Ξεγλιστράνε 10 χρόνια 7 εφοριακοί που χάρισαν 28 εκατ. ευρώ στη STET
Μία δεκαετία ποινικής διερεύνησης μετρά ο οικονομικός έλεγχος μεγάλης εταιρείας κινητής τηλεφωνίας, η εξέλιξη του οποίου φέρνει για τρίτη φορά στο εδώλιο 7 εφοριακούς με την κακουργηματική κατηγορία της απιστίας στην υπηρεσία. Το ποσό, με το οποίο θα ασχοληθεί ξανά το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, αγγίζει περίπου τα… 28 εκατομμύρια ευρώ!
Υπόλογοι μιας ιστορίας… «όλα τα λεφτά», με τη φερόμενη ζημία σε βάρος του Δημοσίου να φτάνει τα 8 ψηφία, είναι ένας πρώην προϊστάμενος του Εθνικού Ελεγκτικού Κέντρου και 6 ελεγκτές-εφοριακοί, οι οποίοι κατηγορούνται για άμεση συνέργεια στην απιστία.
Σύμφωνα μάλιστα με το κατηγορητήριο, και οι 7 «ελάττωσαν εν γνώσει τους κατά τον προσδιορισμό των φόρων την περιουσία του Δημοσίου και για ωφέλεια της εταιρείας και κατ’ επέκταση των μετόχων αυτής» περίπου κατά το ποσό των 27.879.000 ευρώ (9,5 δισ. δρχ. κατά προσέγγιση).
Η ιστορία ξεκινά στα τέλη του 2000, όταν ο κατηγορούμενος πρώην προϊστάμενος, αρμόδιος για τον προσδιορισμό του φόρου εισοδήματος των υπαγομένων στο Κέντρο Επιχειρήσεων και επιφορτισμένος με τη σύνταξη εκθέσεων ελέγχου φορολογουμένων επιχειρήσεων, έδωσε εντολή να ελεγχθούν τα εισοδήματα της εταιρείας «STET Ελλάς Τηλεπικοινωνίες ΑΕΒΕ» για την περίοδο 1998-1999.
Η Αλίκη Κυριακάκη, η οποία αργότερα γνωστοποίησε την υπόθεση στη Δικαιοσύνη καταθέτοντας μήνυση κατά παντός υπευθύνου, ήταν η ελέγκτρια φορολογικού εισοδήματος που ανέλαβε τον έλεγχο.
Ετσι, βρέθηκε μέσα σε μια ιστορία, η οποία, όπως αναφέρει και ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Γ. Απατσίδης, έμελλε να γίνει «εφιάλτης» της για σειρά ετών. Και αυτό γιατί, σύμφωνα με το δικηγόρο, «λόγω αυτής της καταγγελίας, η εντολέας μου υπέστη άδικες πειθαρχικές και ποινικές διώξεις για τις οποίες έχει απαλλαγεί, χωρίς όμως να έχει μέχρι σήμερα δικαιωθεί απολύτως, αφού είναι στόχος του συστήματος».
Η εφοριακός κατέθεσε στο τελευταίο δικαστήριο ότι, ενώ αρχικώς είχε καταλήξει σε φόρους ύψους περίπου 12,5 δισ. δρχ. (36 εκατ. ευρώ), έπειτα από πιέσεις ορισμένων εκ των κατηγορουμένων, προχώρησε σε σχεδόν ολικές μειώσεις. Στο τέλος, όμως, απέσυρε την έκθεσή της και έπραξε τα νόμιμα.
«Πήρα τηλέφωνο τον Α. να μην υπογράψει την έκθεση, γιατί δεν θα πάω για κανέναν φυλακή», κατέθεσε. Αμέσως μετά, όπως ανέφερε, η εταιρεία προχώρησε σε καταγγελία, για την οποία η ελέγκτρια, αφού καταδικάστηκε από το υπουργείο Οικονομικών (το οποίο -κατά πληροφορίες- ουδέποτε έλεγξε πειθαρχικά τους 7 συναδέλφους της), αθωώθηκε στο διοικητικό εφετείο.
«Χωρίς να μπορώ να αποκαλύψω τίποτα περισσότερο, η εντολέας μου μόλις πρόσφατα κατέθεσε στον επικεφαλής εισαγγελέα του Τμήματος Οικονομικού Εγκλήματος, Γρ. Πεπόνη, νέα στοιχεία, τα οποία οδηγούν στην υποστασιοποίηση και νέων αδικημάτων εκ μέρους συγκεκριμένων εφοριακών, ακόμη και σε ύψιστα κλιμάκια», προσθέτει ο κ. Απατσίδης.
«Ελάττωσαν εν γνώσει τους»
Σήμερα, 10 χρόνια μετά, η εταιρεία έχει προσφύγει στη διοικητική δικαιοσύνη, ενώ αναμένεται να προσδιοριστεί το τρίτο κατά σειρά δικαστήριο έπειτα από δύο αλλεπάλληλες αναιρετικές αποφάσεις του Αρείου Πάγου. Οι δικαστές θα εξετάσουν εκ νέου τις ποινικές ευθύνες του πρώην προϊσταμένου και των 6 συγκατηγορούμενών του εφοριακών, που -κατά την κατηγορία- καταλόγισαν στην έκθεσή τους φόρους που προσεγγίζουν μόλις τα 8 εκατ. ευρώ (2,8 δισ. δρχ.).
Συγκεκριμένα, «δεν καταλόγισαν από πρόθεση ποσά, τα οποία έπρεπε να καταλογιστούν για τον προσδιορισμό του φόρου εισοδήματος που είχε υποχρέωση να καταβάλει η εταιρεία και ελάττωσαν έτσι εν γνώσει τους κατά τον προσδιορισμό των φόρων την περιουσία του Δημοσίου και για ωφέλεια της εταιρείας και κατ’ επέκταση των μετόχων αυτής».
Και μπορεί το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων να απαλλάσσει τους κατηγορούμενους, ο οποίοι αρνούνται τις σε βάρος τους κατηγορίες, ο Αρειος Πάγος όμως ασκεί από το 2009 έως σήμερα αναιρέσεις, με αποτέλεσμα η υπόθεση να επιστρέφει κάθε φορά στο ακροατήριο.
Οπως επισημαίνει ο Γ. Απατσίδης, «η επί της ουσίας εξέλιξη της υπόθεσης μέχρι σήμερα είναι καθρέφτης είτε διαφθοράς είτε ανεπάρκειας ακόμη και της ύψιστης Αρχής, αυτής της Δικαιοσύνης. Αποκλειστικά χάρη σε έντιμους δικαστικούς λειτουργούς, στην αντίπερα όχθη, η υπόθεση εκδικάζεται για τρίτη φορά και ευχόμεθα, ως πολίτες πρωτίστως, να εφαρμοστούν οι νόμοι του κράτους και να τιμωρηθούν πραγματικά όσοι και εφόσον παρανομούν κραυγαλέα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους».
Πιο πρόσφατη είναι η αναίρεση του Μαρτίου του 2011, οπότε το Στ’ Ποινικό Τμήμα, με την υπ’ αριθμ. 1285/2011 απόφαση, ζήτησε ξανά την εκδίκαση της υπόθεσης, «λόγω έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης» για βασικό σκέλος της υπόθεσης. Κατά πόσο δηλαδή τα ποσά, για τα οποία φέρεται να ζημιώθηκε το Δημόσιο, ήταν λογιστικές διαφορές σε βάρος της εταιρείας για την περίοδο 1998-1999, και άρα θα έπρεπε να προστεθούν στα δηλωθέντα κέρδη και να φορολογηθούν, αφού -κατά την αναίρεση- οι συμβάσεις της εταιρείας ήταν αθεώρητες από τη ΔΟΥ.