιος τομέας στην αναδιάρθρωση του χρέους
Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε υποστήριξε ότι δεν είναι ανάγκη να συμμετάσχει ο δημόσιος τομέας στην αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.
«Δεν υπάρχει ανάγκη να συμμετάσχει επιπλέον ο δημόσιος τομέας», είπε ο κ. Σόιμπλε σε συνέντευξη που παραχώρησε στο τηλεοπτικό κανάλι n-tv, εξηγώντας ότι έχει ήδη συμβάλει με δάνειο ύψους 110 δισεκατομμυρίων ευρώ από τον Μάιο του 2010 και ότι ήδη είναι σε διαπραγμάτευση με την Ελλάδα για άλλο ένα δάνειο, υπό ορισμένους όρους.
Οι ιδιώτες πιστωτές «κέρδισαν αρκετά από τα (υψηλά) επιτόκια» των ελληνικών ομολόγων και θα πρέπει τώρα να δεχτούν τις απώλειες, σημείωσε.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) καλείται από ορισμένες πλευρές να δεχτεί την απομείωση της αξίας των ελληνικών ομολόγων που έχει στην κατοχή της, ώστε να μοιραστεί το βάρος με τους ιδιώτες πιστωτές, ένα ενδεχόμενο με το οποίο διαφωνεί η Γερμανία.
«Η ΕΚΤ ανέλαβε τις ευθύνες της και φροντίζει ώστε να υπάρχει ρευστότητα», είπε ο κ. Σόιμπλε, αναφερόμενος στο δάνειο, διάρκειας τριών ετών, που χορήγησε η ΕΚΤ σε τράπεζες χωρών της ευρωζώνης τον Δεκέμβριο.
Ο γερμανός υπουργός επέμεινε ότι οι χώρες της ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν δυσκολίες δεν θα πρέπει να βασίζονται μόνο στην εξωτερική βοήθεια αλλά να προχωρήσουν στις απαραίτητες δομικές μεταρρυθμίσεις για να βγουν από την κρίση.
Ολόκληρη η ομιλία του Ευάγγελου Βενιζέλου στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ
Αγαπητέ Πρόεδρε, αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι, ο ιστορικός χρόνος δεν έχει πολύ καλή σχέση με το συνηθισμένο, τον ημερολογιακό χρόνο. Από σήμερα μέχρι το βράδυ της Κυριακής, αυτές τις τρεις, τρεισήμισι μέρες, συμπυκνώνεται μια τεράστια προσπάθεια. Πρέπει να διαπραγματευθούμε, να λάβουμε αποφάσεις, να κερδίσουμε το στοίχημα της επόμενης δεκαετίας. Αυτές οι λίγες μέρες, οι λίγες ώρες, είναι καθοριστικές για την υπόσταση της χώρας μας, για το μέλλον της πατρίδας μας. Όλα όσα κάναμε, από τις εκλογές του 2009 και ιδίως από το Μάιο του 2010 έως σήμερα, κρίνονται τώρα.
Τώρα ξαναγνωριζόμαστε, όπως έχω πει κι άλλες φορές, όλοι μας, τώρα διεξάγεται η διαπραγμάτευση, τώρα διαμορφώνονται οι συσχετισμοί, τώρα ο καθένας καλείται ν’ αναλάβει την ευθύνη του απέναντι στην πατρίδα και απέναντι στον ελληνικό λαό.
Οι διαπραγματεύσεις για το περιβόητο PSI, για τη συμμετοχή των ιδιωτών σ’ ένα σχήμα μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους, έχουν ουσιαστικά ολοκληρωθεί. Συζητήσεις δύσκολες, συζητήσεις τεχνικά περίπλοκες, που τις παρακολουθεί η διεθνής αγορά με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον γιατί εκτός από τους θεσμικούς συνομιλητές μας, υπάρχουν πάμπολλοι, πανίσχυροι κερδοσκοπικοί κύκλοι που περιμένουν να κερδίσουν μέσα από την αποτυχία αυτής της τεράστιας προσπάθειας.
Σας ξαναλέω γιατί αξίζει να το λέμε πολύ συχνά, ότι εφ’ όσον όλο αυτό ολοκληρωθεί και πετύχει, θα έχουμε απαλλάξει τον ελληνικό λαό από ένα τεράστιο δημοσιονομικό, χρηματοοικονομικό και τελικά πολιτικό βάρος. Γιατί το δημόσιο χρέος, το δυσβάσταχτο και εκτροχιασμένο δημόσιο χρέος, αυτό είναι που περιορίζει την εθνική κυριαρχία, αυτό είναι που μειώνει την οικονομική και τελικά την πολιτική ισχύ μιας χώρας.
Εφ’ όσον λοιπόν αυτή η προσπάθεια ευδοκιμήσει, θα έχουμε απαλλάξει για πρώτη φορά, μετά από δεκαετίες ολόκληρες κατά τη διάρκεια των οποίων προστίθεται δημόσιο χρέος στις πλάτες του ελληνικού λαού, θα έχουμε απαλλάξει τον ελληνικό λαό από 100 ολόκληρα δισεκατομμύρια χρέους, από 47 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ.
Είμαστε, όπως είπα χτες στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, ένα τυπικό βήμα πριν από την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων αυτών. Απομένουν λίγα, όχι αδιάφορα ζητήματα. Οι συζητήσεις μας με το IIF, με τους πιστωτές, με τον Charles Dallara που μνημόνευσε προηγουμένως ο Πρόεδρος Γιώργος Παπανδρέου και τους συνεργάτες του, είχαν σκαμπανεβάσματα γιατί εμείς στην πραγματικότητα αναγκαζόμαστε να μετέχουμε σε μια διπλή διαπραγμάτευση: σε μια διαπραγμάτευση για το PSI με τους ιδιώτες και σε μια διαπραγμάτευση πάλι για το PSI με τους θεσμικούς μας εταίρους, χωρίς τη στήριξη και τη συμμετοχή των οποίων δε μπορεί να επιτευχθεί και να εφαρμοστεί η συμφωνία με τους ιδιώτες.
Ακόμη και τώρα, μια από τις μεγάλες εκκρεμότητες που πρέπει να λυθεί μέχρι το Eurogroup της Δευτέρας, εφ’ όσον δεν έχουμε κάποια μικρή μετακίνηση της ημερομηνίας σύγκλησης του οργάνου, είναι να διασφαλιστούν οι όροι συμμετοχής του επίσημου τομέα, δηλαδή των Ευρωπαίων εταίρων μας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, σ’ αυτό που λέγεται OSI, δηλαδή συμμετοχή του επίσημου τομέα, του Official Sector, στην προσπάθεια για μείωση του ελληνικού δημόσιου χρέους. Για ένα χρέος που όχι απλώς μειώνεται, αλλά καθίσταται βιώσιμο, δηλαδή διαχειρίσιμο με πολύ συγκεκριμένα κριτήρια που λαμβάνουν υπ’ όψιν τους δυσμενείς παραδοχές και προβάλλονται το 2020.
Ξέρετε ότι στόχος μας είναι το ελληνικό δημόσιο χρέος να κινείται στην περιοχή του 120% του ΑΕΠ το 2020 και αυτό απαιτεί όχι μόνο επιτυχία του PSI αλλά και ολοκλήρωση ενός παράλληλου OSI, ενός Official Sector Involvement. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να κινητοποιηθεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, πρέπει να λύσουμε θέματα που αφορούν τις εθνικές κεντρικές Τράπεζες, πρέπει να λύσουμε θέματα ύψους του επιτοκίου του αρχικού ελληνικού δανείου.
Θα μου πείτε: Τι μπορεί να ενδιαφέρουν τον Έλληνα πολίτη όλα αυτά; Γιατί πρέπει να ενδιαφέρεται ο Έλληνας πολίτης που βλέπει να μειώνεται το εισόδημά του, να μειώνεται ο μισθός του, να μειώνεται η σύνταξή του, να είναι άνεργο το παιδί του ή άνεργος ο ίδιος, να πληρώνει περισσότερους φόρους, να μη βλέπει τη συμπίεση και τη μείωση των τιμών σε βασικά είδη που διαμορφώνουν το καλάθι του φτωχού νοικοκυριού ή του μεσαίου νοικοκυριού; Γιατί πρέπει να ενδιαφερθεί ο Έλληνας πολίτης γι’ αυτές τις φαινομενικά τεχνικές και δυσνόητες λεπτομέρειες;
Γιατί όλα αυτά είναι βαθιά πολιτικά και όλα αυτά επηρεάζουν τη ζωή του. Επηρεάζουν το δημοσιονομικό πλαίσιο, επηρεάζουν την υπόσταση και την αξιοπρέπεια και την υπερηφάνεια της χώρας, επηρεάζουν τη δυνατότητά μας ν’ αποκαταστήσουμε αδικίες και ανισότητες, ν’ ανακτήσουμε το χαμένο έδαφος, να ξαναβρούμε τους ρυθμούς της χώρας, να ξαναποκτήσουν οι Έλληνες αισιοδοξία, προοπτική, να φύγει πάνω από τη χώρα το βαρύ σύννεφο της συλλογικής απαισιοδοξίας και κατάθλιψης.
Για να το πετύχουμε αυτό, για να πετύχουμε το περιβόητο PSI και το OSI πρέπει να συμφωνήσουμε στους όρους του νέου προγράμματος. Πρέπει να συμφωνήσουμε με τους εταίρους μας, με τις χώρες-μέλη της Ευρωζώνης, με 16 διαφορετικά Κοινοβούλια, 16 διαφορετικές κυβερνήσεις που απολογούνται σε εκλογικά σώματα, που δέχονται κριτική από Μέσα Ενημέρωσης, που πρέπει να πείσουν κοινωνίες των πολιτών. Πρέπει λοιπόν να συμφωνήσουμε με τους Ευρωπαίους Εταίρους μας, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, στο ουσιαστικό περιεχόμενο του νέου προγράμματος, που προσφέρει στη χώρα 130 τουλάχιστον – γιατί έχει αρχίσει να γίνεται δειλά – δειλά λόγος και για μια μικρή αύξηση – 130 δισ. από σήμερα μέχρι το 2015.
Όπως εμείς με ηρωισμό, εσείς και μαζί με σας και εμείς τα μέλη της Κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου και τώρα του Λουκά Παπαδήμου, αλλά κυρίως οι βουλευτές που δεν έχουν και το πλεονέκτημα μιας προσωπικής ενασχόλησης με τομείς πολιτικής ως Υπουργοί έχετε σηκώσει ένα τεράστιο βάρος, έχετε λάβει αποφάσεις που κανείς δεν περίμενε στην πολιτική του διαδρομή, ή στους πολιτικούς του στοχασμούς ότι θα κληθεί να λάβει και τώρα, πρέπει πάλι να απαντήσουμε σε πολύ σκληρά διλήμματα, σε τέτοια διλήμματα από τη δική τους οπτική γωνία πρέπει να απαντήσουν και οι συνάδελφοί τους σε 16 διαφορετικά Κοινοβούλια της Ευρωζώνης.
Γι’ αυτούς είναι σημαντικό να ξέρουν για ποιο λόγο δανείζουν, με ποιους όρους δανείζουν, γιατί πρέπει να βοηθήσουν την Ελλάδα και τους Έλληνες, ιδίως όταν πρόκειται για χώρες με πολύ μικρότερο κατά κεφαλήν εισόδημα, για χώρες με πολύ μικρότερους μισθούς και πολύ μικρότερες συντάξεις, για χώρες οι οποίες έχουν ένα επίπεδο ζωής πολύ δυσμενέστερο από το επίπεδο ζωής που έχουμε κατακτήσει στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες.
Πρέπει λοιπόν να διαπραγματευθούμε και να πείσουμε 16 διαφορετικές κυβερνήσεις και Βουλές, όργανα, την Επιτροπή, το EFSF, την Τράπεζα, τις τράπεζες τις κεντρικές των 16 χωρών της Ευρωζώνης. Πρέπει να πείσουμε το Δ.Σ. του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, χώρες που έχουν μια πάρα πολύ αχνή αντίληψη για το τι σημαίνει Ελλάδα, ακόμα και για το τι σημαίνει Ευρωζώνη.
Πρέπει να εκφραστούν οι εκπρόσωποι της Βραζιλίας, της Ρωσίας, της Κίνας, της Ιαπωνίας, των χωρών που βρίσκονται σε τελείως διαφορετικό στάδιο ανάπτυξης και που δεν αντιλαμβάνονται τι σημαίνει να παίρνει μια χώρα βοήθεια συνολικού ύψους 240 δισεκατομμυρίων για να λύσει το δημοσιονομικό της πρόβλημα. Πρόκειται για βοήθεια δυσθεόρατου και πρωτοφανούς ύψους για τα δεδομένα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Με αυτές τις συνθήκες, υπό την πίεση των αγορών και με τους κερδοσκόπους να αναμένουν, πρέπει να κλείσουμε αυτή την διαπραγμάτευση τις επόμενες τρεις το πολύ τέσσερις μέρες.
Στην πραγματικότητα όλα όσα κάναμε και κυρίως όλα όσα έκανε ο ελληνικός λαός, όλες οι θυσίες του, όλες οι προσμονές του, όλο αυτό το παράπονο που βγαίνει μέσα από την ψυχή του λαού μας, γιατί πρέπει να διαψεύδονται βεβαιότητες και επενδύσεις και ιδρώτας πολλών δεκαετιών, κρίνεται και πάλι. Όλο το παιχνίδι ξαναπαίζεται από την αρχή αυτές τις τρεις, τέσσερις μέρες. Πρέπει να δικαιώσουμε την προσπάθειά μας, πρέπει να δικαιώσουμε την προσπάθεια, τον κόπο και τις θυσίες του ελληνικού λαού και πρέπει να ξαναδώσουμε προοπτική λέγοντας αλήθεια. Νομίζω ότι αυτό είναι που δεν δικαιολογεί πρωτίστως ο ελληνικός λαός. Να του πεις ξανά ψέματα, μισόλογα, να εξωραΐσεις καταστάσεις.
Θέλω λοιπόν, όπως ακριβώς έκανε και ο Γιώργος Παπανδρέου προηγουμένως, να πω απευθυνόμενος σε σας και έτσι ουσιαστικά στους Έλληνες πολίτες ότι αυτό που θα πετύχουμε τώρα ολοκληρώνοντας την πολλαπλή αυτή διαπραγμάτευση για το νέο πρόγραμμα και για το PSI, είναι να σταθεροποιήσουμε δημοσιονομικά και χρηματοοικονομικά τη χώρα.
Αυτό πετυχαίνουμε τώρα. Πετυχαίνουμε μια διασφάλιση δημοσιονομική και χρηματοοικονομική. Πετυχαίνουμε πως η χώρα δεν θα πτωχεύσει, πως οι δανειακές μας ανάγκες, όχι μόνο μέχρι το 2020 αλλά και για πολλές δεκαετίες μετά είναι διασφαλισμένες, γιατί θα πραγματοποιηθεί μια κολοσσιαία μετακίνηση ομολόγων και μια κολοσσιαία ανταλλαγή ομολόγων. Μετά το κούρεμα, μετά την μείωση κατά 100 δισ. ευρώ. Γιατί από τα 200 δισ. ευρώ που έχουν στα χέρια τους οι ιδιώτες πιστωτές, απομένουν εκατό, από τα εκατό τα τριάντα τα αναλαμβάνει ο επίσημος τομέας, τα αναλαμβάνουν οι θεσμικοί μας εταίροι και τα μόλις εβδομήντα που απομένουν στα χέρια των ιδιωτών μετατρέπονται σε άλλου τύπου ομόλογα, πολύ μεγαλύτερης διάρκειας και πολύ καλύτερων όρων πληρωμής. Με ένα συντριπτικά χαμηλό επιτόκιο, με ένα επιτόκιο που δεν έχει καμία σχέση με τα επιτόκια με τα οποία δανείζονται τώρα πολύ μεγάλες, βιομηχανικές, ανταγωνιστικές χώρες της Ευρωζώνης. Και αυτό είναι ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης και σταθερότητας που διαρκεί τα επόμενα 40 χρόνια.
Αυτό είναι μια μεγάλη ιστορική ανάσα για το Έθνος και η δημοσιονομική διασφάλιση έχει και μια άλλη όψη, την χρηματοοικονομική διασφάλιση. Γιατί ταυτόχρονα εξυγιαίνεται το τραπεζικό σύστημα, το τραπεζικό σύστημα, αποκτά σταθερές βάσεις και μπορεί να υποδεχθεί πίσω τα 65 δις καταθέσεων που έφυγαν τα 2,5 τελευταία χρόνια από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, κατεδαφίζοντας ουσιαστικά την ρευστότητα και στερώντας από επιχειρήσεις και νοικοκυριά την δυνατότητα να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις ή ελπίδες για μια καλύτερη ζωή μέσα από ένα σπίτι.
Έχει λοιπόν πολύ μεγάλη σημασία να πούμε στον ελληνικό λαό, ότι βάζουμε τις βάσεις για να αλλάξει το επίπεδο ρευστότητας μέσα από την εκπλήρωση καθυστερημένων, ξεχασμένων, ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου προς ιδιώτες, άρα θα πέσει χρήμα στην αγορά και μέσα από την αλλαγή, την σταδιακή και επίπονη αλλά αλλαγή, του τρόπου λειτουργίας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
Για να γίνει όμως αυτό χρειάζεται – όπως σας είπα – να διαμορφώσουμε και ένα κίνημα επιστροφής καταθέσεων. Τώρα που θα πειστούν όλοι αυτοί που ήσαν έως τώρα δύσπιστοι και επιφυλακτικοί, ότι η Ελλάδα έχοντας αυτή τη στήριξη μένει οριστικά στο ευρώ και αποκτά ένα σταθερό και ασφαλές πολλαπλά εγγυημένο τραπεζικό σύστημα. Και επειδή άκουσα να γίνεται πολύς λόγος για τον τρόπο με τον οποίον θα διασφαλιστεί η συμμετοχή του ελληνικού δημοσίου στην επανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών και σωστά αναφέρθηκε σε αυτό ο Γιώργος Παπανδρέου προηγουμένως γιατί το συζητήσαμε δια μακρόν στη συνάντηση που είχαμε νωρίτερα, πρέπει να σας πω ότι αυτό είναι ένα σημείο στο οποίο διεξάγεται μια πάρα πολύ σκληρή, πάρα πολύ σκληρή διαπραγμάτευση με την Τρόικα.
Η Τρόικα σε συμφωνία με την Ελληνική Κυβέρνηση ζήτησε σε προηγούμενη εκδοχή του Μνημονίου η επανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών να γίνει μέσω κοινών μετοχών. Το Ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας να χρηματοδοτεί τις τράπεζες με κοινές μετοχές και όχι με προνομιούχες, όπως προέβλεπε ο νόμος του 2008 δυνάμει του οποίου έχουν δοθεί 5 δισ. ευρώ προνομιούχων μετοχών το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, η χρηματιστηριακή αξία του οποίου συνολικά κινείται σήμερα σε επίπεδα κάτω των 5 δισ. ευρώ.
Ο νόμος που ψηφίσαμε μαζί στα τέλη Αυγούστου για την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος προβλέπει ρητά τις κοινές μετοχές. Και άκουσα σύμβουλο του αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας να δηλώνει την προτίμησή του για προνομιούχες μετοχές ως μηχανισμό ενίσχυσης των ελληνικών Τραπεζών, αγνοώντας προφανώς ότι με βάση τους κανόνες που ισχύουν σήμερα για το διεθνές τραπεζικό σύστημα, τους κανόνες της Βασιλείας ΙΙ και ΙΙΙ, τώρα πλέον οι προνομιούχες μετοχές δεν συνυπολογίζονται στα κεφάλαια του σκληρού πυρήνα, στο λεγόμενο Core Tier 1, άρα δεν παίζει η λύση των προνομιούχων μετοχών.
Η λογική η δική μας και σε αυτό είναι πάρα πολύ καθαρή η γραμμή του Υπουργείου Οικονομικών με την απόλυτη η στήριξη του Πρωθυπουργού, είναι ότι ο ελληνικός λαός στηρίζει τις Τράπεζες με ένα δυσθεώρητο ποσό 40 περίπου δισ. ευρώ, αυτό βαραίνει το δημόσιο χρέος και ο ελληνικός λαός πρέπει να έχει στα χέρια του αντίστοιχα περιουσιακά δικαιώματα και την προοπτική και την προσδοκία να ανακτήσει τα ποσά αυτά στο μέλλον. Εμείς δεν θέλουμε ούτε θέλαμε ποτέ να κρατικοποιήσουμε τις Τράπεζες, ή να τις μετατρέψουμε σε ΔΕΚΟ. Θέλουμε ανταγωνιστικές Τράπεζες που λειτουργούν με βάση τους διεθνείς κανόνες, υπό τον έλεγχο του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Θα ήμασταν ευτυχείς αν η επανακεφαλαιοποίηση γινόταν κατ’ ευθείαν από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, από το EFSF, χωρίς να μεσολαβούμε και χωρίς να αναλαμβάνουμε το βάρος 40 δισ. ευρώ στο δημόσιο χρέος. Εφόσον όμως αναλαμβάνουμε αυτό το βάρος, πρέπει να έχουμε και τα αντίστοιχα περιουσιακά στοιχεία, δηλαδή την αντίστοιχη προσδοκία να μετάσχουμε στο όφελος από την άνοδο της αξίας των μετοχών.
Και για να συμβεί αυτό, πρέπει οι μετοχές που θα έχει στα χέρια του το ελληνικό δημόσιο, να είναι της καλύτερης δυνατής ποιότητας δηλαδή κοινές μετοχές -φυσικά οι κοινές μετοχές έχουν ψήφο. Τον τρόπο με τον οποίο το ελληνικό δημόσιο θα ασκεί τα δικαιώματά του ως μέτοχος, θα τον συζητήσουμε και θα τον ρυθμίσουμε νομοθετικά γιατί με επαγγελματικό τρόπο και διαφάνεια το Ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας θα ασκεί τα δικαιώματα αυτά, όχι με κομματικά ή πελατειακά κριτήρια, όχι με εμπειρισμό, αλλά όπως επιβάλλουν οι διεθνώς αποδεκτοί κανόνες του καλού τραπεζικού management. Ο ελληνικός λαός όμως ως μέτοχος πρέπει να έχει στο χαρτοφυλάκιό του χαρτιά της καλύτερης δυνατής αξίας και προοπτικής.
Οι ιδιώτες θέλουμε να αποκτήσουν ένα μεγάλο μέρος του χαρτοφυλακίου αυτού, γιατί τα λεφτά που χρειάζεται ιστορικά ο λαός, το έθνος, οι επόμενες γενιές προκειμένου να βγάλουμε από πάνω μας το βάρος των χρημάτων που θα δώσουμε για την επανακεφαλαιοποίηση θα μας τα δώσει η αγορά. Αλλά αυτό δεν είναι κάτι που θα γίνει σήμερα – αύριο, θα γίνει σταδιακά, με ένα οργανωμένο τρόπο, ο οποίος πρέπει να έχει ως μόνο κριτήριό του τη διασφάλιση των συμφερόντων του ελληνικού δημοσίου και του ελληνικού λαού.
Ποιος θα αποφασίσει για το ζήτημα αυτό; Θα αποφασίσουμε από κοινού: οι θεσμικοί μας εταίροι, η Τρόικα και εμείς. Ποιοι είμαστε εμείς; Εμείς είμαστε αυτή τη στιγμή όλο το ελληνικό πολιτικό σύστημα που στηρίζει την Κυβέρνηση του Λουκά Παπαδήμου. Για το θέμα αυτό καλούνται να αποφασίσουν οι Αρχηγοί των Κομμάτων και ο Πρωθυπουργός.
Η εισήγηση του Υπουργού Οικονομικών είναι δεδομένη και περιμένουμε η απόφαση των πολιτικών Αρχηγών υπό την προεδρία του Πρωθυπουργού, να είναι αυτή που πρέπει ώστε όλοι μαζί να πείσουμε τους εταίρους μας, ότι αυτή είναι η σωστή λύση. Η λύση, που εξυπηρετεί τα συμφέροντα και της Ελλάδας και των ευρωπαϊκών θεσμών και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Συζητήσαμε με τον Γιώργο, τον Πρόεδρό μας τον Γιώργο Παπανδρέου δια μακρόν. Στη σύσκεψη των Αρχηγών των Κομμάτων αύριο το μεσημέρι υπό την προεδρία του Πρωθυπουργού, είμαι βέβαιος ότι δεν θα μπορέσουν να αναπτυχθούν άλλα επιχειρήματα. Δεν αρκεί όμως να πείσουμε εαυτούς και αλλήλους στην Ελλάδα, πρέπει να πείσουμε και αυτούς, οι οποίοι ως πιστωτές θεωρούν ότι πρέπει να έχουν λόγο για ορισμένα πράγματα. Η φάση αυτή είναι λεπτή, η φάση αυτή διεξάγεται τώρα. Είμαι βέβαιος ότι με σοβαρότητα, συνέπεια και αξιοπιστία θα κερδίσουμε τη μάχη αυτή, στο όνομα του ελληνικού λαού και των επόμενων γενεών.
Το ίδιο όμως συμβαίνει και με άλλα πολλά θέματα. Πρέπει από σήμερα, τώρα σε λίγο που έχω ξανά συνάντηση με την Τρόικα, μέχρι την Κυριακή το βράδυ το αργότερο να έχουμε συμφωνήσει στη μεταρρύθμιση για το ασφαλιστικό και τις επικουρικές συντάξεις, στα ζητήματα των εργασιακών σχέσεων, στα δημοσιονομικά ζητήματα, στους στόχους του 2012, στα ζητήματα που αφορούν τις διαρθρωτικές αλλαγές και κυρίως στη Δημόσια Διοίκηση και τους φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Τα περιβόητα Μνημόνια έχουν έρθει πάλι και το Μνημόνιο που μας συνδέει με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το MEFP που μας συνδέει με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, οι Υπουργοί έχουν τα αντίστοιχα κεφάλαια στα χέρια τους, οι Αρχηγοί των Κομμάτων έχουν τα πλήρη κείμενα, τώρα είναι η ώρα της αλήθειας. Τώρα είναι η ώρα της διαπραγμάτευσης, τώρα είναι η ώρα της δέσμευσης. Δεν υπάρχει επαναδιαπραγμάτευση, δεν μπορεί να καλλιεργούνται αυταπάτες και ψευδαισθήσεις.
Τελείωσαν τα καλαμπούρια. Τώρα ο καθένας αναλαμβάνει την ευθύνη του. Διότι αυτά δεσμεύουν την τωρινή και την αυριανή Κυβέρνηση, τη σημερινή και την αυριανή Βουλή. Και αυτή είναι η μόνη αλήθεια που καλείται να ακούσει ο ελληνικός λαός.
Έχουμε την υποχρέωση να πούμε στον ελληνικό λαό την πλήρη αλήθεια και να μην τον αφήσουμε να πέσει θύμα της πιο σκληρής και άδικης παραπλάνησης των τελευταίων πολλών δεκαετιών, πως αυτοί που έχουν πολύ συγκεκριμένη ευθύνη, την πιο νωπή ευθύνη για την κατάσταση του 2009, μπορούν να είναι η ελπίδα για την αναγέννηση και την ανασύσταση του έθνους, ή ότι μπορεί να αλλάξουν ορισμένα σκληρά δεδομένα και μάλιστα μετά τις εκλογές, μετά τις υπογραφές μετά τις δεσμεύσεις, μετά την εκταμίευση της πρώτης μεγάλης δόσης των πολλών δεκάδων δισεκατομμυρίων, από τους εταίρους και πιστωτές μας.
Κανείς δεν μπορεί να κοροϊδέψει κανέναν, ούτε στο εσωτερικό της Ελλάδας, ούτε διεθνώς. Πατριωτισμός είναι να προστατεύουμε πραγματικά το εθνικό συμφέρον, να λέμε την αλήθεια στον ελληνικό λαό, να τον πείθουμε για το ποιο είναι το συμφέρον του και η προοπτική του. Να του λέμε τι μπορούμε και τι δεν μπορούμε να κάνουμε. Έχουμε κι εμείς πολύ μεγάλη ευθύνη, έχουμε κι εμείς διαχρονικά συμβάλλει στην αλλοίωση και την υποβάθμιση των πολιτικών κριτηρίων και αντανακλαστικών. Έχουμε και εμείς συμβάλλει στο να εθιστεί ο Έλληνας πολίτης σε μια παραπολιτική αντίληψη των πραγμάτων, σε μια αντίληψη πελατειακού χαρακτήρα, σε μια αντίληψη που κρύβει και δε βλέπει την πραγματικότητα.
«Εθνικό είναι το αληθές». Αυτό είναι μια φράση που αποδίδεται στο Διονύσιο Σολωμό, παρά τη φιλολογική διαμάχη που υπάρχει περί του αν ειπώθηκε πράγματι ή δεν ειπώθηκε. Αλλά, ανεξάρτητα από την πατρότητα της φράσης, υπάρχει η πατρότητα της ανάγκης να καταστήσουμε εθνικό το αληθές. Να πούμε στον ελληνικό λαό τι ακριβώς συμβαίνει.
Ο κ. Σαμαράς είναι αντιμέτωπος με αυτά τα μεγάλα διλήμματα. Και τώρα δεν υπάρχει παραπομπή σε μια επόμενη φάση, δεν υπάρχει παραπομπή στην επαναδιαπραγμάτευση. Τώρα πρέπει να λάβουμε αποφάσεις και να δεσμευτούμε. Δεν είμαστε αξιόπιστοι, δυστυχώς, διεθνώς, δε θεωρούμαστε αξιόπιστοι. Και αυτό είναι μια μεγάλη αδικία και μια μεγάλη προσβολή.
Νιώθω εξαιρετικά άσχημα και το έχουμε συζητήσει πολλές φορές με το Γιώργο Παπανδρέου, νιώθει και αυτός και νιώθουμε όλοι όσοι εκπροσωπούμε τη χώρα σε διάφορα επίπεδα, πάρα πολύ άσχημα. Όχι γιατί υφιστάμεθα κάποια προσωπική ταπείνωση, αλλά γιατί βλέπουμε τη χώρα μας να ταπεινώνεται.
Δε μπορούμε ν’ αφήσουμε αυτά τ’ αρνητικά στερεότυπα για την Ελλάδα να κυριαρχούν. Ο Επίτροπος, η πρόταση για την εγκατάσταση δημοσιονομικού Επιτρόπου, ήταν το σημείο καμπής. Γιατί; Γιατί υπερέβη τα εσκαμμένα, γιατί παραβιάζει θεμελιώδη ιστορικά διδάγματα. Ότι όποιος θέτει σε κάποιο λαό το δίλημμα «οικονομική βοήθεια άρα διάσωση, ή εθνική αξιοπρέπεια», κάνει λάθος. Δεν έχει διαβάσει την ιστορία των μεγάλων πολέμων και των μεγάλων κρίσεων στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Μεταξύ φίλων και εταίρων δεν τίθεται τα θέματα έτσι, τίθενται αλλιώς. Με λεπτότητα, με θεσμικότητα. Και η περιβόητη θεσμική αυτονομία και θεσμική ισότητα των κρατών μελών, μπορεί να είναι μια θεωρητική κατασκευή, στο σκληρό της πυρήνα όμως υπάρχει. Πάντα υπάρχει.
Διαπραγματευόμαστε, φίλες και φίλοι, με την Ευρώπη. Με ποια Ευρώπη διαπραγματευόμαστε; Διαπραγματευόμαστε με μια άλλη Ευρώπη. Όχι με την Ευρώπη που ξέραμε πριν από δυο τρία χρόνια, με την Ευρώπη που ξέραμε πριν από την κρίση. Τώρα οι συσχετισμοί είναι τελείως διαφορετικοί. Ο πολιτικός χάρτης έχει αλλάξει. Η πολυχρωμία του έχει μειωθεί. Υπάρχει μια πολιτική και ιδεολογική μονομέρεια και υπάρχει και μια μοναξιά. Και υπάρχουν αδήριτες ανάγκες διαχειριστικού χαρακτήρα.
Διότι, πριν μιλήσεις για αξίες, για ιδέες, για πολιτισμό, για θεσμούς, πρέπει να έχεις λύσει τα θεμελιώδη ζητήματα της επιβίωσης, της διατήρησης του κεκτημένου, της οικονομίας, της καθημερινότητας. Και επειδή μιλάμε πάρα πολύ για ανάπτυξη, για ανταγωνιστικότητα, για διαρθρωτικές αλλαγές, για δημοσιονομική προσαρμογή, ξεχνάμε ότι πίσω από αυτά στην Ευρώπη υφέρπει μια άλλη συζήτηση που δε γίνεται.
Μια συζήτηση περί δημοκρατίας, περί πολιτικής, περί δικαιωμάτων, περί κράτους δικαίου, περί πολιτικών συσχετισμών. Μα αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα, αυτό είναι το μεγάλο έλλειμμα. Το μεγάλο έλλειμμα είναι θεσμικό, πολιτικό, ιδεολογικό. Και η συζήτηση για το μεγάλο θέμα των ημερών που είναι οι εργασιακές σχέσεις, είναι μια συζήτηση που έχει βαθύτατα πολιτικά και ιδεολογικά χαρακτηριστικά.
Γιατί ο καθένας πιστεύει ότι από τη δική του σκοπιά προτείνει λύσεις για να σωθεί η χώρα, να γίνει πιο ανταγωνιστική, να βρει την προοπτική της, να έχει μεγαλύτερες εξαγωγές, περισσότερο τουρισμό, να έχει καλύτερα μακροοικονομικά αποτελέσματα, καλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης, ν’ ανασχέσει την ύφεση, να μειώσει την ανεργία.
Αλλά, βλέπετε, όταν αυτή η συζήτηση εξελίσσεται, τίθεται επί τάπητος ένα ζήτημα το οποίο είναι αξιακού χαρακτήρα, πώς το πετυχαίνεις αυτό. Υπάρχουν σε γενικές γραμμές δυο αντιλήψεις. Αλλά αυτές οι δυο αντιλήψεις δεν είναι ισότιμες. Η μία έχει κυριαρχήσει. Τι έχει απομείνει από το κεκτημένο της Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας; Αυτό είναι που τίθεται στην πραγματικότητα ως θέμα. Και εμείς το αντιμετωπίζουμε υπό τις χειρότερες δυνατές συνθήκες για την Ελλάδα και για την Ευρώπη μέσα στους δυσμενέστερους συσχετισμούς.
Και πρέπει να κινηθούμε με πολλή υπομονή, με πολλή προσοχή, πρέπει τη Λερναία Ύδρα να την εξοντώσουμε καυτηριάζοντας κάθε κεφάλι που κόβουμε. Αλλά βλέπετε, όπως λέει η αγαπημένη έκφραση στο Eurogroup, μετακινούνται τα goal post, μετακινείται η εστία. Μόλις πας να βάλεις ένα γκολ, να καλύψεις ένα στόχο, τίθεται αμέσως ένας άλλος και μετά ένας άλλος και μετά ένας άλλος.
Και κάποια στιγμή λες: Μήπως είμαι σε λάθος δρόμο και πρέπει να εγκαταλείψω την προσπάθεια αυτή; Όχι. Δεν πρέπει να καμφθεί η βούλησή μας και δεν πρέπει να μειωθεί η υπομονή μας τώρα στο τέλος. Ένα βήμα πριν από το άνοιγμα του παραθύρου ευκαιρίας για τον ελληνικό λαό, για την ελληνική οικονομία και για τα παιδιά μας. Αυτό παίζεται τώρα.
Δεν πρέπει να εξαντληθεί η υπομονή μας. Ούτε πρέπει να καμφθούμε στη διαπραγμάτευση. Αλλά για να τα πετύχουμε αυτά, πρέπει να είμαστε όλοι μαζί ως έθνος. Και για να έχουμε το θάρρος να ζητούμε να είμαστε όλοι μαζί ως έθνος, πρέπει να είμαστε όλοι μαζί ως παράταξη. Πρέπει το ΠΑΣΟΚ να είναι ενωμένο, να έχει αυτοπεποίθηση, να έχει τη δική του αξιοπρέπεια, να μπορεί να πει τη δική του ιστορία, να μπορεί να πει τη δική του αφήγηση. Με αυτοκριτική, με ειλικρίνεια.
Γιατί, διαχειριστήκαμε πρωτοφανείς καταστάσεις με αγαθή διάθεση. Με πρωτοφανές άγχος, υπό ασφυκτική πίεση χρόνου. Κάτω από συνεχείς και εναλλασσόμενους πολιτικούς και διεθνοπολιτικούς εκβιασμούς. Αναγκαστήκαμε ν’ απαντήσουμε σε διλήμματα, τα οποία δε μπορούσαμε να τα ονειρευτούμε ούτε στους χειρότερους εφιάλτες μας.
Και βεβαίως, κάναμε λάθη και μεγάλα λάθη σε σχέση με τους ρυθμούς, σε σχέση με τις προτεραιότητες, σε σχέση με ανακολουθίες. Όμως, το ζητούμενο είναι εάν πετύχαμε στο στρατηγικό στόχο, να μείνει η χώρα ζωντανή, να υπάρχει. Αυτό όμως δεν το καταλαβαίνουν οι Έλληνες πολίτες.
Ο Έλληνας πολίτης ξέρει τι έχασε. Όχι τι δεν έχασε. Όχι αυτό που θα μπορούσε να χάσει, αλλά το διατηρεί, ξέρει αυτό που είχε και έχασε. Όχι αυτό που έχει και θα μπορούσε να έχει χάσει. Αυτό είναι ένας μεγάλος αντίπαλος. Διότι έχει διαμορφωθεί η πεποίθηση ότι τα πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν με ευκολία διαφορετικά.
Θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί πολλά λάθη και θα μπορούσαν τ’ αποτελέσματα να είναι καλύτερα, αλλά όταν παρουσιάζουμε τώρα, στη Σύνοδο Κορυφής, στο Eurogroup, στο Euroworking Group συνοπτικά, σε 3-4 σελίδες, το τι έκανε η Ελλάδα τα τελευταία 2,5 χρόνια, εντυπωσιάζονται οι συνομιλητές μας, γιατί έχουν συνηθίσει ν’ ακούν μια μόνιμη επωδό, ότι η Ελλάδα έχει αποτύχει, έχει καθυστερήσει, είναι εκτός στόχων και πρέπει να πάρει κι άλλα μέτρα.
Δεν τους έχει εξηγήσει κανείς, εκτός από μας, κανείς αντικειμενικός, υπηρεσιακός παράγοντας, τι έχει γίνει. Πάντα συζητάμε για το τι δεν έγινε. Τώρα που βάζουμε στο τραπέζι αυτό που έγινε, όπως έκανε και ο Γιώργος Παπανδρέου προηγουμένως, και ορθά, βλέπουμε ότι αυτό έχει έναν εντυπωσιακό όγκο. Ο πολίτης όμως αυτά τα θεωρεί ένα λόγο πολιτικό, ύποπτο, ξύλινο, διότι θεωρεί ότι όλα όσα έγιναν καλώς έγιναν. Αυτό που τον απασχολεί είναι αυτό που δεν έγινε ή αυτό που χάθηκε.
Έχουμε λοιπόν ν’ αντιμετωπίσουμε έναν αντίπαλο ο οποίος δεν είναι αντίπαλος, είναι ο ίδιος μας ο εαυτός, ο εθνικός, ο συλλογικός, ο κοινωνικός, αυτόν που πρέπει να εκπροσωπήσουμε, αυτόν που αγαπάμε, αυτόν στο όνομα του οποίου αγωνιζόμαστε. Αυτό είναι το δράμα της υπόθεσης, ότι εμάς μας κατακρίνει και μας απορρίπτει αυτός στο όνομα του οποίου έχουμε αγωνιστεί και έχουμε ακρωτηριαστεί πολιτικά και συναισθηματικά. Και πρέπει να συμφιλιωθούμε με αυτόν τον Έλληνα πολίτη. Και για να το πετύχουμε αυτό, πρέπει να του πούμε την αλήθεια τώρα.
Πρέπει να μοιράσουμε την εθνική ευθύνη σωστά τώρα, να πάρουμε όλες τις αποφάσεις, να μη δειλιάσουμε, να μην κουραστούμε, να ολοκληρώσουμε αυτή την πορεία, για να μπορέσουμε να πούμε με αρχή, μέση και τέλος τι κάναμε στον ελληνικό λαό στις εκλογές, όταν η λαϊκή κυριαρχία θ’ αναλάβει την ευθύνη για την εθνική κυριαρχία, για την εθνική υπόσταση, γι’ αυτήν και για τις μελλοντικές γενιές.
Εδώ είμαστε τώρα. Το μέλλον της χώρας, όχι μόνο μέσα στα χρονικά όρια της επόμενης Βουλής, αλλά μέσα στα χρονικά όρια της επόμενης δεκαετίας, κρίνεται αυτές τις λίγες μέρες. Μέχρι την επίσημη δημόσια προσφορά για το PSI, που πρέπει να κάνουμε το αργότερο στις 15 Φεβρουαρίου. Άρα, τις επόμενες ελάχιστες ημέρες.
Πρέπει λοιπόν ενωμένοι, με υπευθυνότητα, με επαγγελματισμό, με ειλικρίνεια, να τα βγάλουμε πέρα. Και θα τα βγάλουμε πέρα, στο όνομα της πατρίδας μας.
Σας ευχαριστώ. –