Έλεγε στην τάξη σεξουαλικά υπονοούμενα («το βράδυ ξέσκισα μια τίγρη»), αυτομαστιγωνόταν με τη ζώνη του κατά τη διάρκεια του μαθήματος, αυτοαποκαλείτο «Μητσάρας»
Καθηγητής φιλόλογος, παντρεμένος με δύο παιδιά, αυτομαστιγωνόταν με τη ζώνη του κατά τη διάρκεια του μαθήματος, αυτοαποκαλείτο «Μητσάρας», έβγαινε ραντεβουδάκια με μαθήτρια, αλλά την πήγαινε και στο σπίτι του, εκσφενδόνιζε παπούτσια στις μαθήτριες, ήταν αθυρόστομος και απαξιωτικός προς τους μαθητές, άφηνε σεξουαλικά υπονοούμενα, έλεγε άσεμνα ανέκδοτα, αλλά του άφηναν και ραβασάκια στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου τους. Ο ίδιος δηλώνει αντικομφορμιστής και υποστηρίζει ότι αυτά που του αποδίδονται είναι σκευωρία και πλεκτάνη.
Παρ’ όλα αυτά, οι σύμβουλοι Επικρατείας δεν δέχθηκαν την προσφυγή του τέως γενικού επιθεωρητή δημόσιας διοίκησης Λέανδρου Ρακιντζή, με την οποία ζητούσε ο φιλόλογος να απολυθεί οριστικά, και επικύρωσαν την πειθαρχική ποινή της προσωρινής παύσης των 6 μηνών με πλήρη στέρηση των αποδοχών του που του είχε επιβληθεί για αναξιοπρεπή συμπεριφορά δημοσίου υπαλλήλου εντός και εκτός υπηρεσίας.
Το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται με ένα ανώνυμο e-mail και καταγγελίες γονέων για την απρεπή συμπεριφορά του φιλολόγου στη Νότια Πελοπόννησο, ενώ υπήρξε και καταγγελία γονέα για σεξουαλική και ψυχική παρενόχληση της κόρης του.
Έτσι ξεκίνησε προκαταρκτική έρευνα από την οποία προέκυψε ότι ο φιλόλογος εφέρετο να έχει παρενοχλήσει σεξουαλικά μαθήτρια της Α΄ Λυκείου, να είχε προσβάλει επανειλημμένα μαθητές με απρεπείς εκφράσεις. Χαρακτηριστικά, απευθυνόμενος σε μαθήτριες της είπε «πότε θα βγάλεις το δικό σου ροζ dvd σαν της Τζούλιας», σε άλλη ανέφερε ότι «εμείς οι gay πρέπει να το δείχνουμε», ενώ σε μαθητή του είπε με νόημα: «εχθές το βράδυ ξέσκισα μια τίγρη».
Για να εξασφαλίσει τα νώτα του, απειλούσε κιόλας τους μαθητές να μην πουν τίποτα στουώ γονείς τους, λέγοντας: «Έχουν προσπαθήσει πολλά πουλάκια να μου κάνουν κακό, αλλά τον Μητσάρα δεν τον αγγίζει τίποτα, γιατί άλλα πουλάκια που αγαπάνε τον Μητσάρα θα απομονώσουν αυτά τα πουλάκια που μιλάνε πολύ».
Κατόπιν αυτών, που ήταν η κορφή του παγόβουνου, διατάχθηκε Ένορκη Διοικητική Εξέταση (ΕΔΕ).
Στο πλαίσιο της ΕΔΕ ο πατέρας της μαθήτριας κατέθεσε ότι από άλλους γονείς πληροφορήθηκε ότι η κόρη του έχει σχέση με το φιλόλογο. Η ίδια η κόρη του παραδέχθηκε ότι είχε βγει δυο φορές μαζί του και ότι ήδη από τα Χριστούγεννα του 2009 «την έπαιζε εγκεφαλικά και ψυχικά», ζήτησε όμως να «μην του κάνουν τίποτα».
Ακόμη, κατέθεσε ότι τον Ιούνιο του 2010 είχαν δει τον καθηγητή έξω από το σπίτι της μαθήτριας και η τελευταία μπήκε στο αυτοκίνητό του, ενώ συμμαθήτριές της την άκουγαν να συνομιλεί τηλεφωνικά μαζί του «κάθε πέντε λεπτά» και μάλιστα το κινητό είχε που απόκρυψη.
Ο πατέρας ανέφερε ακόμη ότι ο καθηγητής πήγε την κόρη του στο σπίτι του και της έδειχνε οικογενειακές φωτογραφίες, προσπαθώντας να την παρασύρει, όπως και ότι η κόρη του δεχόταν κλήσεις από τον αριθμό 697…….., ο οποίος ανήκε στον εκπαιδευτικό.
Η μητέρα της μαθήτριας είπε ότι της εκμυστηρεύθηκε η κόρη της ότι όντως η πρώτη συνάντηση έγινε στο αυτοκίνητό του, κατά την οποία απλώς συζητούσαν, ενώ η δεύτερη ήταν στο σπίτι του.
Σύμφωνα με την μαθήτρια, κατά την συνάντηση στο σπίτι του γδύθηκε «από την μέση και πάνω» και αντάλλαξαν «φιλιά και χάδια», χωρίς όμως να φτάσουν σε ερωτικές πράξεις.
Κατά τη μητέρα, «η ολοκλήρωση της σχέσης τους ήταν θέμα ημερών, καθώς ο εκπαιδευτικός συνιστούσε στην κόρη της να είναι προσεκτική στο σχολείο, προκειμένου να μην γίνει αντιληπτή η σχέση τους».
Παράλληλα, γονείς ανέφεραν ότι ο φιλόλογος είχε πει σε μαθήτριες διάφορες φράσεις, όπως «χθες το βράδυ πήρα ένα γκομενάκι καυτό», «άσε μας ρε Τζένη και συ με τους έρωτές σου», «περπάτα πιο σεξουαλικά γιατί δεν θα σε θέλει κανένας άντρας», ενώ μετά από ένα περιστατικό βιαιοπραγίας μαθητή κατά μαθήτριας επιβράβευσε τον μαθητή λέγοντάς του: «καλά της έκανες και εγώ στη θέση σου το ίδιο θα έκανα».
Οι συνάδελφοί του χαρακτήρισαν τη συμπεριφορά του «αντιπαιδαγωγική και ανάρμοστη», ενώ κατέθεσαν ότι είναι «εκρηκτικός, πομπώδης, αθυρόστομος, με έλλειψη σεβασμού απέναντι στους άλλους», ενώ του καταλόγισαν ότι άφηνε σεξουαλικά υπονοούμενα για την εμφάνιση και την αμφίεση των μαθητριών και έλεγε απαξιωτικές εκφράσεις και επιφωνήματα για τα «σωματικά προσόντα τους».
Μάλιστα, τόνισαν ότι σε μια σε μία περίπτωση λογομαχίας που είχε με μαθήτρια, εκσφενδόνισε προς το μέρος της υπόδημα άλλης μαθήτριας.
Ακόμη, κατέθεσαν ότι μαθητές τους μετέφεραν ότι «ήταν αθυρόστομος, τραγουδούσε άσεμνα τραγούδια και έκανε απρεπείς χειρονομίες», ενώ άλλος είπε ότι ήταν «είρων και προκλητικός» και ότι «η διδασκαλία του διαρκούσε 5 λεπτά, διαθέτοντας την υπόλοιπη διδακτική ώρα σε ανέκδοτα για sex και ναρκωτικά», ενώ όταν μαθητής είχε βρογχίτιδα, με ειρωνικό ύφος του είπε: «Κ. έχουν χαλάσει τα υδραυλικά σου».
Η διευθύντρια του Λυκείου τον χαρακτήρισε αθυρόστομο και χαλαρό και ανέφερε ότι κατά το παρελθόν είχε τιμωρηθεί με χρηματικό πρόστιμό για την υβριστική στάση του.
Ο φιλόλογος αρνήθηκε τα περισσότερα περιστατικά που του απέδιδαν. Αντίθετα, δέχθηκε ότι αυτομαστιγώθηκε «χιουμοριστικά» και ότι είχε υποστηρίξει τον μαθητή που είχε χειροδικήσει κατά συμμαθήτριάς του γιατί ο μαθητής, ο οποίος ήταν άριστος, είχε υπάρξει θύμα ρατσισμού λόγω του βάρους του.
Αναφορικά με τις σχέσεις του με τη μαθήτρια, παραδέχθηκε ότι «παρέλαβε την μαθήτρια από την οικία της φίλης της με το αυτοκίνητό του και κατευθύνθηκαν προς τον σταθμό λεωφορείων, όπου και στάθμευσε».
Όμως η συνάντηση αυτή «έγινε για να πείσει τη μαθήτρια να σταματήσει να τον ενοχλεί και τους υιούς του με διαρκείς τηλεφωνικές κλήσεις και με σημειώματα, καθώς είχε προκαλέσει αναστάτωση στην οικογένειά του».
Παράλληλα, δέχθηκε ότι η δεύτερη συνάντησή του με τη μαθήτρια, πραγματοποιήθηκε στο σπίτι του, πλην όμως «όλη του η συμπεριφορά εκεί ήταν αποτρεπτική της δημιουργίας σχέσεως μαζί της, ενώ η συνάντηση αποσκοπούσε και πάλι στο να την πείσει να παύσει να ενοχλεί τον ίδιο και την οικογένειά του».
Στο πόρισμα της ΕΔΕ υπογραμμίζεται ότι η συμπεριφορά του φιλολόγου προκάλεσε υποτιμητικά σχόλια για τον ίδιο, τα οποία «αναπαράγονται με τη μορφή σκανδάλων».
Ως προς τις σχέσεις του με τη μαθήτρια, σημειώνεται ότι δεν προέκυψε ότι «αυτός επεδίωξε επαφή με τη μαθήτρια, καθώς αυτή δεν ανήκε στο τμήμα του». Όμως, προέκυψε κατά τρόπο σαφή «η διπλή συνάντησή τους (η δεύτερη στην οικία του) και η ανταλλαγή τηλεφωνικών κλήσεων προσωπικού περιεχομένου». Και συνεχίζει η ΕΔΕ:
«Το γεγονός ότι ο ίδιος προέτρεπε την μαθήτρια να μην αποκαλύψει σε κανέναν τις συναντήσεις τους καταδεικνύει ότι είχε πλήρη επίγνωση της σοβαρότητας των πράξεών του».
Κατόπιν αυτών, ασκήθηκε σε βάρος του πειθαρχική δίωξη για παράβαση καθήκοντος και αναξιοπρεπή διαγωγή εντός και εκτός υπηρεσίας.
Τώρα, κατά την πειθαρχική σε βάρους του διαδικασία, άλλαξε υπερασπιστική γραμμή και προσέθεσε νέα, άγνωστα στοιχεία.
Αρνήθηκε ότι παρέσυρε τη μαθήτρια στο σπίτι του, στο οποίο διέμενε με τη σύζυγό του και ότι «η παραδοχή του γεγονότος αυτού στην πρώτη κατάθεσή του υπήρξε αποτέλεσμα κακής συνεννοήσεως με τον δικηγόρο του».
Επεσήμανε ότι η μαθήτρια ήταν αυτή που τον προσέγγισε. Από τον Οκτώβριο 2009 η σύζυγός του άρχισε να δέχεται κλήσεις στο κινητό της, όταν δε απαντούσε της το έκλειναν. Τα τηλεφωνήματα συνεχίστηκα και με τους δύο γιους του, οι οποίοι δέχονταν κλήσεις από μαθήτριες, οι οποίες νόμιζαν ότι μιλούν με τον ίδιο και έλεγαν ότι είναι θαυμάστριές του, ενώ στην ονομαστική του εορτή του άφηναν το μήνυμα «χρόνια πολλά μανάρι».
Ο καθηγητής αποκάλυψε ότι βρήκε στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου του ιδιόχειρη επιστολή της μαθήτριας, στην οποία έγραφε ότι «επιθυμούσε συνάντηση μαζί του και, ενδεχομένως, τη σύναψη σχέσεως».
Παραδέχθηκε και πάλι ότι συναντήθηκε με τη μαθήτρια. Στην πρώτη συνάντηση η οποία έγινε στον χώρο στάθμευσης των υπεραστικών λεωφορείων, δίπλα στη λαϊκή αγορά της, προσπάθησε να της εξηγήσει ότι «δεν υπήρχε περίπτωση να συνάψουν σχέση, διότι αυτό θα συνιστούσε αδίκημα, διότι έχουν τεράστια διαφορά ηλικίας, αλλά και διότι είναι εκπαιδευτικός και παντρεμένος».
Όμως, όπως τόνισε, «η μαθήτρια έδειξε να πείθεται και ζήτησε να συναντώνται φιλικά, παρουσία της μητέρας της, αλλά εκείνος την απέτρεψε». Τις επόμενες ημέρες η μαθήτρια άρχισε να του ασκεί ψυχολογική πίεση, καλώντας τον στο τηλέφωνο και λέγοντάς του ότι «θα κλειστεί σε μοναστήρι», οπότε και αποφάσισε να την συναντήσει και πάλι για να την καθησυχάσει.
Η δεύτερη συνάντηση, επισήμανε ο καθηγητής, έγινε και πάλι στο ίδιο σημείο και όχι σπίτι του, όπως είχε αρχικά λεχθεί.
Όλα όσα καταγγέλλονται σε βάρος του τα απέδωσε σε «σκευωρία» και «πλεκτάνη», για λόγους αντιζηλίας συναδέλφων του «εξαιτίας της εκπαιδευτικής του πορείας, στη διάρκεια της οποίας ουδέποτε υπέκυψε σε «ευτελείς προτάσεις» τους σχετικές με την αύξηση της βαθμολογίας μαθητών, την διαγραφή απουσιών κ.λπ.».
Ισχυρίστηκε ακόμη ότι «ο αντικομφορμιστικός χαρακτήρας και στάση του προσκρούει σε ευτελείς προθέσεις κάποιων γονέων, μαθητών και διευθυντών και ότι εσκεμμένα ο «αντικομφορμισμός» του καταγγέλλεται δολίως ως ιδιορρυθμία». Επίσης, απέδωσε τη συμπεριφορά του στη διαφορετική παιδαγωγική του προσέγγιση στις σχέσεις του με τους μαθητές, η οποία απορρέει από τη «διαφορετικότητά του» και τις «ανοικτές του προοπτικές», ενώ δέχθηκε ότι «η συμπεριφορά του ήταν μεν αντισυμβατική, πλην υπό διαφορετικό πρίσμα δεν αποτελεί παρά «χιουμοριστική κίνηση»».
Το Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο έκρινε ότι αποδείχθηκαν όσα του αποδίδονται, αλλά, σημειώνει η εισηγήτρια του συμβουλίου, δεν υπήρξαν αναφορές από «αυτήκοους μάρτυρες» και «δεν επιβεβαιώθηκαν κατά λέξη οι φράσεις και τα περιστατικά της υπόθεσης».
Στη συνέχεια, η εισηγήτρια υπογράμμιζε ότι, ναι μεν υπήρξε σχέση μεταξύ του καθηγητή και της μαθήτριας, αλλά «δεν προέκυψε η ακλόνητη πεποίθηση ότι αυτός επεδίωξε πρώτος να έρθει σε επαφή μαζί της» και δεν αποδείχθηκε ότι η σχέση αυτή «ολοκληρώθηκε σεξουαλικά». Ωστόσο αποδείχθηκαν «οι δύο συναντήσεις τους (η μία στην οικία του).
Παρ’ όλα αυτά ο φιλόλογος συνεχίζει να διδάσκει, καθώς οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν ότι είναι προσήκουσα η ποινή της εξάμηνης παύσης με πλήρη στέρηση των αποδοχών του που του επιβλήθηκε, και απέρριψε την προσφυγή του κ. Ρακιντζή.