Ραγδαίες εξελίξεις στο θέμα των Σκοπίων αναμένονται το αμέσως προσεχές διάστημα, καθώς την επόμενη Δευτέρα, 5 Δεκεμβρίου, το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης θα ανακοινώσει την απόφασή του για την προσφυγή της ΠΓΔΜ κατά της Ελλάδας. Υπενθυμίζεται ότι τα Σκόπια είχαν προσφύγει στη Χάγη στις 17 Νοεμβρίου 2008, κατηγορώντας τη χώρα μας ότι είχε εμποδίσει την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ, θέτοντας βέτο κατά τη Σύνοδο Κορυφής της Συμμαχίας στο Βουκουρέστι, τον Απρίλιο του ίδιου έτους.
Το ακριβές είναι ότι το ΝΑΤΟ, με ομόφωνη απόφαση -όπως συμβαίνει πάντα στις περιπτώσεις όπου υπάρχουν διαφωνίες-, «πάγωσε» την ένταξη των Σκοπίων λόγω των ελληνικών αντιρρήσεων, επειδή εκκρεμούσε το θέμα της ονομασίας. Η ελληνική κυβέρνηση, τότε, είχε σπεύσει να κάνει λόγο δημοσίως για βέτο, δίνοντας λαβή στην ΠΓΔΜ να την καταγγείλει ότι παραβίασε το άρθρο 11 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995, σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα οφείλει να μην εμποδίζει την είσοδο των Σκοπίων σε διεθνείς οργανισμούς με χρήση της προσωρινής ονομασίας τους.
Η προσφυγή των Σκοπίων είχε δύο σκέλη. Αφενός, ζητούσε από το Δικαστήριο να αποφανθεί για το αν υπήρξε παραβίαση της Συμφωνίας εκ μέρους της Ελλάδας στην περίπτωση του Βουκουρεστίου, αφετέρου, αν κρίνει ότι έτσι έγινε, να υποχρεώσει τη χώρα μας να μην εμποδίζει την είσοδό τους σε άλλους διεθνείς οργανισμούς στο μέλλον. Κατά την ακροαματική διαδικασία, η Ελλάδα είχε καταρχήν υποστηρίξει ότι η υπόθεση δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου, αλλά αν το ίδιο κρίνει ότι είναι αρμόδιο, τότε να απορρίψει ως αβάσιμες τις κατηγορίες των Σκοπίων.
Η παρούσα πολιτική ηγεσία, υπό τον Λουκά Παπαδήμο, θα πρέπει να διαφυλάξει τη διαμορφωμένη εθνική «κόκκινη γραμμή»
Αν η απόφαση του Δικαστηρίου δεν είναι θετική για την Ελλάδα, σενάριο πιθανό με βάση την «περιρρέουσα ατμόσφαιρα», τότε θα ανοίξει ένας δυσάρεστος κύκλος διπλωματικών πιέσεων για άρση των ελληνικών αντιρρήσεων όχι μόνο για την ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, αλλά και για το «ξεπάγωμα» της ευρωπαϊκής πορείας τους, εφόσον διεκδικούν την ένταξή τους με την προσωρινή ονομασία ΠΓΔΜ.
Ακόμα και στην περίπτωση που η απόφαση της Χάγης είναι «μοιρασμένη» ή διπλής ανάγνωσης, π.χ. να αναγνωρίζει ότι η Ελλάδα παραβίασε το άρθρο 11 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας αλλά να μην επιβάλλει ή να μη ζητά άρση των επιφυλάξεών της εφεξής για άλλες ανάλογες υποθέσεις, εκδοχή που θεωρείται η πλέον πιθανή από γνώστες της υπόθεσης, είναι δεδομένο ότι ο πρωθυπουργός των Σκοπίων, Νίκολα Γκρούεφσκι, θα σπεύσει να την εκμεταλλευτεί τόσο στο εσωτερικό της χώρας του όσο και στο διεθνές πεδίο προκειμένου να πιέσει την ελληνική πλευρά. Το σίγουρο είναι επίσης ότι μια αρνητική για την Ελλάδα ή έστω αμφίσημη απόφαση θα δυσχεράνει τη διαπραγματευτική θέση της στις συνομιλίες που διεξάγονται στο πλαίσιο του ΟΗΕ με τη μεσολάβηση του Μάθιου Νίμιτς.
Με μια τέτοια απόφαση στα χέρια τους, τα Σκόπια θα επανέλθουν με αίτημα για ένταξή τους στο ΝΑΤΟ και ξεμπλοκάρισμα της ευρωπαϊκής πορείας τους στην επικείμενη υπουργική Σύνοδο της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας στις 7-8 Δεκεμβρίου και τη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. στις 9 του μήνα. Η απόφαση του Δικαστηρίου επρόκειτο αρχικά να εκδοθεί στα μέσα Νοεμβρίου, εκτιμάται όμως ότι μεθοδεύτηκε η μετάθεσή της για λίγες μόλις μέρες πριν από τις Συνόδους του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. ώστε να μεγιστοποιηθεί η πίεση προς την Αθήνα να άρει τις αντιρρήσεις της.
Υπό το φως αυτών των εξελίξεων, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και η αναφορά του Γιώργου Παπανδρέου στην τελευταία ομιλία του στη Βουλή, ως πρωθυπουργού, με την οποία ενέταξε το θέμα των Σκοπίων στα προς άμεση διευθέτηση ζητήματα από την κυβέρνηση που θα προέκυπτε. Η υπόθεση, πάντως, θα έχει προεκτάσεις στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό με δεδομένη και τη σύνθετη κυβερνητική κατάσταση, καθώς η παρούσα πολιτική ηγεσία, όσες πιέσεις και να ασκηθούν, θα πρέπει να διαφυλάξει τη διαμορφωμένη εθνική «κόκκινη γραμμή».
Λάμπρος Καλαρρύτης στον Τύπο της Κυριακής