ΜΕΙΚΤΟ ΟΡΚΩΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
«Έτσι μ’ έκοψε, έτσι έκανα», «ήταν βλακεία μου», ήταν η φράση με την οποία «δικαιολόγησε» ο μάρτυρας Δημήτρης Γκαγκανιάρας την σοβαρή και ανεξήγητη παράλειψή του, να μην ειδοποιήσει τις αστυνομικές αρχές για την ανεύρεση του πτώματος της Φιλιώς, τρεις ημέρες μετά την στυγερή δολοφονία της 15χρονης μαθήτριας.
Χτες, συνεχίστηκε στο Μεικτό Ορκωτό Εφετείο Δυτικής Μακεδονίας, η δίκη για το έγκλημα της Βλάστης που διαπράχτηκε στις 4 Ιουλίου 2004, νύχτα Κυριακής, με εξέταση δύο μαρτύρων, των οποίων οι καταθέσεις κρίνονται πολύ σημαντικές από το δικαστήριο και θα αξιολογηθούν αναλόγως. Η κατάθεση του κτηνοτρόφου Δ. Γκαγκανιάρα ήταν αποκαλυπτική για τις αντιφάσεις που περιείχε, αλλά και για το γεγονός ότι πολλοί ισχυρισμοί και «άλλοθι», καταρρίπτονταν από καταθέσεις άλλων μαρτύρων που περιέχονται στη δικογραφία.
Είναι μάλιστα αξιοσημείωτη η παρέμβαση της Πολιτικής Αγωγής, του γνωστού δικηγόρου Νίκου Κωνσταντόπουλου, ο οποίος με αφορμή αυτή την κατάθεση, αλλά και άλλες που περιλαμβάνονται στη δικογραφία, ο οποίος εξέφρασε την απορία του, λέγοντας ότι «μου κάνει εντύπωση που δεν ασκήθηκε ούτε μία δίωξη για ψευδορκία».
Ο μάρτυρας κατέθεσε ότι την Τετάρτη (τρεις ημέρες μετά το έγκλημα) πήγε τον Αλβανό υπάλληλό του στην εν λόγω δασική περιοχή για να επιλέξει ένα σημείο να κόψει ξύλα. Τον άφησε εκεί και επέστρεψε αργότερα για «να του φέρει το πριόνι». Τότε ο Αλβανός του είπε ότι «βρήκα το κορίτσι που ψάχνουν, βρήκα το πτώμα». Είπε ότι πήγε και ο ίδιος και όντως είδε το πτώμα. Πριν βρεθεί το πτώμα, ο Αλβανός είπε ότι βρήκε ένα παπούτσι, ενώ ψάχνοντας το δεύτερο παπούτσι έπεσε πάνω στο άψυχο κορμί του θύματος με πολτοποιημένο το κεφάλι. Στο ερώτημα της Πολιτικής Αγωγής «τι έγινε το παπούτσι που βρέθηκε», ο μάρτυρας είπε ότι «το πετάξαμε», ενώ ο Ν. Κωνσταντόπουλος του επέστησε τη σοβαρότητα της πράξης του, που συνιστά «εξαφάνιση τεκμηρίων εγκλήματος» και επομένως διώκεται.
Τελικώς, όπως είπε ο μάρτυρας, μετά που πήγε στην Αναρράχη «για να πάρει κάποια έγγραφα» από την κοινότητα, ενημέρωσε για την ανεύρεση του πτώματος τον πρώην γραμματέα, ο οποίος και ειδοποίησε την Αστυνομία στην Πτολεμαΐδα. Μόνο που ο Δ. Γκαγκανιάρας, είπε ότι «ο ίδιος βρήκε το πτώμα», αποκρύπτοντας ότι το βρήκε ο Αλβανός υπάλληλός του, επειδή αυτός «φοβόταν να μην μπλέξει», όπως είπε. Βεβαίως στη συνέχεια παραδέχτηκε ότι «ήταν η μεγαλύτερη βλακεία…».
Στην κατάθεση του εν λόγω μάρτυρα, υπάρχουν κι’ άλλες σοβαρές αντιφάσεις. Υποστήριξε για παράδειγμα ότι την Κυριακή 4/7/2004 βρισκόταν στον Τύρναβο, όπου πήγε να πάρει το φορτηγό. Μόνο που υπάρχει κατάθεση του ίδιου του πατέρα του, που τον διαψεύδει, καθώς λέει ότι ήταν στη Βλάστη, ενώ καταθέσεις άλλων δύο ατόμων λένε ότι το βράδυ εκείνης της Κυριακής ήταν μαζί σε «καφέ» της Βλάστης στο «Πέτρινο» και «τα έπιναν».
Ο Ν. Κωνσταντόπουλος θεωρώντας προφανώς ότι ο μάρτυς «συσκοτίζει την αλήθεια», υπέβαλε αίτημα να «κλητευθεί» στο δικαστήριο και ο Αλβανός υπάλληλος, που βρήκε το πτώμα.
Ενδιαφέρον είχε και η κατάθεση του Αλέξη Ζησιού. Είναι ο αδερφός του βασικού μάρτυρα που φέρεται να είδε τον 39χρονο κατηγορούμενο να χτυπάει με πέτρα το κορίτσι στο κεφάλι. Ο Α. Ζησιός που στις δύο προηγηθείσες δίκες αμφισβητούσε την ειλικρίνεια και αξιοπιστία του αδερφού, χτες υποστήριξε ότι «πείστηκα πως αυτή τη φορά ο αδερφός μου λέει αλήθεια, παρά τις «μυθοπλασίες» και το αλλοπρόσαλο» του χαρακτήρα του. Αιτιολόγησε την «αλλαγή πλεύσης» στο γεγονός ότι, όπως είπε «προέκυψαν στη συνέχεια στοιχεία και από την Αστυνομία, που αλλάζουν τα πράγματα».
Από την πλευρά της υπεράσπισης οι συνήγοροι «ξεσκόνισαν» τον μάρτυρα Αλέξη Ζησιό, στην κατεύθυνση να αποδείξουν την πλήρη αναξιοπιστία του αδερφού του, ρωτώντας μάλιστα ευθέως τι πιστεύει για τον αδερφό του, «αν είναι υγειές ή άρρωστο άτομο».
Στη 1.30 το μεσημέρι η δίκη διακόπηκε και θα επαναληφθεί στις 30-31 Μαΐου και 3 Ιουνίου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΒΗΤΤΑΣ