“Δεν ευθύνεται ο Άντερς Μπρέιβικ για την σφαγή του Όσλο” αποφαίνονται οι ειδικοί που ανέλαβαν να το εξετάσουν, σύμφωνα με την εφημερίδα Verdens Gang
Οι ψυχίατροι που ανέλαβαν να αξιολογήσουν την ψυχική και πνευματική κατάσταση του μακελάρη του Όσλο, τον “απαλλάσσουν” από την ευθύνη για τις διπλές φονικές επιθέσεις του περασμένου Ιουλίου στη νορβηγική πρωτεύουσα και στο νησί Ουτόγια που στοίχισαν τη ζωή σε 77 άτομα.
Σύμφωνα με τους δυο ψυχιάτρους οι οποίοι κατέθεσαν σήμερα τα συμπεράσματά τους στο δικαστήριο, ο 32χρονος Μπρέιβικ υπέφερε από “παρανοϊκή σχιζοφρένεια”, μια πνευματική κατάσταση που “αλλοίωσε την κριτική του ικανότητα” πριν τις επιθέσεις.
Οι γιατροί συμπεραίνουν ότι ζει “στο δικό του σύμπαν… όπου όλες οι σκέψεις και οι πράξεις του καθοδηγούνται από παραισθήσεις” ενώ παράλληλα επισημαίνουν ότι συμπεριφερόταν ως φρενοβλαβής κατά τη διάρκεια των 13 συναντήσεων που είχαν μαζί του.
Η 243 σελίδων έκθεση των ψυχιάτρων, θα μελετηθεί από επιτροπή ιατρών και νομικών ώστε να διασφαλιστεί ότι τηρήθηκαν όλοι οι κανόνες.
Τον τελευταίο λόγο για την ποινική ευθύνη του Μπρέιβικ θα έχει το δικαστήριο, το οποίο ωστόσο κατά κανόνα ακολουθεί τις συστάσεις των ειδικών, όπως σημειώνει η Corriere della Sera.
Αν υιοθετηθεί εν τέλει η άποψη των ψυχιάτρων, ο 32χρονος δεν θα μπορεί να καταδικαστεί σε φυλάκιση, αλλά θα πρέπει να εισαχθεί σε ψυχιατρική κλινική.
“Αρκεί να μην είναι ελεύθερος”
Όπως αναφέρει το BBC, ο Τζον Κρίστιαν Έλντεν, ένας εκ των δικηγόρων των οικογενειών των θυμάτων, δήλωσε ότι αυτό που μετράει είναι να μην αφεθεί ελεύθερος ο δράστης.
“Όποιο κι αν είναι το συμπέρασμα, ο Μπρέιβικ θα φυλακιστεί…Το πιο σημαντικό για τους πελάτες μας είναι ότι δεν θα μπορεί να περπατά στο δρόμο” είπε ο δικηγόρος.
Ο μακελάρης ομολόγησε από την πρώτη στιγμή της σύλληψής του ότι ήταν ο δράστης των δυο φονικών επιθέσεων, παρόλα αυτά μέχρι σήμερα αρνείται να δηλώσει ένοχος, χαρακτηρίζοντας τις πράξεις του “φρικτές αλλά αναγκαίες”.
Η δίκη του 32χρονου έχει προγραμματιστεί να ξεκινήσει στις 16 Απριλίου του 2012 και η ακροαματική διαδικασία προβλέπεται να διαρκέσει 10 εβδομάδες.