Στο Διαδίκτυο αναφέρεται ότι «η γεωργία στο Ηνωμένο Βασίλειο χρησιμοποιεί περίπου το 71% της έκτασης της χώρας και συνεισφέρει περίπου το 0,6% της παραγωγικής αξίας της χώρας
Το Ηνωμένο Βασίλειο παράγει λιγότερο από το 60% της τροφής την οποία καταναλώνει και το μερίδιο της βιομηχανίας στην εθνική οικονομία μειώνεται. Παρά τους εκπαιδευμένους εργάτες, την προηγμένη τεχνολογία, το εύφορο έδαφος και τις επιδοτήσεις, οι οποίες προέρχονται κυρίως από την Ευρωπαϊκή Ενωση, τα κέρδη από τις φάρμες είναι χαμηλά και πέφτουν κυρίως λόγω των χαμηλών τιμών, στις οποίες πωλούν οι αγρότες.
Από γενιά σε γενιά, λιγότεροι νέοι άνθρωποι μπορούν να επωμίζονται το κόστος κεφαλαίου για την είσοδο στην αγροτική παραγωγή και ακόμη λιγότεροι αποθαρρύνονται από τα χαμηλά κέρδη. Η μέση ηλικία του Βρετανού αγρότη είναι τώρα τα 59 χρόνια».
Επειδή, όμως, η Βρετανία έχει έναν μονάρχη, ο οποίος αφουγκράζεται τα προβλήματα της χώρας του, έναν μονάρχη ο οποίος δεν υποτιμά καμία εργασία, έναν μονάρχη ο οποίος γνωρίζει ότι αρκετοί ζητούν την κατάργηση του θεσμού τον οποίο υπηρετεί, η βασίλισσα Ελισάβετ φαίνεται ότι αποφάσισε να φροντίσει να μην τη στείλουν για βρούβες, αλλά… να τις καλλιεργήσει. Η βασίλισσα Ελισάβετ, η οποία έχει κληρονομιά από τον σύζυγο της βασίλισσας Βικτορίας, πρίγκιπα Αλβέρτο, μία φάρμα στο παλάτι του Γουίνδσορ, πήρε περίπου 260.000 ευρώ ως επιδότηση από την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Οι επιδοτήσεις της αγροτικής βασίλισσας έδωσαν ευκαιρία για διάφορα σχόλια όταν έγιναν γνωστές από την εφημερίδα «Mail on Sunday» και όταν έγινε επίσης γνωστό ότι η βασίλισσα έχει εισπράξει ανάλογες επιδοτήσεις για φάρμες σε άλλες εκτάσεις, οι οποίες τις ανήκουν. Βεβαίως, όσοι παρατηρούν, όπως ο Γκράχαμ Σμιθ, της αντιμοναρχικής ομάδας Republic, ότι «αυτό δείχνει την προθυμία της βασιλικής οικογένειας να παίρνει τα λεφτά των φορολογουμένων σε μια περίοδο που εμείς περιορίζουμε τα έξοδά μας», μάλλον δεν καταλαβαίνουν ότι η βασίλισσα δεν έχει τους απλούς προβληματισμούς ενός αγρότη, αλλά τους προβληματισμούς ενός αγρότη, του οποίου η μία μόνο φάρμα έχει έκταση μεγαλύτερη από 2.000 στρέμματα.
Αλέξανδρος Μόρντουντακ