Γράφει ο Παντελής Καψής

Σχεδόν σε όλον τον κόσμο κυβερνήσεις και αγορές υποδέχθηκαν με στεναγμούς ανακούφισης την είδηση ότι η ελληνική Βουλή ενέκρινε το πρόγραμμα λιτότητας. Πόσο λάθος κάνουν… Γιατί, αν είχαμε πει «Όχι», αν είχαμε κηρύξει στάση πληρωμών, θα έπρεπε ασφαλώς να λάβουν επώδυνα πυροσβεστικά μέτρα για τις τράπεζές τους, δεν θα ήταν όμως κάτι που δεν θα άντεχαν. Αντιθέτως, θα «γλίτωναν» μια και καλή από την Ελλάδα και θα έριχναν σε μας το βάρος του ναυαγίου.

Τώρα όμως; Ο «ελληνικός πονοκέφαλος» συνεχίζεται. Και όσο κι εμείς επιμένουμε κουτσά-στραβά να τηρούμε τις συμφωνίες, θα είναι πολιτικά δύσκολο να σταματήσουν τη βοήθεια. Ετσι θα είναι υποχρεωμένοι να αναζητήσουν μια πιο μόνιμη λύση για τη ζώνη του ευρώ με βάση την οποία μπορούμε και εμείς να ελπίζουμε ότι, εκτός από τη λιτότητα, θα υπάρξουν και μέτρα για τη χρηματοδότηση της οικονομίας και φυσικά για την ανάπτυξη. Χωρίς αυτά δύσκολα θα βγούμε από τον φαύλο κύκλο της απαισιοδοξίας και της ύφεσης.

Κατά μία έννοια, όπως έχουν σημειώσει πολλοί αναλυτές, η Ελλάδα μπορεί με αυτόν τον τρόπο να γίνει ξανά ο καταλύτης για ένα ευρωπαϊκό αυτή τη φορά Σχέδιο Μάρσαλ που θα έχει ως στόχο την ενίσχυση της συνοχής στη ζώνη του ευρώ. Δυστυχώς, όπως έχουμε δει, οι αντιστάσεις από την κυρία Μέρκελ αλλά και πολλούς βόρειους εταίρους είναι μεγάλες. Και το ερώτημα είναι αν θα αντέξουμε να περιμένουμε. Οποιος είχε τη δυνατότητα να μιλήσει με υπουργούς μετά την ψηφοφορία στη Βουλή θα διατηρεί ασφαλώς πολλές αμφιβολίες. Για τους περισσοτέρους η ψήφος δεν ήταν μια ευκαιρία για νέο ξεκίνημα αλλά αναστολή εκτέλεσης ως τον Σεπτέμβριο.

Απογοητευμένοι από τις επιδόσεις τους, ψυχολογικά καταπονημένοι από τις βίαιες αντιδράσεις και με τη χώρα σε κατάσταση μόνιμης άρνησης, όπου οι μειονότητες και οι φανατικοί μοιάζει να καθορίζουν την ατζέντα, μη αφήνοντας κανένα περιθώριο σε νηφάλιο διάλογο, πολλά στελέχη της κυβέρνησης δεν πιστεύουν πια ότι μπορούν να αντέξουν. Περιμένουν έτσι τη λύτρωση από τις εκλογές. Ο μόνος που μπορεί να τους διαψεύσει είναι ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος.

Ο νέος αντιπρόεδρος στην ομιλία του έδειξε να κατανοεί απολύτως τις προτεραιότητες: μείωση των ελλειμμάτων και επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος- χωρίς να υπολογίζονται, δηλαδή, οι τόκοι που πληρώνουμε- μέσα σε μία διετία. Είναι όμως αποφασισμένος να αναλάβει το μεγάλο προσωπικό κόστος της επίτευξης ενός τέτοιου στόχου; Είναι σε θέση η διοίκηση να ανταποκριθεί- όπως δεν έχει κάνει ως σήμεραστις απαιτήσεις μιας τέτοιας πολιτικής; Και ως ποιον βαθμό οι Ευρωπαίοι θα συναινέσουν στο να ελαφρώσουν το έργο του, π.χ. με την εθελοντική αναδιάρθρωση που βρίσκεται σε εξέλιξη ή με απελευθέρωση πόρων για επενδύσεις; Τις απαντήσεις θα τις έχουμε μέσα στο καλοκαίρι, όπου η Ελλάδα, όπως σημείωνε έμπειρος οικονομικός παράγοντας, έχει άμεση ανάγκη μιας εθνικής επιτυχίας. Γιατί από ήττες χορτάσαμε…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

You missed