Τα πλοία, τα μοιραία λάθη, τα θύματα και οι υπεύθυνοι…
Δυστυχώς η χώρα μας έχει πλούσια ιστορία σε ναυάγια. Πότε από τραγικά ανθρώπινα λάθη και πότε από ατυχία έχουμε θρηνήσει εκατοντάδες θύματα στις ελληνικές θάλασσες τις τελευταίες δεκαετίες.
Σε συνέχεια του αφιερώματος για τα πιο πολύνεκρα ναυάγια παγκοσμίως, το NEWS 247 κάνει αναδρομή σε 9 δυστυχήματα που συγκλόνισαν την Ελλάδα, με πιο πρόσφατα το Sea Diamond στη Σαντορίνη και τη βύθιση του Εξπρές Σάμινα ανοικτά της Πάρου, που στοίχισε τη ζωή σε 81 ανθρώπους.
Βρετανικός, Στενό της Κέας,1916 : 30 νεκροί
Ήταν το “μεγάλο αδελφάκι” του Τιτανικού, κατασκευασμένο και αυτό, σε ναυπηγείο του Μπέλφαστ το 1914 -1915.
Ο Βρετανικός επρόκειτο να νηολογηθεί στη γραμμή Νέα Υόρκη – Σάουθάμπτον, αλλά τον πρόλαβε ο Α. Παγκόσμιος Πόλεμος. Το πλοίο επιτάχθηκε από το βρετανικό ναυτικό και, από τις 13 Νοεμβρίου 1915 ανέλαβε καθήκοντα πλωτού νοσοκομείου.
Άρχισε τη δράση του στην περιοχή του ανατολικού Αιγαίου και της Μέσης Ανατολής, από όπου παραλάμβανε και μετέφερε ασθενείς στη Μεγάλη Βρετανία. Κατόρθωσε ασφαλώς πέντε ταξίδια, πριν το μοιραίο έκτο.
Στις 21 Νοεμβρίου 1916 στην περιοχή μεταξύ Σουνίου και Κέας, οι επιβαίνοντες αισθάνθηκαν το πλοίο να χτυπά κάπου – ακούστηκε ένας δυνατός θόρυβος αλλά θεώρησαν ότι μάλλον επρόκειτο για κάποια μικρή βάρκα.
Η αυτοψία έδειξε ότι τα πράγματα ήταν πολύ χειρότερα. Τα τέσσερα πρώτα στεγανά και το λεβητοστάσιο είχαν γεμίσει με νερό μέσα σε ελάχιστο χρόνο.
Στις 8.35 δόθηκε η εντολή για την εκκένωση, αλλά ήδη κάποιοι είχαν βιαστεί να εγκαταλείψουν το πλοίο.
Το βρετανικό πολεμικό Ηρωικός μάζεψε περί τους 500 ενώ 150 κατόρθωσαν να κολυμπήσουν μέχρι την ακτή.
Διεσώθησαν 1.036 άνθρωποι. Χάθηκαν 30 ζωές.
Το κουφάρι του Βρετανικού ανακάλυψε κι εξερεύνησε η ομάδα του Ζακ Υβ Κουστώ το 1975.
Έρευνες στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η αιτία της βύθισης ήταν η πρόσκρουσή σε νάρκη που είχε ποντίσει στην περιοχή το γερμανικό υποβρύχιο U-73 λίγες εβδομάδες πριν.
Χειμάρρα , Νότιος Ευβοϊκός, 1947 : Τουλάχιστον 383 νεκροί
“Ο Τιτανικός της Ελληνικής Ακτοπλοΐας”
Υπήρξε το χειρότερο και πιο πολύνεκρο δυστύχημα στην ιστορία της χώρας μας. Απέπλευσε στις 8:30 το πρωί της 18ης Ιανουαρίου 1947, από τη Θεσσαλονίκη για τον Πειραιά, με 544 επιβάτες και 86 άνδρες πλήρωμα.
Στις 4:10 τα ξημερώματα της 19ης Ιανουαρίου έπλεε στον Νότιο Ευβοϊκό προσέκρουσε λόγω της πυκνής ομίχλης στις βραχονησίδες Βερδούγια, μεταξύ Νέων Στύρων και Αγίας Μαρίνας.
Η σφοδρή πρόσκρουση προκάλεσε εισροή υδάτων και σοβαρό πρόβλημα στο πηδάλιο του πλοίου, με αποτέλεσμα να παραμείνει ακυβέρνητο. Το πλήρωμα του Χειμάρρα δεν φρόντισε να διατηρήσει την τάξη κατά την εγκατάλειψη του σκάφους, που έγινε τελείως ανεξέλεγκτα.
Αν και το επιβατηγό βυθίστηκε μιάμιση ώρα αργότερα και σε απόσταση μόλις ενός μιλίου από την Αγία Μαρίνα, ο πανικός που επικράτησε κατά την εγκατάλειψη του πλοίου, το φοβερό ψύχος και τα ισχυρά θαλάσσια ρεύματα της περιοχής, είχαν ως αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους τουλάχιστον 383 άνθρωποι. Ανάμεσά τους πολλά γυναικόπαιδα, πολιτικοί κρατούμενοι και χωροφύλακες συνοδοί.
Στη δίκη που ακολούθησε, ο δεύτερος πλοίαρχος Μπέρτολς, που ήταν βάρδια την ώρα του ναυαγίου, καταδικάστηκε σε φυλάκιση 20 μηνών και ο πλοίαρχος Μπελέσης σε φυλάκιση 15 μηνών με αναστολή.
Υπάρχουν και άλλες εκδοχές για το ναυάγιο, όπως ότι προσέκρουσε σε μαγνητική θαλάσσια νάρκη ή ότι έγινε σαμποτάζ.
Ηράκλειον, 1966 : θαλάσσια περιοχή της Φαλκονέρας στο Μυρτώο Πέλαγος : 217 νεκροί
“SOS, από Ηράκλειον, στίγμα μας 36° 52′ B., 24° 08 A., Βυθιζόμεθα”.
Ήταν 02.06 το πρωί της 8ης Δεκεμβρίου 1966 όταν επιβατηγό – οχηματαγωγό Ηράκλειον βυθίστηκε στη θαλάσσια περιοχή της Φαλκονέρας στο Μυρτώο Πέλαγος.
Tο μοιραίο βράδυ οι καιρικές συνθήκες ήταν πολύ άσχημες, με τους ανέμους 9 μποφόρ. Στις 8.00 μμ απέπλευσε από την Σούδα της Κρήτης για Πειραιά.
Μέσα σε υψηλό κυματισμό με συνεχείς διατοιχισμούς το τελευταίο όχημα φορτηγό ψυγείο 5 τόνων με φορτίο πορτοκάλια άρχισε να κινείται και να προσκρούει στους πλευρικούς καταπέλτες εκ των οποίων ο ένας, είτε γιατί δεν είχε ασφαλισθεί με τους πείρους είτε γιατί αυτό είχε γίνει πλημμελώς άνοιξε.
Από τον πλευρικό καταπέλτη που υποχώρησε, το φορτηγό ψυγείο έπεσε στη θάλασσα η οποία και κατέκλυσε στη συνέχεια όλο τον χώρο των οχημάτων. Μετά την έξοδο του φορτηγού ψυγείου στην θάλασσα, το πλοίο ήλθε πάλι στην θέση του και αιωρείτο στην επιφάνεια της θάλασσας με μόνο τις ηλεκτρογεννήτριες ασφαλείας σε ενεργεία για περίπου 15-20 λεπτά και κατόπιν λόγω της μεγάλης πλέον ελεύθερης επιφάνειας υδάτων που είχαν κατακλύσει το γκαράζ, το πλοίο άρχισε να παίρνει πολύ μεγάλες κλίσεις που στο τέλος οδήγησαν στη βύθιση του. Το πλοίο βυθίστηκε πρώτα με την πλώρη.
Από τους 73 ναυτικούς (πλήρωμα) του πλοίου και τους 191 επιβάτες σώθηκαν μόνο 46, (16 από το πλήρωμα και 30 επιβάτες), οι υπόλοιποι 217 πνίγηκαν.
Πλοίαρχος του πλοίου ήταν ο Εμμ. Βερνίκος που αν και ήταν ο πρώτος που έπεσε στην θάλασσα φέροντας σωσίβιο, όπως είπαν οι διασωθέντες αξιωματικοί, ποτέ δεν βρέθηκε ο ίδιος ή το πτώμα του.
Παναγιώτης, Παραλία Άγιου Γεωργίου, Ζάκυνθος 1982
“Ναυάγιο”
Το ναυάγιο συνέβη το 1982, όταν το πλοίο Παναγιώτης μετέφερε παράνομα τσιγάρα, από την Τουρκία σε διεθνή ύδατα, οπού θα τα πουλούσε σε προσυμφωνημένο σημείο. Το πλοίο, ωστόσο, λόγω εξαιρετικά δυσμενών καιρικών συνθηκών και χαλασμένης μηχανής, βρέθηκε εκτός πορείας και σύντομα έπεσε στα βράχια της βορειοδυτικής πλευράς της Ζακύνθου.
Σήμερα είναι το πιο πολιτογραφημένο αξιοθέατο του νησιού και σήμα κατατεθέν του. Φιγουράρισε στα εξώφυλλα τουριστικών οδηγών και οδικών χαρτών. Έγινε πόστερ, και αναρτήθηκε στις εισόδους εισδοχής επισκεπτών: αεροδρόμια, λιμεναρχεία, σταθμούς λεωφορείων και τρένων ολόκληρης της χώρας, αλλά και ταξίδεψε σε όλον τον πλανήτη.
Χρυσή Αυγή, Ανοιχτά της Καρύστου, 1983 : 26 νεκροί
Το οχηματαγωγό Χρυσή αυγή βυθίστηκε στα ανοιχτά της Καρύστου έπειτα από έκρηξη και ανατροπή, με αποτέλεσμα 26 άτομα να θαφτούν στο υγρό κοιμητήριο του ακρωτηρίου Μαντήλι της Εύβοιας.
Είχε αποπλεύσει από το λιμεναρχείο Ραφήνας με προορισμό τα νησιά Ανδρο, Τήνο, Πάρο και Νάξο, μεταφέροντας 9 βυτιοφόρα, 4 φορτηγά, με πλήρωμα 23 ατόμων και 14 οδηγούς αυτοκινήτων. Στις 6.35 μ.μ. και ενώ βρισκόταν σε απόσταση 4 ν.μ. από το ακρωτήριο Μαντήλι έστειλε σήμα κινδύνου. Ο εφιάλτης για τους 47 ανθρώπους είχε μόλις αρχίσει.
Ο ισχυρός κρότος της έκρηξης σήμανε τον κίνδυνο. Με σπαρακτικές κραυγές οι επιβάτες της Χρυσής αυγής καλούσαν σε βοήθεια, ενώ έβλεπαν τα κορμιά τους να τυλίγονται στις φλόγες. Στη συνέχεια έπεσαν στο νερό για να σωθούν. Αλλοι τα κατάφεραν, άλλοι όμως χάθηκαν για πάντα, αφού την ώρα της τραγωδίας στην περιοχή φυσούσαν άνεμοι έντασης 8 Mποφόρ.
Το γεγονός ότι κοντά στο Μαντήλι, την ώρα του ναυαγίου, έπλεε το σοβιετικό φορτηγό Γιέκος Κασίλι στάθηκε σωτήριο για πολλούς από τους διασωθέντες. Ο πλοίαρχος, ρισκάροντας, πλησίασε πολύ κοντά στο μισοβυθισμένο, την ώρα εκείνη, οχηματαγωγό και άρχισε αμέσως να ρίχνει τις σκάλες του στο νερό, με αποτέλεσμα να σωθούν μερικοί ναυαγοί.
Δύστος, 3,5 ναυτικά μίλια ανατολικά από την Κύμη, 1996 : 20 νεκροί
Ήταν ελληνικό εμπορικό φορτηγό πλοίο, τύπου “μπαλκ κάριερ”, που βυθίστηκε στις 29 Δεκεμβρίου του 1996.Είχε ναυπηγηθεί το 1970 και το προηγούμενο όνομά του πριν ν΄ αγορασθεί ήταν “MINA ENTREGO”. Ήταν χρονοναυλομένο από την ΑΓΕΤ – Ηρακλης για μεταφορικές ανάγκες της με ειδική διασκευή μεταφοράς “χύμα” τσιμέντου.
Στο ναυάγιο αυτό έχασαν την ζωή τους 20 επιβαίνοντες. Από την έρευνα των πραγματογνωμόνων ως αιτία του ναυαγίου θεωρήθηκε αναμφίβολα η μετατόπιση φορτίου η οποία και επέφερε την αύτανδρη ανατροπή του πλοίου
Με πλοίαρχο τον Ιωάννη Τσιτσιρίκη και πλήρωμα 21 Έλληνες ναυτικούς, απέπλευσε από τις εγκαταστάσεις της ΑΓΕΤ-Ηρακλής Βόλου στις 26 Δεκεμβρίου του 1996, φορτωμένο με 5.300 τόνους τσιμέντο. Το πλοίο είχε προορισμό τις εγκαταστάσεις λιμένος Δραπετσώνας, όμως, εξαιτίας των ιδιαίτερα κακών καιρικών συνθηκών, το φορτηγό-πλοίο προσέγγισε σε νότιο όρμο της νήσου Σκιάθου.
Το Δύστος παρέμεινε εκεί για 2 ημέρες, αφού οι θυελλώδεις άνεμοι και η φουρτούνα δεν κόπαζαν. Τελικά, ο Πλοίαρχος, πιθανόν κατόπιν και παρότρυνσης του πληρώματος για να επιστρέψουν σπίτι τους για την Πρωτοχρονιά, αποφάσισε να αποπλεύσει και να συνεχιστεί το ταξίδι προς τον Πειραιά. Η τελευταία φορά που καταγράφηκε επικοινωνία του Φ/Γ Δύστος, ήταν στις 20.00 όταν επικοινώνησε με το εμπορικό motorship Λένα.
Την επόμενη μέρα, γύρω στις 05.15, το αλιευτικό Σαρωνικός εντόπισε το Δύστος να πλέει ανεστραμμένο 3,5 ανατολικά της Κύμης, ενώ εντόπισε και έσωσε τον δόκιμο πλοίαρχο Χρήστο Αναγνώστου.
Πυραυλακάτος Κωστάκος, Σάμος, 2000 : 4 νεκροί
Αραγμένο σε έναν όρμο λίγο έξω από το λιμάνι της Σάμου με τα φώτα του κλειστά, όπως όριζε η άσκηση του Πολεμικού Nαυτικού “Παρμενίων”, βρισκόταν η πυραυλάκατος του Eλληνικού Πολεμικού Nαυτικού Κωστάκος.
Το επιβατηγό Σάμαινα που σύμφωνα με την κατάθεση του καπετάνιου του δεν γνώριζε ότι η πυραυλάκατος βρισκόταν στη θαλάσσια περιοχή το αντιλήφθηκε λίγο πριν από τη σφοδρή σύγκρουση. Το αποτέλεσμα ήταν η βύθιση του Κωστάκος, στις 6.45 το απόγευμα, λίγα μέτρα από το ακρωτήρι Αυλάκια. Το Σάμαινα δεν έπαθε απολύτως τίποτα.
Ο πλοίαρχος του επιβατηγού διέταξε το πλοίο να περισυνελέξει τους ναυαγούς, ενώ ειδοποιήθηκε το λιμεναρχείο της Σάμου, άντρες του οποίου κατέφθασαν με πλωτά σκάφη. Από τα 38 μέλη του πληρώματος του Κωστάκος τέσσερις άνδρες του Πολεμικού Nαυτικού έχασαν τη ζωή τους.
Εξπρές Σαμίνα , νησίδες “Πόρτες”, Πάρος, 2000 : 81 νεκροί
Το Εξπρές Σάμινα ήταν πλοίο που εκτελούσε την ακτοπλοϊκή γραμμή Πειραιάς – Πάρος – Νάξος – Ικαρία – Σάμος – Πάτμος με τελικό προορισμό τους Λειψούς.
Το δρομολόγιο που εκτελέστηκε στις 26 Σεπτεμβρίου του 2000, είχε ως κατάληξη μία από τις μεγαλύτερες ναυτικές τραγωδίες στην Ελλάδα με 81 νεκρούς, την δεύτερη μεγαλύτερη μετά το ναυάγιο του οχηματαγωγού Ηράκλειον.
Το βράδυ της 26ης Σεπτεμβρίου του 2000 το Εξπρές Σάμινα σαλπάρει από το λιμάνι του Πειραιά με 533 άτομα, από τα οποία τα 472 ήταν επιβάτες και τα υπόλοιποι 61 το πλήρωμα.
Λίγο πριν τις 22.00, ενώ το πλοίο ετοιμάζεται για τον κατάπλου του στο λιμάνι της Παροικιάς της Πάρου, προσκρούει στις 22.12 με ανέμους 8 μποφόρ, 2 μίλια ανοικτά της Πάρου, με ταχύτητα 18 μιλίων, στις χαρτογραφημένες νησίδες “Πόρτες”.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τα βράχια να σχίσουν τα ύφαλα του πλοίου προκαλώντας του ρήγμα περίπου τριών μέτρων στη βάση του πτερύγιου εξισορρόπησης με το νερό να εισβάλλει στο μηχανοστάσιο του πλοίου παίρνοντας γρήγορα κλίση προς τα δεξιά και βυθίζοντάς το σε 25 λεπτά.
Ο λιμενάρχης Πάρου, Δημήτρης Μάλαμας, έχασε τη ζωή του το ίδιο βράδυ από το άγχος και την πίεση κατά τη διάρκεια της επιχείρησης για τη διάσωση των ναυαγών.
Sea Diamond, Σαντορίνη, 2007 : 2 αγνοούμενοι (γάλλοι Ζαν Κριστόφ Αλέν 45 ετών και η κόρη του Μοντ 16 ετών).
Τη Μεγάλη Πέμπτη, 5 Απριλίου του 2007, το κρουαζιερόπλοιο Sea Diamond της εταιρείας Louis Hellenic-Cruises ξεκίνησε από το λιμάνι του Ηρακλείου περίπου στις 12 το μεσημέρι με προορισμό τη Σαντορίνη, όπου και θα παρέμενε για 4-5 ώρες.
Μια ώρα μετά την αναχώρηση συνέβη βλάβη στη μία από τις τέσσερις κύριες μηχανές του πλοίου σε αντλία πετρελαίου και η μηχανή βγήκε εκτός λειτουργίας.
Μετά από περίπου τρεις ώρες ταξιδιού, με τις τρεις μόνο μηχανές, και ταυτόχρονες επισκευές εν πλω, η μηχανή μπήκε σε λειτουργία, 15 λεπτά πριν την πρόσκρουση.
Αντί να ευθυγραμμιστεί μεταξύ της σημαδούρας Νο4 και της «γλώσσας» που έβγαζε στη στεριά, βρέθηκε δύο ναυτικά στάδια νοτιότερα, προς το ακρωτήριο Αλωνάκι.
Στο σημείο εκείνο το πλοίο προσέκρουσε σε ξέρα κοντά στην πλώρη του, με τη δεξιά του πλευρά, στις 15:30, και άρχισε να “μπάζει” νερά.
Το λιμεναρχείο ενημερώθηκε 17 λεπτά μετά την πρόσκρουση από τον πλοίαρχο, όπως λέει ο ίδιος, ενώ στη συνέχεια ο πλοίαρχος δεν απαντούσε για μισή ώρα «στις επανειλημμένες προσπάθειες που έγιναν από πλευράς λιμεναρχείου για επικοινωνία μέσω VHF». Στις 15:40 το πλοίο είχε πάρει μεγάλη κλίση και ζητήθηκε από τους ιδιώτες λεμβούχους της περιοχής να σπεύσουν σε βοήθεια κοντά στο Sea Diamond και στις 16:10 ανακοινώνεται από το λιμεναρχείο πως έχει δοθεί εντολή εγκατάλειψης του πλοίου.
Αρχικά ο κόσμος κατέβαινε μέσα στις βάρκες που αφήνονταν στο νερό αργά με τη βαρύτητα καθώς τα ηλεκτρικά βίντσια δε λειτουργούσαν.
Η διαδικασία ήταν αργή και οι βάρκες δε μπορούσαν να τραβηχτούν πάλι στο πλοίο για να μεταφέρουν και τους υπόλοιπους στα παραπλέοντα σκάφη. Επίσης δύσκολα οι ιδιώτες λεμβούχοι περισυνέλεγαν τον κόσμο από τις ανεμόσκαλες, και έπειτα μόνο από αυτές όταν όλες οι βάρκες είχαν πια κατέβει στο νερό.
Η πρύμνη του πλοίου ήταν δεμένη στη στεριά ενώ την πλώρη την κρατούσε το ανοιχτού τύπου Νήσος Θηρασία που είχε βοηθήσει στην αποκόλληση του S.D. όταν οι μηχανές του είχαν σταματήσει. Στη συνέχεια ανέλαβε να συγκρατεί το πλοίο το ρυμουλκό Λέων 1 και το Νήσος Θηρασία έσπευσε στην αριστερή του πλευρά που βρισκόταν ο μικρός καταπέλτης, από όπου και συνεχίστηκε με πιο γρήγορους ρυθμούς η εκκένωση του πλοίου και συνέλεξε και τους υπόλοιπους επιβάτες και πλήρωμα, περί τα 500 άτομα.
Στις 18:30 η διαδικασία της εκκένωσης είχε ολοκληρωθεί, και παρέμεναν εντός του πλοίου 27 άτομα του πληρώματος.
Οι δύο Γάλλοι, πατέρας και κόρη, κηρύχθηκαν «σε αφάνεια» από γαλλικό δικαστήριο, καθώς με τη σύγκρουση το δεύτερο κατάστρωμα ήταν απροσπέλαστο από την εισροή των υδάτων σε αυτό και στο βυθισμένο πλέον πλοίο, παρόλο που έσπευσαν δύτες λίγες μέρες μετά για τον εντοπισμό τους, δε βρέθηκαν ποτέ οι σοροί τους.