Διαβουλεύσεις των ορθοδόξων εκκλησιών για το μέλλον του χριστιανισμού
Η Αραβική Άνοιξη προβληματίζει τους Ορθοδόξους Προκαθημένους. Η πτώση του καθεστώτος Μουμπάρακ στην οποία πρωτοστάτησαν οι κόπτες χριστιανοί διαδηλώνοντας επί ημέρες στην πλατεία Ταχρίρ και οι επιθέσεις που δέχθηκαν στην συνέχεια από τις στρατιωτικές δυνάμεις που κυριαρχούν σήμερα στην Αίγυπτο αποτελούν για πολλούς την απόδειξη ότι η «επόμενη ημέρα στην Μέση Ανατολή» μπορεί να οδηγήσει στην μεγάλη φυγή των χριστιανών από τους τόπους όπου γεννήθηκε ο Χριστός.
Τα όσα εκτυλίσσονται στην Συρία και οι πιθανές αναφλέξεις που μπορεί να προκληθούν στον γειτονικό Λίβανο, την Ιορδανία και τα Παλαιστινιακά εδάφη προκαλούν αδυσώπητα ερωτηματικά στους Ορθοδόξους Προκαθημένους.
Τρεις Πατριάρχες, οι Αντιοχείας κ. Ιγνάτιος, Ιεροσολύμων κ. Θεόφιλος και Αλεξανδρείας κ. Θεόδωρος ζουν στο μάτι του κυκλώνα με τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. κ.Βαρθολομαίο, τον Πατριάρχη Μόσχας κ. Κύριλλο και τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου κ.Χρυσόστομο να δείχνουν με κάθε τρόπο την αγωνία τους, ενώ ταυτόχρονα καθένας από την πλευρά του προσπαθεί να προωθήσει τις δικές του λύσεις και ορισμένοι να επιβεβαιώσουν την κυριαρχία τους.
Η Συρία, ο Ασαντ και η «Αλεπού της Ερήμου»
Η Συρία, το μέλλον και η τύχη του καθεστώτος Ασαντ αλλά και οι δυνάμεις που πρωτοστατούν στα κινήματα που έχουν δημιουργηθεί εναντίον του, αποτελούν μείζονος σημασίας ζήτημα για τις Ορθόδοξες Εκκλησίες.
Στη Συρία των 23 εκατομμυρίων ζουν σήμερα περίπου δύο εκατομμύρια χριστιανοί εκ των οποίων το 1,5 εκατομμύρια Ορθόδοξοι, με τους Συροικωβίτες, τους Μελχίτες, τους Ρωμαιοκαθολικούς και τους προτεστάντες να αποτελούν μικρές αλλά ισχυρές ομάδες.
Η ιστορική τους παρουσία ξεκινάει από την εποχή των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου και τους τελευταίους έξι αιώνες η Δαμασκός αποτελεί τον τόπο φιλοξενίας του Πατριαρχείου Αντιοχείας, του ισχυρότερου και δυναμικότερου Πατριαρχείου της Ανατολής.
Γεννημένος το 1920 και στα 91 του χρόνια ο Πατριάρχης Αντιοχείας κ. Ιγνάτιος έζησε την κυριαρχία των Γάλλων, την ίδρυση του κόμματος Μπάαθ, την άνοδο του Χαφέζ Αλ Ασαντ αλλά και του γιου του, Μπασάρ Αλ Ασαντ. «Η αλεπού της ερήμου» όπως τον χαρακτηρίζουν ορισμένοι ορθόδοξοι αρχιερείς, ξέρει να αποφεύγει, λένε, τις καταστάσεις που θα τον δεσμεύσουν και θα προκαλέσουν προβλήματα στο ποίμνιο του.
«Φιλοαμερικανός», «φιλορώσος», «άνθρωπος των Ασαντ», «Πατέρας των Αράβων», «ανθέλληνας» είναι μερικοί μόνον από τους χαρακτηρισμοί που του έχουν αποδοθεί. Και όλοι φαίνεται ότι στηρίζονται στο παρελθόν και το παρόν του «Ρόμελ της Ορθοδοξίας».
Ο χαρακτηρισμός του «φιλοαμερικανού» προκλήθηκε με βάση του γεγονός ότι είναι απόφοιτος του Αμερικανικού Πανεπιστημίου του Λιβάνου γι’ αυτό και το καθεστώς αρνιόταν την εκλογή του. Η κατηγορία του «ανθρώπου του καθεστώτος» του αποδόθηκε επειδή ήταν μητροπολίτης στην περιοχή της Λατάκιας από όπου προέρχεται η οικογένεια Ασαντ και κυρίως γιατί ανέτρεψε τις όποιες ενστάσεις είχε ο Χαφέζ Αλ Ασαντ εναντίον του σε μια τρίωρη συνάντηση τους που προηγήθηκε της εκλογής του. «Φιλορώσος» χρίσθηκε διότι σπούδασε θεολογία στο Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου στο Παρίσι.
Ο τίτλος του «Πατέρα των Αράβων» του αποδόθηκε από το Πανισλαμικό Συνέδριο που συγκλήθηκε στην Σαουδική Αραβία το 1994. Και του «ανθέλληνα» διότι παρά το γεγονός ότι πραγματοποίησε ειδικές σπουδές στην κλασική φιλοσοφία δεν επισκέπτεται την Ελλάδα, δεν μιλάει Νέα Ελληνικά και ουδέποτε ανέπτυξε ιδιαίτερες σχέσεις με Ελλαδίτες αρχιερείς.
Ο ρόλος του πολλές φορές και ιδιαίτερα η σιωπή του το τελευταίο διάστημα βρίσκεται στο μικροσκόπιο πολλών, όλοι όμως αναγνωρίζουν στον κ. Ιγνάτιο ότι με τη στάση και τις κινήσεις του διέσωσε και διασώζει το ποίμνιο του, το οποίο ποτέ δεν έπαψε να τον στηρίζει.
Η Ιορδανία, η Παλαιστίνη και η Αλεξάνδρεια
«Φοβόμαστε όλοι και δεν ξέρουμε, τι θα ξημερώσει η κάθε ημέρα» δήλωνε ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας κ. Θεόδωρος πριν από ενάμισι μήνα, όταν σημειώθηκε το νέο προγκρόμ κατά των κοπτών της Αιγύπτου. Και αυτή τη φορά οι κόπτες δεν αντιμετώπισαν τις δυνάμεις του Μουμπάρακ και τους παρακρατικούς της αλλά τον ίδιο το στρατό της Αιγύπτου, ο οποίος εμφανιζόταν ως ο εγγυητής της επόμενης ημέρας.
Τα γεγονότα επιβεβαίωσαν επί της ουσίας τις ανησυχίες των Ορθοδόξων Προκαθημένων, οι οποίοι δεν έκρυβαν τον προβληματισμό τους για όσα συντελούνται στην Μέση Ανατολή και τις συνέπειες που μπορεί να υπάρξουν για τους Χριστιανούς.
Ο όμορος του κ. Θεόδωρου Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ. Θεόφιλος, βαθύς γνώστης της ιστορίας και της πολιτικής κατάστασης στην Μέση Ανατολή, στην οποία ζει για περισσότερα από 40 χρόνια, έδειξε από την πρώτη στιγμή την έντονη ανησυχία του και προσπάθησε να θωρακίσει τους Χριστιανούς.
Ποιμενάρχης των Χριστιανών που ζουν στο Ισραήλ, τα παλαιστινιακά εδάφη, την Ιορδανία και το Κατάρ ο κ. Θεόφιλος ενίσχυσε τον διαθρησκειακό διάλογο, τις σχέσεις φιλίας με τους ηγέτες των άλλων δύο μονοθεϊστικών θρησκειών της Μέσης Ανατολής και συγκάλεσε επανειλημμένα το Συμβούλιο Μέσης Ανατολής των Χριστιανικών Εκκλησιών, στις οποίες συμμετείχαν οι Πατριάρχες Αντιοχείας και Αλεξανδρείας, καθώς και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες, αναλύοντας τα δεδομένα και προετοιμαζόμενος για δύσκολες στιγμές.
Τα ανοίγματά του στον Εμίρη του Κατάρ, στην βασιλική οικογένεια της Ιορδανίας, τους ηγέτες των Παλαιστινίων αλλά και το καθεστώς που επέβαλλε στις σχέσεις του με τις ισραηλινές αρχές έχουν καταστήσει τον κ. Θεόφιλο ως έναν από τους βασικούς παράγοντες σταθερότητας στην περιοχή.
Η Κωνσταντινούπολη και η Μόσχα
Από την πρώτη στιγμή που άρχισαν να εκδηλώνονται τα κινήματα στη Μέση Ανατολή ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. κ. Βαρθολομαίος βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία με τους Ορθοδόξους Προκαθημένους της περιοχής σε μια προσπάθεια συντονισμού και εξεύρεσης λύσης στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Χριστιανοί.
Μάλιστα προχώρησε στις αρχές του φθινοπώρου στην σύγκληση ειδικής Σύναξης στην Κωνσταντινούπολη στην οποία κλήθηκαν Προκαθήμενοι και εκπρόσωποι των Εκκλησιών της Αλεξάνδρειας, της Αντιοχείας, των Ιεροσολύμων και της Κύπρου. Ενδεικτικά του προβληματισμού που κυριάρχησε σε εκείνη τη συνάντηση είναι τα όσα είπε ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ. Χρυσόστομος: «Οφείλουμε, τόνισε, ως πνευματικοί ηγέτες να υψώσουμε φωνή διαμαρτυρίας υπερασπιζόμενοι τους πιστούς μας. Ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός σήμερα οξύνεται. Οι χριστιανοί καθίστανται στόχος ποικίλων επιβούλων βλέψεων. Επιδρομές σε χώρους και εν ώρα λατρείας, φόνοι αθώων ανθρώπων, βιαιότητες, βιαιοπραγίες κατά χριστιανικών περιουσιών».
Οι κινήσεις του κ. κ. Βαρθολομαίου προκάλεσαν, όπως ήταν αναμενόμενο, εντάσεις στις σχέσεις του με το Πατριαρχείο Μόσχας, στελέχη του οποίου προβληματίστηκαν βλέποντας να δημιουργείται ένας άξονας παρέμβασης χωρίς την δική τους συμμετοχή.
Μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, με βάσεις στην περιοχή της Συρίας και σφαίρες επιρροής στην Αίγυπτο και τα παλαιστινιακά εδάφη η Ρωσία παραμένει πάντα ένας ισχυρός πόλος στα διεθνή διπλωματικά ζητήματα. Όμως τα στελέχη του Πατριαρχείου Ρωσίας διείδαν ότι οι λεγόμενες ιστορικές Εκκλησίες, οι οποίες έχουν κυρίως ελληνόφωνους προκαθημένους, δημιούργησαν έναν άξονα υπό τον Οικουμενικό Πατριάρχη, γεγονός που δεν επιτρέπει στην Μόσχα να παίξει έναν δικό της ρόλο, ενδεχομένως και αντίστοιχο της πολιτικής της δύναμης.
Με μία επίσκεψη του πριν από δέκα ημέρες στη Συρία και τον Λίβανο και με συναντήσεις με τους ηγέτες των δύο χωρών, τους επικεφαλής των χριστιανικών Εκκλησιών αλλά και τους εκπροσώπους των μουσουλμάνων ο Πατριάρχης κ. Κύριλλος έδωσε το δικό του δυναμικό “παρών” στην περιοχή.
Στη συνέχεια και με αφορμή την επέτειο των γενεθλίων του συγκάλεσε στη Μόσχα Σύνοδο με την συμμετοχή ορισμένων γνωστών συμμάχων του, όπως ο Πατριάρχης Γεωργίας κ. Ηλίας.
Δείχνοντας ότι αποτελεί ισχυρό πόλο στο χριστιανικό γίγνεσθαι ο Πατριάρχης Μόσχας, δύο χρόνια μετά την εκλογή του επισκέφθηκε τον Πατριάρχη Αντιοχείας, όπως απαιτεί το εκκλησιαστικό πρωτόκολλο.
Περιγράφοντας τα όσα αποκόμισε ο κ. Κύριλλος από το ταξίδι του ο «υπουργός Εξωτερικών» του Πατριαρχείου Μόσχας Μητροπολίτης Βολοκολομάνσκ κ. Ιλαρίωνας, πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων, δήλωσε: «Η λεγόμενη αραβική άνοιξη σε μια σειρά χωρών της Μέσης Ανατολής θέτει σε κίνδυνο την ευημερία και ακόμα και την ίδια την ύπαρξη των χριστιανικών εκκλησιών. Όταν με εξωτερικές επεμβάσεις πέφτει το α’ ή β’ πολιτικό καθεστώς στην α’ ή β’ χώρα, ανεξαρτήτως στάσεως μας απέναντί του, διαδέχεται από πολύ πιο ριζοσπαστικές πολιτικές, οι οποίες προβαίνουν σε διακρίσεις και διώξεις σε βάρος των χριστιανών».
Όπως προσέθεσε μάλιστα «αυτό παρατηρούμε και στο Ιράκ μετά την κατάρρευση του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσείν, όπου οι περισσότεροι χριστιανοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την χώρα. Βλέπουμε και τις ταραχές στην Αίγυπτο μετά την πτώση του Μουμπάρακ. Στη Συρία επίσης υπάρχουν ριζοσπαστικές δυνάμεις και σε περίπτωση αλλαγής του πολιτικού καθεστώτος δεν μπορούμε παρά να ανησυχούμε για το μέλλον του χριστιανισμού».